ΝΙΚΟΣ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
Εφόσον, έπειτα από όλα αυτά που έχουν συμβεί, υπάρχει αδυναμία να πει
κανείς τα πράγματα με το όνομά τους, υπάρχει ένα τεράστιο ζήτημα:
αυτοκριτικής, σχεδίου και ρεαλισμού. Ο πρωθυπουργός δείχνει να εξαντλεί
την όποια αυστηρή γλώσσα μόνο σε ό,τι αφορά το θέμα της κοινοβουλευτικής
πλειοψηφίας και τα «διαφορετικά κέντρα εξουσίας», όπως δήλωσε στη
συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο». Σωστά, είπε, ότι
τα εσωτερικά του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να γίνουν πρόβλημα της χώρας –αυτό
έλειπε–, μόνο που εν προκειμένω η χώρα αιωρείται στο κενό και η κοινή
γνώμη σύρεται να παρακολουθεί αντιπαραθέσεις ιδεολογικών λειψάνων που σε
κανένα μέρος του κόσμου δεν έχουν θέση στον δημόσιο διάλογο, διότι,
απλώς, αφορούν δυσδιάκριτες μειοψηφίες. Πλην Ελλάδος.
Είναι σαφές ότι η αυτοπαγίδευση της κυβέρνησης υπήρξε ταπεινωτική για
όσους (και είναι πολλοί) επένδυαν σε τυχοδιωκτικές ρήξεις. Είναι, όμως,
δυνατόν αυτές οι ακραίες προκαταλήψεις και η επιδεικτική άγνοια για τη
λειτουργία του σύγχρονου κόσμου να αποτελούν «ζητήματα» στην Ελλάδα, με
το τραπεζικό σύστημα σε κατάρρευση, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε
απόγνωση, την ανεργία σε άνοδο και τις διαφαινόμενες απώλειες στο ΑΕΠ
εφιαλτικές; Εκείνο που πραγματικά βυθίζει σε απελπισία το υγιές,
ευέλικτο και εξωστρεφές κομμάτι της κοινωνίας, εκείνους δηλαδή που, έξω
από κόμματα και κυκλώματα, αναπτύσσουν τη δημιουργικότητά τους στον
ιδιωτικό τομέα, είναι η απουσία μιας θαρραλέας γλώσσας, που να
αναγνωρίζει το πρόβλημα της χώρας και να το ιεραρχεί σε τρία βήματα. Με
διαφαινόμενη ύφεση στο 4%, και την ιδιωτική οικονομία σε παραλυσία,
μιλάμε ακόμη για φράξιες και «εναλλακτικές» λύσεις, ενώ ο ίδιος ο
πρωθυπουργός αισθάνεται «περήφανος». Είναι βαθιά απογοητευτικό ότι στο
σημείο της μη επιστροφής, ένα μεγάλο κομμάτι του πολιτικού κόσμου και
της κοινής γνώμης αδυνατεί να κάνει στοιχειώδη αυτοκριτική και να δει το
πρόβλημα της χώρας χωρίς συναισθηματισμούς και ψεύδη.
Ωστόσο, υπάρχει και η αντίδραση ή, έστω, η ανάγκη για αντίδραση που
φουντώνει όσο η μετεωρίζουσα κατάσταση της χώρας παρατείνεται. Θα
αρκούσε μία επί της ουσίας ρεαλιστική γλώσσα για την πραγματική
οικονομία, για να δημιουργήσει προσδοκία. Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες
Ελληνες που περιμένουν να ακούσουν μία λέξη για τις επιχειρήσεις τους,
για το νέο κύμα των απολύσεων, για το διάτρητο κοινωνικό δίχτυ που με
την κατάρρευση της οικονομίας θα παρασύρει πρώτα όσους υποτίθεται θα
υπεράσπιζε η κυβέρνηση. Μία λέξη δεν έχει ακουστεί για το πώς θέλουμε
αυτήν τη χώρα στο αύριο του σύγχρονου κόσμου. Φτάνει πια με τις πύρρειες
νίκες. Υπάρχει κατάχρηση ψευδοσυναισθήματος. Και αυτό που απαιτείται
είναι στέρεη λογική.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου