Καθόμαστε και σχολιάζουμε διάφορα πράγματα από την ασφάλεια και τη θαλπωρή του σπιτιού μας ρίχνοντας κλεφτές ματιές στους ανθρώπους μας βεβαιώνοντας τον εαυτό μας ότι είναι όλα καλά.
Και πέφτει το μάτι σ' αυτήν την εικόνα.
Και παγώνουν όλα.
Ξανά-κοιτάς τα παιδιά σου να βεβαιωθείς ότι δεν είναι δικό τους αυτό το χεράκι.
Κοιτιέσαι στον καθρέφτη να σιγουρευτείς ότι δεν είσαι αυτός ο πατέρας.
Και τώρα ;
Τώρα πώς νιώθεις;
Εγώ έβαλα για δέκα δευτερόλεπτα τον εαυτό μου σ' αυτην ακριβώς τη θέση.
Πώς ένιωσα;
Νεκρός.
Προσπάθησα να συνέλθω γιατί το να έχεις ενσυναίσθηση τελικά είναι ελάττωμα και μάλιστα από τα χειρότερα.
Και αφού συνήλθα και βγήκα από όλο αυτό και έκλεισα τα μάτια μου προσπαθώντας να ξεχάσω τί βίωσα για δέκα δευτερόλεπτα, συνειδητοποίησα ποσό τυχερός είμαι ακόμα που έχω το παιδί μου σώο και υγιές.
Με έκανε η δουλειά μου ετσι;
Ήμουν από πριν;
Έχω φίλους γιατρούς που παρ' όλο που είναι πιο ορθολογιστές από εμένα, κάνουν πράξεις ανιδιοτελείς μόνο και μόνο γιατί θέλουν να βοηθήσουν.
Και ξέρω ότι βλέποντας αυτή την εικόνα νιώθουν το ίδιο.
Τους έκανε η δουλειά τους έτσι;
Ήταν από πριν;
Αξίζει να είσαι άνθρωπος σήμερα;
Αξίζει να πεθαίνεις μόνο και μόνο από μια εικόνα ενός ξένου;
Το στοιχειωμένο βλέμμα αυτού του πατέρα δίνει γροθιές στο στομάχι.
Το χέρι του που κρατάει το παιδί του προφανώς πιστεύοντας σε ένα θαύμα και ελπίζοντας ότι έτσι θα δώσει ζωή στο άψυχο χέρι της κόρης του δίνει χαστούκια απανωτά.
Για δέκα δευτερόλεπτα έχασα κι εγώ το παιδί μου.
Ένιωσα τον πόνο του πατέρα αυτού.
Μακάρι να μην ένιωθα.
Μακάρι να ήμουν μηχανή.
Μακάρι να ήταν ένας πίνακας ζωγραφικής και όχι φωτογραφία.
Μακάρι να γινόταν το θαύμα.
Πολλά τα χαστούκια.
Τα αξίζουμε.
Μπας και ξανά γίνουμε άνθρωποι.
Να πάτε να φιλήσετε τα παιδιά σας.
Τώρα.
Λάμπρος Λιάπης-Νοσηλευτής