Πολλές φορές παρατηρώ τα κάποτε «νέα» κτίρια
που αντικατέστησαν τα ιστορικά κτίσματα του 19ου αιώνα. Και κάθε φορά
που περνάω από την οδό Πειραιώς, αναζητώ τη γωνία με την οδό Μενάνδρου.
Η Πειραιώς σε όλο το τμήμα της προς την Ομόνοια έχει μια σύμμειξη των ελάχιστων παλαιών κτισμάτων που της έδιναν την αστική φυσιογνωμία της και των κτιρίων της περιόδου 1960-1980 που εκβαρβάρισαν (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) το ύφος του δρόμου. Τις προάλλες που παρατηρούσα ένα νεοκλασικό σπίτι με ρόδινο χρώμα απέναντι από την πλατεία Κουμουνδούρου, με ανοιγμένη τη στέγη και επί της ουσίας καρατομημένο, το σκέφτηκα σαν κατοικία στον πρώτο όροφο, με μαγαζιά κάτω (αλλά μπορεί και όχι). Τα χρόνια που θα χτίστηκε αυτό το σπίτι που έβλεπα αντίκρυ μου, ο άξονας της οδού Πειραιώς ήταν μια περιοχή για να μένεις. Είχε σπίτια.
Η αστική γεωγραφία της Αθήνας έχει πάντα ενδιαφέρον, και είναι ωραίο να σκέφτεται κανείς τις αλλαγές. Τα χρόνια που δεν είχε χτιστεί καλά το Κολωνάκι ή η Πατησίων, πολλές αστικές οικογένειες έμεναν στην Πειραιώς και στις παρόδους, στις οδούς Σωκράτους, Βούλγαρη, Αγησιλάου... Ετσι, απέκτησε τόσο όμορφα σπίτια η πλατεία Κουμουνδούρου και μέσα σε αυτό το κλίμα γεννήθηκε, γύρω στο 1870, ένα από τα πιο όμορφα και παράξενα σπίτια της περιοχής, η οικία Τσοποτού, στη γωνία με τη Μενάνδρου (αρχικά ως κατοικία του γιατρού Ιωάννου). Το σπίτι που αντέγραφε το Μνημείο του Λυσικράτη. Εβλεπα το κτίριο που έχει πάρει εδώ και χρόνια τη θέση του, άχαρο και ογκώδες, χωρίς να μπορεί ποτέ να αποκτήσει πατίνα.
Είχε πέσει στα χέρια μου ένα δημοσίευμα που υπέγραφε η Μαρία Καραβία το 1964, όταν είχε αρχίσει η κατεδάφιση αυτού του σπιτιού. Είχε περιέλθει σε ερειπώδη κατάσταση και ήδη γύρω είχαν χτιστεί ψηλά κτίρια. Δεν υπήρχε εκείνη την εποχή η σκέψη (ή η τεχνογνωσία) επισκευής και αποκατάστασης μικρών ιδιωτικών κατοικιών του 19ου αιώνα, οπότε το τέλος ήταν λίγο-πολύ αναπόφευκτο. Το σπίτι απλώς χάθηκε.
Ηταν το μοναδικό ίσως που αντέγραφε τόσο γοητευτικά το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη, με τις κορινθιακές κολόνες στο περιστύλιό του. Στο νεοκλασικό Εδιμβούργο, που πήρε όχι αδίκως τον τίτλο της Αθήνας του Βορρά, υπάρχουν δύο θαυμάσιες απομιμήσεις του μνημείου του Λυσικράτη, το μνημείο Dugald Stewart, έμβλημα της πόλης από τον λόφο Calton (σχεδιασμένο από τον William Henry Playfair), και το ταφικό μνημείο του ποιητή Ρόμπερτ Μπερνς (σχεδιασμένο από τον Τόμας Χάμιλτον). Αίφνης, είδα αυτή τη ρομαντική οδό της φαντασίας που για κάποια χρόνια συνέδεε τη Σκωτία με την οδό Πειραιώς, μέσα από μια θερμή κοιλότητα ακαδημαϊσμού και μορφοκρατίας, αλλά και τρυφερής αναπόλησης με γνήσια ανάγκη ομορφιάς.
Την οικία Τσοποτού δεν ξέρουμε ποιος την έχτισε. Ισως και κάποιος ταλαντούχος εμπειρικός, αν και στα χρόνια του δογματισμού του Μοντέρνου Κινήματος, το σπίτι αυτό είχε κατηγορηθεί για κακοτεχνία, μεγαλοϊδεατισμό και υπερβολή. Από τότε που γκρεμίστηκε, όμως, πήρε τη θέση του σε ένα ουτοπικό πάνθεον της Αθήνας. Ζωγραφισμένο από τον Τσαρούχη και τον Τέτση, φωτογραφημένο από τον Στέλιο Σκοπελίτη, το σπίτι αυτό με το κοκκινωπό του χρώμα έχει αφήσει τη σκιά του.
ΝΙΚΟΣ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 23/11/2014
Η Πειραιώς σε όλο το τμήμα της προς την Ομόνοια έχει μια σύμμειξη των ελάχιστων παλαιών κτισμάτων που της έδιναν την αστική φυσιογνωμία της και των κτιρίων της περιόδου 1960-1980 που εκβαρβάρισαν (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) το ύφος του δρόμου. Τις προάλλες που παρατηρούσα ένα νεοκλασικό σπίτι με ρόδινο χρώμα απέναντι από την πλατεία Κουμουνδούρου, με ανοιγμένη τη στέγη και επί της ουσίας καρατομημένο, το σκέφτηκα σαν κατοικία στον πρώτο όροφο, με μαγαζιά κάτω (αλλά μπορεί και όχι). Τα χρόνια που θα χτίστηκε αυτό το σπίτι που έβλεπα αντίκρυ μου, ο άξονας της οδού Πειραιώς ήταν μια περιοχή για να μένεις. Είχε σπίτια.
Η αστική γεωγραφία της Αθήνας έχει πάντα ενδιαφέρον, και είναι ωραίο να σκέφτεται κανείς τις αλλαγές. Τα χρόνια που δεν είχε χτιστεί καλά το Κολωνάκι ή η Πατησίων, πολλές αστικές οικογένειες έμεναν στην Πειραιώς και στις παρόδους, στις οδούς Σωκράτους, Βούλγαρη, Αγησιλάου... Ετσι, απέκτησε τόσο όμορφα σπίτια η πλατεία Κουμουνδούρου και μέσα σε αυτό το κλίμα γεννήθηκε, γύρω στο 1870, ένα από τα πιο όμορφα και παράξενα σπίτια της περιοχής, η οικία Τσοποτού, στη γωνία με τη Μενάνδρου (αρχικά ως κατοικία του γιατρού Ιωάννου). Το σπίτι που αντέγραφε το Μνημείο του Λυσικράτη. Εβλεπα το κτίριο που έχει πάρει εδώ και χρόνια τη θέση του, άχαρο και ογκώδες, χωρίς να μπορεί ποτέ να αποκτήσει πατίνα.
Είχε πέσει στα χέρια μου ένα δημοσίευμα που υπέγραφε η Μαρία Καραβία το 1964, όταν είχε αρχίσει η κατεδάφιση αυτού του σπιτιού. Είχε περιέλθει σε ερειπώδη κατάσταση και ήδη γύρω είχαν χτιστεί ψηλά κτίρια. Δεν υπήρχε εκείνη την εποχή η σκέψη (ή η τεχνογνωσία) επισκευής και αποκατάστασης μικρών ιδιωτικών κατοικιών του 19ου αιώνα, οπότε το τέλος ήταν λίγο-πολύ αναπόφευκτο. Το σπίτι απλώς χάθηκε.
Ηταν το μοναδικό ίσως που αντέγραφε τόσο γοητευτικά το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη, με τις κορινθιακές κολόνες στο περιστύλιό του. Στο νεοκλασικό Εδιμβούργο, που πήρε όχι αδίκως τον τίτλο της Αθήνας του Βορρά, υπάρχουν δύο θαυμάσιες απομιμήσεις του μνημείου του Λυσικράτη, το μνημείο Dugald Stewart, έμβλημα της πόλης από τον λόφο Calton (σχεδιασμένο από τον William Henry Playfair), και το ταφικό μνημείο του ποιητή Ρόμπερτ Μπερνς (σχεδιασμένο από τον Τόμας Χάμιλτον). Αίφνης, είδα αυτή τη ρομαντική οδό της φαντασίας που για κάποια χρόνια συνέδεε τη Σκωτία με την οδό Πειραιώς, μέσα από μια θερμή κοιλότητα ακαδημαϊσμού και μορφοκρατίας, αλλά και τρυφερής αναπόλησης με γνήσια ανάγκη ομορφιάς.
Την οικία Τσοποτού δεν ξέρουμε ποιος την έχτισε. Ισως και κάποιος ταλαντούχος εμπειρικός, αν και στα χρόνια του δογματισμού του Μοντέρνου Κινήματος, το σπίτι αυτό είχε κατηγορηθεί για κακοτεχνία, μεγαλοϊδεατισμό και υπερβολή. Από τότε που γκρεμίστηκε, όμως, πήρε τη θέση του σε ένα ουτοπικό πάνθεον της Αθήνας. Ζωγραφισμένο από τον Τσαρούχη και τον Τέτση, φωτογραφημένο από τον Στέλιο Σκοπελίτη, το σπίτι αυτό με το κοκκινωπό του χρώμα έχει αφήσει τη σκιά του.
ΝΙΚΟΣ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 23/11/2014