Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

Στα σοβαρά τώρα;

Κωστής Φαφούτης ΚΩΣΤΗΣ ΦΑΦΟΥΤΗΣ


Στις αρχές Οκτωβρίου του 2017, ο κ. Τσίπρας συμπληρώνει οκτώ χρόνια βουλευτής, καθώς εξελέγη για πρώτη φορά στο Κοινοβούλιο στις εκλογές που διεξήχθησαν στις 4 του ίδιου μήνα το 2009. Αν είναι συνεπής με όσα «ρηξικέλευθα» και «ανατρεπτικά» πρεσβεύει και εξαγγέλλει, τον Οκτώβριο του ερχόμενου χρόνου θα πρέπει να παραιτηθεί πρώτα από βουλευτής και στη συνέχεια από πρωθυπουργός, κατ’ επιταγήν των προβλέψεων της πρότασης που παρουσίασε για τη συνταγματική αναθεώρηση. Το νέο Σύνταγμα δεν θα έχει εγκριθεί βεβαίως έως τότε, θα ήταν όμως μια θαυμάσια ευκαιρία για τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ να ξεκινήσει ο ίδιος την «επανάσταση της δημοκρατίας» που ευαγγελίζεται, να αρχίσει μια ώρα αρχύτερα «το πέρασμα στη Νέα Μεταπολίτευση» και να μην περιμένει την τυπική και... χρονοβόρο αναθεωρητική διαδικασία. Να πρωτοτυπήσει δηλαδή – όπως διαφήμιζε ότι θα πρωτοτυπούσε και με τις προεκλογικές εξαγγελίες του, όταν έγινε πρώτη φορά πρωθυπουργός και θα έσκιζε τα μνημόνια. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να προτείνει στα σοβαρά να γίνει κάτι τέτοιο. Η συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, δείχνει πόσο αφελής, πρόχειρα προετοιμασμένη και πόσο πολύ εξυπηρετούσε άλλους στόχους η σπουδή να παρουσιαστεί η πρόταση για τη συνταγματική αναθεώρηση. Μια πρόταση, την οποία ο πρωθυπουργός φρόντισε να επενδύσει με διάφορα «αριστερά» χρώματα, σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει την οικονομική πολιτική που ακολουθεί μετά τη σύναψη του τρίτου μνημονίου. Τέτοια είναι η συνταγματική κατοχύρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της ρητής απαγόρευσης άρσης του δημοσίου ελέγχου των αγαθών του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας. Εχουν τόσο πραγματική αξία –με βάση όσα έχει υπογράψει η κυβέρνηση– όσο θα είχε και μία πρόβλεψη, που ευτυχώς δεν παρουσιάστηκε, για την απαγόρευση της υπερφορολόγησης των πολιτών.

Εγκαταλείποντας τη φαιδρή πλευρά του θέματος, το σημαντικότερο, αλλά και πιο επικίνδυνο, στοιχείο όσων εξήγγειλε ο πρωθυπουργός είναι η αναγόρευση της αόριστης έννοιας «του λαού» ως αυθεντίας και για τη συνταγματική αναθεώρηση. Για όλα τα μεγάλα θέματα θα αποφασίζει ο Λαός (με το λάμδα κεφαλαίο), είπε ο πρωθυπουργός. Οι συντάκτες της πρότασης προφανώς κάνουν πως αγνοούν ότι «ο Λαός» είναι που νομιμοποίησε τον Ερντογάν να ενεργεί ως σουλτάνος και να καταπνίγει ό,τι δεν συμφωνεί μαζί του στην Τουρκία και διάλεξε τον Τραμπ, με ό,τι αυτός αντιπροσωπεύει, ως υποψήφιο πρόεδρο των ΗΠΑ.

Σε μια εποχή που ο ορθολογισμός υπονομεύεται όλο και περισσότερο, η κακοφωνία της τεχνολογίας αποπροσανατολίζει και καθιστά κυρίαρχο το περιθωριακό, η μαζική μετανάστευση ασκεί πιέσεις, ο ρατσισμός ενισχύεται και η τρομοκρατία εξαπλώνεται, η λαϊκιστική προσέγγιση υπέρ των μορφών της αμεσότερης διαδικασίας θα επιφέρει μόνον αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκει. Και μάλιστα, πολύ ανησυχητικά.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ


Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

Πολιτική σταθερότητα χαμένη στην κάλπη;

ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΕΔΟΣ

Με βάση όλα όσα ψηφίστηκαν στη Βουλή την περασμένη Πέμπτη, είμαστε πλέον σε θέση να... είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι οι επόμενες τρεις εκλογικές αναμετρήσεις θα πραγματοποιηθούν με τρία διαφορετικά συστήματα. Οι επόμενες με βάση το ισχύον σύστημα με μπόνους στο πρώτο κόμμα, οι μεθεπόμενες με το σύστημα που ψηφίστηκε την Πέμπτη από την κυβερνητική πλειοψηφία, το ΚΚΕ και την Eνωση Κεντρώων. Και έπειτα από αυτές, οι εκλογές θα γίνουν με ένα τρίτο σύστημα, άγνωστο ακόμη σε όλους, που σαφέστατα θα προκύψει από τους συσχετισμούς της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης. Τι ακριβώς μπορεί να γεννήσει αυτή η εκλογική αλληλουχία, δεν το ξέρουμε. Ξέρουμε, ωστόσο, τι δεν μπορεί: Πολιτική σταθερότητα. Ενδιαμέσως το χάσμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στο πολιτικό σύστημα και τους πολίτες θα διευρύνεται ολοένα και περισσότερο.

Αν κάποιος ανατρέξει στις αναμετρήσεις των τελευταίων εννέα χρόνων, εν ολίγοις από τις τελευταίες, προ της κρίσης, εκλογές και ακολουθήσει τα αποτελέσματα και των υπολοίπων που πραγματοποιήθηκαν από το 2009 και μετά, θα διαπιστώσει κάτι το οποίο, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται από όλους, δεν συζητείται δημοσίως από κανέναν. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 ψήφισαν 7,35 εκατ. πολίτες ήτοι 74,15% επί του εκλογικού σώματος. Τον Οκτώβριο του 2009 ο αριθμός αυτός μειώθηκε στους 7,04 εκατ. πολίτες (70,95%). Στις εκλογές του Μαΐου του 2012 ψήφισαν 6,47 εκατ. πολίτες (65,12%) και τον Ιούνιο 6,21 εκατ. (62,49%). Μία ελαφρά αυξητική τάση σημειώθηκε στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 με 6,33 εκατ. πολίτες (63,94%) να κατευθύνονται στις κάλπες. Ενώ τον Σεπτέμβριο του 2015 οι ψηφοφόροι μειώθηκαν δραματικά σε 5,56 εκατ. πολίτες και ποσοστό συμμετοχής μόλις 56,16%.

Παρακάμπτοντας τα επισφαλή και ψευδεπίγραφα συμπεράσματα από τη «δημοψηφισματική» και «αμεσοδημοκρατική» –αλλά βαθιά μικροπολιτική– συγκυρία του Ιουλίου του 2015, κάποιος θα μπορούσε να παρατηρήσει με θλίψη ότι τα πολιτικά κόμματα αδυνατούν να πείσουν για την αναγκαιότητα διεύρυνσης της συμμετοχής στην πολιτική διαδικασία. Το δικαίωμα ψήφου στους εφήβους ηλικίας 16 και μίας ημέρας και η πιθανή εκκαθάριση των εκλογικών καταλόγων ίσως διορθώσει πρόσκαιρα τα αρνητικά στατιστικά, ωστόσο το συμπέρασμα παραμένει κρυστάλλινο: Ολοένα και περισσότεροι πολίτες αντιμετωπίζουν τις εκλογές ως μια διαδικασία η οποία δεν είναι αρκετή για να αλλάξει την κατάσταση. Ως εκ τούτου, ένα εκλογικό σύστημα που θα συντείνει στη συγκρότηση θνησιγενών κυβερνήσεων θα βαθαίνει περισσότερο την κρίση δημοκρατίας. Η απλή αναλογική σε αυτή τη χρονική συγκυρία είναι κατ’ επίφασιν δημοκρατική. Στην πραγματικότητα, θα βαθύνει κι άλλο την κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς της χώρας και θα υπονομεύσει έτι περαιτέρω την αξιοπιστία των βασικών παικτών, οι οποίοι –όπως έχουμε αποφασίσει σε αυτή τη χώρα εδώ και δύο αιώνες– είναι τα πολιτικά κόμματα. Η συρρίκνωση της επιρροής των κομμάτων και η μετατροπή τους σε φορείς κατά συνθήκην συνεργασίας, προκειμένου να επιτυγχάνεται ο ad hoc σχηματισμός κυβερνήσεων ολιγόμηνης πνοής, θα συντείνει εκ των πραγμάτων στη δημιουργία κενών εξουσίας. Ας αναλογιστούμε λίγο τι θα μπορούσε να καλύψει αυτά τα κενά. Και, μετά, ας σκεφτούμε ξανά αν αυτό που μας προσφέρουν είναι χρυσός ή χάντρες και καθρεφτάκια...
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Η περίοδος του «Ας...»

ΠΑΣΧΟΣ ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗΣ

Σ​​τις δημοτικές εκλογές του 1978, ο λαοφιλής δήμαρχος Κοζάνης Ιωάννης Παπαγιάννης ήταν υποψήφιος για δεύτερη φορά και αντιμετώπιζε τη σφοδρή κριτική του αντίπαλου του για διάφορα θέματα. Τότε γεννήθηκε το πιο λακωνικό σύνθημα στην ιστορία της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε κάθε (δίκαιη και άδικη) αιτίαση των αντιπάλων, οι οπαδοί του αείμνηστου δημάρχου απαντούσαν «Ας...». Πήγαιναν, π.χ., στα καφενεία οι αντίπαλοι για να διαβάλουν τον δήμαρχο: «Ο Παπαγιάννης είναι μπήξε-δείξε». «Ας...» (σ.σ.: ας είναι) απαντούσαν οι οπαδοί του δημάρχου. Η λέξη «Ας...» έγινε κύριο σύνθημα της εκστρατείας που κέρδισε τις εκλογές: κυκλοφόρησε σε φέιγ βολάν και δονούσε τις πλατείες. «Μας λένε ότι δεν κάναμε δρόμους», έλεγε από το μπαλκόνι ο δήμαρχος. «Ας...» απαντούσαν εν χορώ οι συγκεντρωθέντες.

Κάθε κυβέρνηση περνάει μια περίοδο του «Ας...». Οταν είναι νέα και φρέσκια, οι αιτιάσεις (δίκαιες ή άδικες) της αντιπολίτευσης πέφτουν αυτομάτως στο κενό. «Ας...», απαντούν σε κάθε καταγγελία οι ψηφοφόροι.

Είναι η εποχή που ο πρωθυπουργός μοιάζει με μάγο, ο οποίος βγάζει διαρκώς λαγούς από το καπέλο του. Τίποτε δεν τον αγγίζει και οι κατηγορίες εναντίον του γίνονται μπούμερανγκ. Τότε δημιουργούνται οι ψευδαισθήσεις περί πολιτικής κυριαρχίας των κυβερνώντων που θα κρατήσει πολλά χρόνια· έμεινε ιστορική η εκτίμηση διευθυντού εφημερίδας προς τον κ. Κώστα Καραμανλή, όταν στο τέλος του 2007 τον ρώτησε ποια είναι τα σχέδιά του για την... τρίτη τετραετία του!
Πριν από την κρίση, η περίοδος του «Ας...» κρατούσε μία τετραετία και κάτι μήνες. Ο κ. Κώστας Σημίτης επανεξελέγη το 2000. Επειδή είχε κάνει σοβαρή δουλειά την προηγούμενη κυβερνητική περίοδο μπόρεσε να εξαντλήσει την τετραετία. Ο κ. Κώστας Καραμανλής κέρδισε τις εκλογές του 2007, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνησή του αποδείχθηκε ανίκανη να αντιμετωπίσει τις πιο φονικές πυρκαγιές της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδος, οι οποίες μάλιστα μαίνονταν στην Πελοπόννησο κατά την προεκλογική περίοδο. Αντεξε μόνο δύο χρόνια· η πολιτική του «άσ’ το για αργότερα» δεν μπορεί να πάει έναν πρωθυπουργό μακριά.

Η εποχή του «Ας...» πέρασε ανεπιστρεπτί για την κυβέρνηση. Δεν είναι μόνο η κρίση που επιτάχυνε τον πολιτικό κύκλο. Είναι και το γεγονός ότι ξόδεψε νωρίς όλα τα πολεμοφόδιά της για πυροτεχνήματα. Με πομφόλυγες, μεγαλοστομίες, διαπραγματεύσεις για το θεαθήναι, μέτρα που ήταν σαν μπαταριές στον γάμο του Καραγκιόζη και ξεδιάντροπες μπαγαποντιές, ξόδεψε απερίσκεπτα το πολιτικό της κεφάλαιο. Απόδειξη, η μεγάλη ήττα στο κορυφαίο για την Αριστερά θέμα της απλής αναλογικής. Πλην κάποιων λεβέντηδων, ουδείς εμπιστεύτηκε τον κ. Αλέξη Τσίπρα ότι θέλει να κάνει κάποια σοβαρή πολιτική τομή. Το ΚΚΕ έκανε απλώς μια τακτική κίνηση· υπερψήφισε αφού είδε ότι οι 200 ψήφοι έτσι κι αλλιώς δεν συγκεντρώνονται.

Η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συμπίεσε έτι περαιτέρω τον έτσι κι αλλιώς συμπιεσμένο πολιτικό της χρόνο. Από τον Σεπτέμβριο οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να τις διαχειριστεί. Η καταγγελιολογία, την οποία αφειδώς και απερίσκεπτα χρησιμοποίησε την προηγούμενη περίοδο για να κρύψει την αδυναμία της να κυβερνήσει, έχει κι αυτή τα όριά της.
Ο,τι και να κάνει η κυβέρνηση, έχει φάει τα ψωμιά της. Για την ακρίβεια, τα έχει πετάξει στα διαρκώς πεινασμένα σκυλιά του λαϊκισμού. Θα βρει μπροστά της την πρόχειρη και επιβλαβή διαχείριση όλων των θεμάτων, προβλήματα στα οποία τσαλαβούτησε χωρίς να αντιμετωπίσει. Και τα προβλήματα που δεν αντιμετωπίζονται, πάντα εκδικούνται.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ