Η ελληνική κοινωνία έχει γίνει σκληρή, υποκριτική και συντηρητική
Μια κουβέντα με το Νίκο Βατόπουλο για την υποκουλτούρα της ασχήμιας και άλλα πολλά.
(Απόσπασμα)
Τα κείμενα του απορρέουν χιλιάδες σκέψεις και εικόνες, ενώ οι
φωτογραφίες του είναι γεμάτες από λέξεις που θέλουν να αποδράσουν. Αυτός
είναι ο κόσμος του δημοσιογράφου και Αθηναιογράφου Νίκου Βατόπουλου.
Διαδρομές ανάμεσα σε λέξεις και εικόνες με φόντο την πόλη που αγαπά, την
Αθήνα. Συναντηθήκαμε ένα κυριακάτικο απόγευμα στο σπίτι του, στην
Γλυφάδα. Σε όλους τους χώρους υπάρχει πλήθος από βιβλία, δίσκους και
cd, μικρά αντικείμενα τοποθετημένα προσεκτικά και πίνακες ζωγραφικής.
Είναι αναμφισβήτητα το προσωπικό του καταφύγιο για τις ώρες που του
αρέσει να μένει μόνος. Μέσα σε λίγη ώρα αντιλαμβάνεσαι ότι έχεις
απέναντί σου έναν κοσμοπολίτη, λάτρη του αστικού πολιτισμού και εραστή
του ρομαντισμού. Όπως έχει γράψει «οι πόλεις είναι οι άνθρωποί της».
Τι τίτλο θα έδινες στην εποχή που ζούμε;
Είναι μια εποχή διαρκούς μετάβασης γιατί όλο νιώθεις ότι
προσεγγίζεις ένα στόχο και διαρκώς αλλάζουν όλες οι προτεραιότητες και
οι προϋποθέσεις. Τουλάχιστον για την ελληνική κοινωνία θεωρώ ότι είναι
βαθύτατα συντηρητική και αυτό είναι που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Ως
άνθρωπος που έχω ενηλικιωθεί σε προγενέστερες δεκαετίες, ακόμη δεν έχω
συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι αντί η κοινωνία να ανοίγεται και να
αντιμετωπίζει τις ανομοιογένειές της με ένα τρόπο πιο διαλλακτικό και
πιο κριτικό, γίνεται πιο σκληρή, υποκριτική και συντηρητική. Είναι κάτι
που με προβληματίζει πολύ βαθιά και θεωρώ ότι συμβαίνει σε όλους τους
ιδεολογικούς χώρους. Γενικώς υπάρχει μια σκλήρυνση του γενικού χειρισμού
όλων των θεμάτων. Μόνο μια μειοψηφία που πάντα υπήρχε είναι φωτισμένη,
κοσμοπολίτικη και φιλελεύθερη, αλλά δυστυχώς δεν επηρεάζει το γενικό
κλίμα.
...........................
Η κρίση είναι μια κατασκευή ή συσσωρευμένα λάθη πολιτικών;
Δεν θεωρώ ότι ήταν κατασκευή. Ήταν συνάρτηση μιας πολύ βαθιάς
εθνικής εσωτερικής παθογένειας σε συνδυασμό με μια διεθνή κρίση. Απλά η
Ελλάδα αποδείχτηκε η πιο ανέτοιμη και πιο δυσχερής περίπτωση.
Με την ομάδα «ΠΟΛΙΤΕΣ» που δημιούργησες πού στοχεύεις;
Έχει δύο στόχους, αφενός να δημιουργήσει ένα δίχτυο ανθρώπων οι
οποίοι μοιράζονται κοινές αξίες και αφετέρου να ξεκινήσω σταδιακά την
δημιουργία εκδηλώσεων, ώστε αυτοί οι άνθρωποι να γνωριστούν, να
δημιουργηθούν ζυμώσεις και να εξετάσουν και χημείες. Δεν αποσκοπεί σε
κάποια πολιτική κίνηση αλλά υποστηρικτικά σε κάποια πρόσωπα είτε που
ανήκουν σε πολιτικά κόμματα, είτε είναι άνθρωποι που έχουν κάτι να πουν.
Με ενδιαφέρει να δώσω βήμα σε πρόσωπα και να μπορέσω να κάνω μια ομάδα
που θα είναι ένα πολιτικό «Κάθε Σάββατο στην Αθήνα». Κανείς δεν ξέρει
πώς μπορεί να εξελιχθεί κάτι γιατί η ορμή ενός σχηματισμού μπορεί να σε
πάει όπου δεν μπορείς να φανταστείς. Είμαι ανοικτός πάντως για να
ανταποκρίνομαι και να προσαρμόζομαι σε ό,τι απαιτεί η πραγματικότητα.
Χωρίς να πω ότι έχω κάποια συγκεκριμένη πολιτική φιλοδοξία, σίγουρα
είμαι πολύ πιο κοντά σε μια κοινωνική και πολιτική εξωστρέφεια. Βλέπω
τον εαυτό μου να οργανώνεται σε πολλά πράγματα.
.........................
Τι θεωρείς επαναστατικό σήμερα;
Το να προκρίνεις την κοινή λογική έναντι του λαϊκισμού.
Έγραψες «πόσο διαβρωτική είναι η πολιτική καθημερινότητα, πόσο
δηλητηριασμένοι είμαστε αποκομμένοι από τα ωραία, ευγενή και
συναρπαστικά επιφυλάσσει η ζωή».
Αυτό το σκέφτομαι όταν αποσπώ τον εαυτό μου από την τρέχουσα
πολιτική σκηνή και καθημερινότητα και έρχομαι σε επαφή με κάτι που έχει
σχέση με την τέχνη. Πόσα ευγενή πράγματα έχει η ζωή και εμείς στην
Ελλάδα είμαστε σε μια συνεχή διαπραγμάτευση βασικών κανόνων
καθημερινότητας και δεν ξεκολλάμε ώστε να δούμε τα συναρπαστικά της
ζωής. Θλιβερό.
Είναι η δημιουργία η μόνη μορφή αντίστασης;
Σαφώς. Είναι η βασική μορφή αντίστασης σε συνδυασμό με την
αλληλεγγύη και την ανοχή με την έννοια ότι επιτρέπεις στον απέναντι να
είναι ο εαυτός του.
Πώς κατακτά κάποιος το δικαίωμα να είναι αυτό που θέλει;
Είναι πολύ δύσκολο, θέλει εσωτερική εκπαίδευση, πειθαρχία και διαρκή αναδιαπραγμάτευση με τον εαυτό σου.
Ποια αξία θεωρείς ότι είναι η πιο σημαντική στην ζωή;
Το να εξελίσσεις και να επενδύεις τον εαυτό σου. Να αναπτύσσεις τους
στόχους σου, χωρίς να θεωρείται εγωιστικό. Τότε μόνο μπορείς πραγματικά
να προσφέρεις και να είσαι χρήσιμος για τους άλλους.
«Η υποκουλτούρα της ασχήμιας εξουσιάζει την Αθήνα καθώς είναι μια αντιδημοκρατική πόλη». Θα ήθελα να μας το σχολιάσεις.
Η άποψη ότι η Αθήνα είναι μια αντιδημοκρατική πόλη είναι κάτι που
διαμόρφωσα τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Είναι μια πόλη που δεν είναι
ανεκτική στις πολλές ομάδες που έχει μια μητρόπολη. Πέρα του ότι δεν
μπορεί να κινηθεί ένα άνθρωπος πάνω σε αμαξίδιο, υπάρχουν και τεράστια
γκέτο στην Αθήνα, μια διαρκής υπενθύμιση στον πολίτη ότι δεν έχει
δύναμη. Και ότι έχουν δύναμη κάποιες μειοψηφίες που φωνασκούν, μια
ένδειξη υπανάπτυξης και μιας κοινωνίας αποπροσανατολισμένης. Η ασχήμια
είναι φανερό ότι έχει ιδεολόγημα από πίσω, υπάρχει ιδεολογία που
υποστηρίζει όλη αυτή την κατάσταση. Κάποιους εξυπηρετεί, βολεύει και
ευχαριστεί αυτή η εικόνα.
Εκνευρίστηκες πολύ με το γκράφιτι στο Πολυτεχνείο, είναι μέρος της ασχήμιας που περιγράφεις;
Εκνευρίστηκα γιατί θεωρώ ότι είναι μια ακόμη ένδειξη
αντιδημοκρατικότητας και μια πολύ μεγάλη επίδειξη αυθάδειας. Πως μια
μειοψηφία προχωρά σε μια κίνηση τεραστίου θράσους απλά και μόνο για να
προκαλέσει και να ενοχλήσει. Σαφώς το Πολυτεχνείο δεν περίμενε το
γκράφιτι για να αποκαλύψει το χάλι του, αλλά αυτό είχε μια τεράστια
επικοινωνιακή δύναμη που προκάλεσε πολλές συζητήσεις και ένα μεγάλο
διχασμό. Επίσης, φάνηκε πόσοι υποστηρίζουν παρόμοιες κινήσεις, είναι
σαν να πετάς μια μολότοφ και να τρέχεις.
Ποιες πλευρές της πόλης λατρεύεις περισσότερο και ποιες σε απογοητεύουν;
Με απογοητεύει πάρα πολύ ο άξονος Ομόνοια- Εξάρχεια. Θα σου πω
χαρακτηριστικά ότι μια μέρα είχα πάει από την Ομόνοια προς την οδό
Καποδιστρίου για να βρω κάτι που ήθελα να φωτογραφίσω. Στην συνέχεια
περπάτησα προς το Κολωνάκι που είχα μια συνάντηση και πήγα από
Ακαδημίας, Εξάρχεια και βγήκα σταδιακά στο Κολωνάκι. Ήταν απομεσήμερο,
από εκείνα που δεν έχει καθόλου κίνηση στους δρόμους, σαν η πόλη να
είναι ναρκωμένη. Όσο παρατηρούσα είδα ξεκάθαρα και με σαφήνεια το
τεράστιο θέμα της υποκουλτούρας και της γκετοποίησης μια μεγάλης
περιοχής. Από την άλλη πλευρά με γοητεύουν περιοχές που έχω παιδικά
βιώματα όπως ο άξονας της οδού Πατησίων. Επίσης μου αρέσει η περιοχή του
Μακρυγιάννη, της Πλατείας Μαβίλη και της Βασιλίσσης Σοφίας.
Είναι η Αθήνα μια πόλη που δεν έχει πλέον μνήμη;
Πιστεύω ότι δεν είναι χωρίς μνήμη, απλά η μνήμη έχει πάει στην άκρη
λόγω ζωτικών θεμάτων της καθημερινότητας . Είναι θέμα πολίτη να
αποκωδικοποιήσει το περιβάλλον. Είναι θλιβερό ότι η Αθήνα δεν έχει ένα
καφενείο ή ένα ιστορικό βιβλιοπωλείο κοινωνικής όσμωσης. Είναι ένα
δείγμα μεγάλης αναπηρίας για την Αθήνα. Το καφενείο είναι ένας καθρέπτης
της κοινωνίας και ένας αγωγός συμφιλίωσης, νιώθεις ότι συμμετέχεις, σε
καθησυχάζει και σε εμπνέει μαζί. Δυστυχώς στην Ελλάδα κάθε γενιά
επαναγράφει και συνήθως με τον χειρότερο τρόπο.
Σε τι περιβάλλον μεγάλωσες και τι επιρροές σε οδήγησαν στην δημοσιογραφία;
Σε ένα μεσοαστικό κλασικό περιβάλλον της Αθήνας. Ο πατέρας μου ήταν
επιχειρηματίας και η μητέρα μου δεν δούλευε. Μεγάλωσα ανάμεσα σε βιβλία
και μουσική όπως μεγάλωνε ένα παιδί της δεκαετίας του ’60. Είχα μια
δασκάλα που ήταν ελληνοβελγίδα που από την πρώτη δημοτικού μέχρι να
τελειώσω το σχολείο μου έκανε διαπαιδαγώγηση. Μου άνοιξε τα μάτια σε μια
σύνθετη ανάγνωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Δεν ήταν κάτι ελιτίστικό
αλλά ένα άνοιγμα στον κόσμο. Από παιδί είχα έμφυτη την ανάγκη να
παρατηρώ το περιβάλλον, θυμάμαι στην προσχολική ηλικία παρατηρούσα τις
κατεδαφίσεις των κτιρίων και είχα τα δικά μου αγαπημένα σπίτια. Μια φορά
είχε γκρεμιστεί ένα από αυτά στην Αγίου Μελετίου και Πατησίων, όταν
ήμουν πέντε ετών, και όταν είδα τις μπουλντόζες είχα σοκαριστεί και
ένιωσα ένα ρήγμα. Είναι βιωματική και καταγωγική η σχέση μου με το
αθηναϊκό περιβάλλον.
Με την δημοσιογραφία πότε ασχολήθηκες;
Μπήκα αργά όταν ήμουν 28 ετών. Οδηγήθηκα εκεί επειδή ήθελα κάνω κάτι
που να έχει σχέση με έντυπα. Τότε μέσω ενός γνωστού πήγα για συνέντευξη
στον διευθυντή της Καθημερινής, Δημήτρη Παπαπαναγιώτου, ενός σπουδαίου
δημοσιογράφου και συγγραφέα. Έκατσα περίπου ενάμιση χρόνο άμισθος ως
μαθητευόμενος και πήγα σε μια εποχή αρκετά περίεργη όταν είχε πουληθεί
στον Κοσκωτά. Τότε τα γραφεία ήταν στην Παλλήνη, εγώ δεν ήμουν στο
μισθολόγιο, η εφημερίδα δεν ξέραμε αν θα επιβιώσει, οπότε όταν
μετακόμιζε σε κάτι γραφεία στην Σταδίου με φώναξε ο κ. Παπαπαναγιώτου
και με έβαλε να υπογράψω ένταξη στο μισθολόγιο της Καθημερινής ούτως
ώστε να μεταφερθώ και εγώ ως έμψυχο υλικό, αλλιώς δεν θα ήμουν εκεί.
Τι έχεις να θυμάσαι τόσα χρόνια στην Καθημερινή;
Πρώτα από όλα την δική μου ενηλικίωση. Επίσης, συναντήσεις με
σπουδαίους ανθρώπους όπως ο Κωνσταντίνος Καλλιγάς και ο Αντώνης
Καρκαγιάννης. Εμπειρίες και μαθήματα ζωής, διότι ο δημοσιογράφος ακούει
όλες τις αφηγήσεις και γίνεται ένας ανατόμος που μέσα σε μια ώρα πρέπει
να αντιληφθεί το στίγμα και το αποτύπωμα ενός ανθρώπου που συναντά για
πρώτη και τελευταία φορά. Η σωστή δημοσιογραφία είναι μια διαρκής
εκπαιδευτική αποστολή.
Πώς ορίζεις τον έρωτα και τι θα πει αληθινή αγάπη;
Όσο μεγαλώνω τον απομυθοποιώ τον έρωτα. Πιστεύω ότι αυτό που μας
οδηγεί στον έρωτα δεν είναι ο ‘άλλος’ αλλά μια αδυναμία ή μια ανάγκη,
μια φοβία, μια προβολή των δικών μας επιθυμιών πάνω στον άλλο. Οι
καλύτερες σχέσεις είναι αυτές που επιτρέπουν στον άλλο να είναι αυτό που
θέλει και όχι να διαμορφώνεις τα δικά σου θέλω εναντίον του. Όχι να
υπάρχει αδιαφορία αλλά να μην υπάρχει έλεγχος, αυτή η εμμονική
κτητικότητα. Η αγάπη είναι το καύσιμο της ζωής, μπορείς μέσα από αυτή να
προσεγγίσεις την συγχώρεση. Είναι αυτή που γεφυρώνει την απόσταση όταν
είσαι το μεγαλείο μέσα σε ένα τίποτα και ένα τίποτα μέσα σε ένα
μεγαλείο. Ένα αντίδοτο στην παροδικότητα και στο αναπάντητο της ζωής.
Ο μεγαλύτερος σου φόβος;
Το να μην γίνουν τα πράγματα, να υπάρχει κενό, αυτό το μούδιασμα.
Θέλω πάντα να κάνω ένα απολογισμό, κάθε μέρα, ακόμη και με πράγματα όπως
η συνάντηση μας, σήμερα, είναι δείγμα ότι κάτι προχωράει, δημιουργεί
νευρώνες. Φοβάμαι όταν δεν συμβαίνουν πράγματα.
Ευτυχία τι θα πει;
Η κατάκτηση της εσωτερικής αρμονίας.
Μια δυνατή ανάμνηση από ένα βράδυ στο κέντρο της πόλης;
Θυμάμαι μια εκδήλωση που είχε κάνει η Λυρική Σκηνή για την Μαρία
Κάλλας. Ήμασταν ένα γαϊτανάκι ανθρώπων που πήγαμε περπατώντας από το
Μουσείο της Ακρόπολης στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Εκείνη την μέρα ένιωσα
την αίσθηση της κοινότητας μέσα στην πόλη. Αλληλεγγύη, ψυχική εκτόνωση
δεσμοί και η τέχνη να λειτουργεί συγκολλητικά.
Κάθε Σάββατο στην Αθήνα, μια ομάδα που…;
Μια ομάδα που είναι φαινόμενο. Είναι κάτι που γέννησα ερήμην μου
διότι το σκέφτηκα ως πλατφόρμα ανταλλαγής ιδεών και εξελίχθηκε σε ένα
τεράστιο δίκτυο φιλίας, συνάντησης και ιδεών για 24.000 ανθρώπους.
Το ωραιότερο ταξίδι σου;
Όταν ήμουν έφηβος είχα πάει για δύο χρόνια στην Αγγλία σε summer
school. Ήταν από τις πιο ευτυχισμένες εμπειρίες στην ζωή μου διότι ήμουν
ελεύθερος και αυτόνομος, μεθούσα από χαρά επειδή βίωνα εμπειρίες με μια
διεθνή κοινότητα συνομήλικων μου. Εκτέθηκα σε πάρα πολλές οπτικές και
ένιωσα πραγματικά κομμάτι του κόσμου.
Το όνειρα κάνεις;
Ονειρεύομαι πολύ, είναι αυτά που με κρατάνε σε εγρήγορση. Πρώτα από
όλα να συνεχίσω να δημοσιογραφώ στην Καθημερινή, το λατρεύω. Επίσης αυτά
τα κοινωνικά που κάνω με τις ομιλίες και τις εκθέσεις, με βάζουν στην
κοινωνία, συγγραφή βιβλίων και τέλος θέλω να ασχοληθώ περισσότερο με την
φωτογραφία. Πέρα από την αθηναϊκή φωνογραφία, φτιάχνω κάτι συνθέσεις με
κολάζ και θα πάρω μέρος στην «ART ATHINA».
Το μέλλον σε ποιους ανήκει;
Θέλω να πιστεύω ότι θα ανήκει στους λογικούς.
Δημοσιογράφος. Ταξιδευτής της ζωής,
πολίτης του κόσμου, λάτρης των εφημερίδων και των βιβλίων, του
κινηματογράφου, της ιστορίας και του σουρεάλ χιούμορ. Σπούδασε στο Τμήμα
Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστήμιου και το
ημερολόγιο της ζωής του είναι γεμάτο από αφηγήσεις, διαδρομές και
συναντήσεις.
ΓΚΡΕΚΑ
Και στους ....τρελούς Νίκο. Όχι στους ανόητους, στους τρελούς!
Μια συνέντευξη ενός καλού φίλου, ενός ανθρώπου που εκτιμώ πολύ.