της Νίνας Γεωργιάδου
Ήταν
δασκάλα της νοηματικής γλώσσας για κωφάλαλα παιδιά στη Συρία. Συνεχίζει
να είναι, μόνο που ποιος νοιάζεται πια για κωφάλαλα. Ο «μπαμπάς ο
πόλεμος» επιφυλάσσει για όλα τον τρόμο, την προσφυγιά ή το θάνατο, χωρίς
διακρίσεις.
Συνεχίζει να είναι δασκάλα της νοηματικής,
μόνο που γι αυτήν δεν υπάρχει πια Συρία. Υπάρχει ένα κουρέλι, από το
οποίο διεκδικούν μερίδια οι Τούρκοι κι οι Ισραηλινοί. Οι Ευρωπαίοι
«εταίροι» θέλουν, ως μερτικό, το δρόμο του φυσικού αερίου του Κατάρ και
καμιά γερή μπάζα στις τουριστικές αξιοποιήσεις των ιστορικών χώρων.
Ξέρουν από ιστορία και πολιτισμό. Οι Αμερικάνοι – καλή τους ώρα, πού
τους ξεχάσαμε μέσα στην μνημονιακή μας παραζάλη; – διαπραγματεύονται, ως
μεγαλοεργολαβικές εταιρίες, με μιαν απίστευτη προβλεπτικότητα, την
ανοικοδόμηση του κουρελιού.
Να μην ξεχάσουμε τους ισλαμοφασίστες
που έχουν δαγκώσει ένα μεγάλο κομμάτι της πίτας, απ’ τον καιρό που τους
εξόπλιζαν Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι, ως το αντίπαλο δέος στη ρωσόφιλη
Συρία.
Τι πληκτικό! Σα να βλέπεις ξανά το έργο της Γιουγκοσλαβίας σε νέα βέρσιον.
Η
Άλια συνεχίζει να είναι δασκάλα της νοηματικής, μόνο που αυτή η
νοηματική πια, καθώς η Άλια τρέχει, δε σημαίνει τίποτα. Πρέπει να μάθει
μιαν άλλη νοηματική. Πώς να δείχνει με τα δάχτυλα τον απερίγραπτο τρόμο,
πώς οι παλάμες της να απεικονίζουν εύγλωττα τη φράση, «τα έχασα όλα,
ευχαριστώ για το αποφόρι, τη φρυγανιά και τις ευχές». Στη νέα νοηματική,
πρέπει με το σκύψιμο του κεφαλιού να αφήνει να περνούν, αμέριμνα, όλα
τα γκλομπς των διασυνοριακών ένστολων κι όλες οι χυδαίες βρισιές των
διασυνοριακών πατριδοκάπηλων.
Σωστά λοιπόν διατυπώθηκε η αρχική φράση, «Ήταν δασκάλα της νοηματικής γλώσσας για κωφάλαλα παιδιά στη Συρία».
Είναι εντυπωσιακό πώς κάποιος γίνεται παρελθόν, χωρίς να έχει βιολογικά πεθάνει.
Τώρα η Άλια είναι… ή μάλλον…δεν είναι. Τώρα η Άλια τρέχει.
Πώς
μπορεί ένας άνθρωπος να τρέχει επί δυο χρόνια, χωρίς να καταρρεύσει και
χωρίς στο τέλος να ανεβαίνει στο βάθρο του καλύτερου δρομέα όλων των
εποχών; Και μάλιστα πώς μπορεί να τρέχει απ’ το Χαλέπι, προς ένα
απροσδιόριστο προορισμό, κουβαλώντας κι ένα παιδί; Και πώς μπορεί να
τρέχει, κουβαλώντας ένα παιδί και υπερπηδώντας τόσα εμπόδια.
Δεν λέει γι αυτά κουβέντα. Απεικονίζονται όλα, με μιαν εκπληκτική ευκρίνεια, στις διεσταλμένες κόρες των ματιών της.
Πρώτα
το βομβαρδισμένο σπίτι. Σωροί σπασμένα τούβλα, ξεκοιλιασμένοι τοίχοι,
σπασμένα κάδρα και σκόρπια ρούχα, ανάκατα με κουτσές καρέκλες.
Μετά
ένα βίντεο με έναν εικοσάχρονο που έχει ένα πιστόλι να του σημαδεύει
τον κρόταφο. Στην επόμενη λήψη ο εικοσάχρονος είναι κιόλας νεκρός. Ποιος
είναι Άλια; Πώς μπορεί ένα παιδί να γίνεται παρελθόν, χωρίς αρρώστια,
στα είκοσί του χρόνια; Ποιος διεστραμμένος σου έστειλε αυτό το βίντεο; Ο
πόλεμος, μου λέει.
Τα μάτια της Άλια συνεχίζουν να ξεδιπλώνουν εικόνες.
Η
νυχτερινή πορεία μέσα απ’ τα τουρκικά σύνορα. Μια σκοτεινή εικόνα σε
απόλυτη σιωπή. Το μόνο που φαίνεται είναι δυο ανάσες. Δεν ακούγονται, μη
τυχόν και ξυπνήσουν τα ξούθια της νύχτας. Φαίνονται μόνο. Όπως φαίνεται
το ψάρι όταν ανοίγει το στόμα να αναπνεύσει σε ενυδρείο που τελειώνει
το οξυγόνο.
Συνεχίζω να ξεφυλλίζω τις εικόνες των ματιών της.
Η
Άλια δυο χρόνια πλένει πιάτα στην Τουρκία. Ήταν κι αυτή μια δουλειά των
χεριών, όπως η νοηματική. Και μαζεύει το πολυπόθητο ποσό που ζητά ο
δουλέμπορος για ένα ταξίδι μισής ώρας στο σαπιοκάραβο και στη νύχτα.
Τέσσερεις απόπειρες φυγής.
Στην πρώτη δεν μπαίνουν καν στη βάρκα. Έχει πάρει καιρός.
Στη
δεύτερη τους αφήνουν ξυλάρμενους, έξι ώρες ακυβέρνητους στα κύματα.
Και το ρεύμα τους γυρίζει πίσω. Ο μαφιόζος έχει γίνει καπνός.
Στην τρίτη δεν έχουν επαρκέσει τα πιάτα για το ναύλο.
Στην τέταρτη απόπειρα τους φορτώνουν στο σάπιο και μετά από πέντε ώρες πιάνουν στεριά. Τα δικά μας βράχια.
Τους
βλέπουμε το επόμενο πρωί. «Don’t be scared. Δεν έχουμε πολλά να σας
προσφέρουμε. Ένα ποτήρι γάλα, δυο φρυγανιές και μια αλλαξιά αποφόρια. Σε
λίγο θα έρθουν και οι γιατροί χωρίς σύνορα. Δεν έχετε λόγο να φοβάστε».
Η
Άλια, για δυο βδομάδες πια, δεν τρέχει. Κάθεται υπομονετικά κάτω απ’
τον ήλιο, στην αφόρητη ζέστη, κοιμάται στα χαλίκια, ποτίζεται με υγρασία
της νύχτας, χαϊδεύει το κεφάλι της κόρης της για να μπορέσει να
κοιμηθεί, τρώει με μικρές μπουκιές τις φρυγανιές για να αυταπατάται. Τη
δέκατη μέρα έχει εξαντληθεί. Την παίρνουμε στο νοσοκομείο και της
βάζουμε ορό.
Οι ηλεκτρολύτες καμιά φορά είναι πιο αναγκαίοι απ’
την ελπίδα. Επιστρέφοντας απ’ το νοσοκομείο στο κατάλυμα των χαλικιών,
υπάρχει ένταση. Στην περιοχή έχουν ακροβολιστεί καμιά δεκαριά φουσκωτοί
«πατριώτες». Ουρλιάζουν, βγάζοντας ένα πηχτό αφρό. Από πηχτό
«πατριωτισμό» ή απ’ τη ζέστη; « Πήγαν να κατεβάσουν την ελληνική σημαία»
Και όλοι μαζί αναπαράγουν αυτό που κανένας δεν είδε.
Τα χέρια της Άλια τρέμουν. Καταλαβαίνω τι θέλει να πει, χωρίς να ξέρω τη νοηματική.
Τις
επόμενες ώρες τα «πατριωτικά» σάιτς – ανάμεσά τους κι ένα
«χριστιανικό» ξεχειλίζουν «εθνική περηφάνεια». Αντιγράφω. Δεν μπαίνω
καν στον κόπο ν’ αλλάξω τη γραμματοσειρά. «βάλτε τους σε ένα
σαπιοκάραβο και δρόμο, βρωμιάριδες. Τροφή για τα ψάρια». «Μια παλιοβαρκα
και ένα διναμιτη μέσα για βτον που αγιχε την σιμεα μας» «Ksilooo reee»
«κανεις δεν πρεπει να επητρεψει ουτε να αγκιξοουν ελληνηκη σημαια…αν
ειναι τοσο μαγκητες να πανε να πολεμισουν για την πατριδα τους οπως
εκαναν παντα και η ελληνες και δεν το σκαγανε σαν βρεγμενες γατες σε
αλλες χωρες κανενα ελεος σε τετιες πραξεις ηποστολης σημαιας καμια
ανοχη»
Δεκάδες τέτοια. Κάνω printscreen τη σαπίλα και την
αποθηκεύω ως εικόνα, με τον τίτλο, ΥΠΟΚΟΣΜΟΣ. Θέλω να την ανεβάσω στο
facebook. Ξέρω προκαταβολικά ότι λίγοι φίλοι θα κάνουν like. Οι
περισσότεροι προτιμούν την ανεμελιά. Το καινούργιο παρεό της Λιλίκας, το
πορτοκαλί ηλιοβασίλεμα. Είναι τόση η προτίμηση στην ανεμελιά που
περνούν από τον καταυλισμό των χαλικιών και αποστρέφουν το βλέμμα,
σχολιάζοντας μετά στην αντικοινωνική δικτύωση, ότι «είναι πολύ
ευαίσθητοι για να αντέξουν το θέαμα». Είναι πραγματικά πολύ άβολη
υπόθεση ο ανθρωπισμός όταν βγαίνει από τα γλυκανάλατα ποιήματα ή τα
ποσταρισμένα ρητά και αποκτά χέρια, πόδια και προπάντων στόμα που πρέπει
να φάει. Και γίνεται από άβολος, αφόρητος αυτός ο ανθρωπισμός όταν
μυρίζει ιδρωτίλα γιατί μια ντουσιέρα για διακόσιους δεν φτάνει ούτε να
φτύσει.
Μπαίνω στο «χριστιανικό» σάιτ που διεγείρει με μεγαλύτερη
φούρια αυτό το βούρκο των «καλών χριστιανών και καλών πατριωτών» και
προσπαθώ να μιλήσω τη γλώσσα τους. Ανεβάζω τον ψαλμό του Ιωσήφ,
«Δός μοι τούτον τον ξένον, τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσμω.
Δος μοι τούτον τον ξένον, όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους.
Δος μοι τούτον τον ξένον, ίνα κρύψω εν τάφω, ος ως ξένος ουκ έχει την κεφαλήν πού κλίνη.
Ξέρω
προκαταβολικά πως είναι μάταιος κόπος. Πέρα από το γεγονός ότι οι πολύ
ελληνάραδες δεν μιλούν ελληνικά αλλά ένα γλωσσόπραμα που μόνο μεταξύ
τους κατανοούν, το ανθρώπινο γένος έχει αρχίσει την αντίστροφη πορεία
στην απεικόνιση του από τετράποδο σε δίποδο. Ο νέος μεσαίωνας πρέπει να
συνοδευτεί από στρατιές αποκτηνωμένων χειραγωγήσιμων.
Γυρνάω στον
καταυλισμό των χαλικιών. Αυτή που έχει την «Εξωτική Καντίνα» ουρλιάζει.
«Να πάνε στο διάολο. Γεμίσανε την παραλία με μικρόβια. Πανούκλα θα
πάθουμε»
Αυτόματα μου ‘ρχεται στο νου η Πανούκλα του Καμύ κι εκείνος ο απαισιόδοξος επίλογός του για το φασισμό. «Ο
βάκιλος της πανούκλας δεν πεθαίνει ούτε χάνεται ποτέ. Μπορεί να επιζεί
απαρατήρητος. Να μένει για πολλά χρόνια κρυμμένος ανάμεσα σε έπιπλα και
σε σεντόνια…. Να καρτερά υπομονετικά .Ώσπου κάποια μέρα η Πανούκλα να
αναστήσει τους αρουραίους της»
Κατά τα άλλα, από αρρώστιες
αυτό τον καιρό είχαμε, εκτός από την αφυδάτωση της Άλια και την ανάγκη
για neοral του Γιουσέφ που έχασε τον ένα του νεφρό κι ώσπου να βεθρεί το
«δύσκολο φάρμακο» στην Ελλάδα, την αποψιλωμένη από φάρμακα κι ελπίδα,
το βλέμμα του τριαντάχρονου Γιουσεφ έπαιζε από το φόβο στην παραίτηση.
Μετά
την ένταση, τα ταξιδιωτικά χαρτιά των κυνηγημένων έχουν ετοιμαστεί. Η
Άλια ανεβαίνει στο καράβι μαζί την κόρη της, ξεκινώντας ένα νέο ταξίδι
στο φόβο κι έχοντας να διασχίσει άλλες τέσσερεις μπάρες συνόρων.
Μένω
να κοιτώ τη θάλασσα. Μου ‘ρχονται στο μυαλό τα λόγια της Ματίνας. «Αχ
κι αυτή η θάλασσα! Αντί να βγάζει κοχύλια κι αστερίες, βγάζει τρομαγμένα
παιδιά»
Τρέχα, Άλια, τρέχα.
Έτσι όπως έχουμε γίνει πια, αν μπορούσα, θα έτρεχα κι εγώ.
Αναδημοσίευση από kalymnosola.wordpress
Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015
Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015
Καταστασιακοί αντιπραγματισταί, του Ανδρέα Ρουμελιώτη
του Ανδρέα Ρουμελιώτη
Είμαι 50 φεύγα χρονών κι έχω δει «τον Χριστό-φαντάρο»., ένεκα τούτου, δεν τρέφω, πλέον, καμιά αυταπάτη. Είμαι ρεαλιστής και δεν επιδιώκω το αδύνατο (αντιθέτως με ότι διατείνονταν το γνωστό σύνθημα τον Μάη του ’68) γιατί έχει συμβεί το αδιανόητο. Επιπροσθέτως, η ανάγκη με κάνει καταστασιακό αντιπραγματιστή, αφού η δική μας ηττημένη γενιά δεν θα προλάβει τους νέους καρπούς της όποιας ουτοπίας υφάνουν οι νεότεροι, να γευτεί.
Ξαναμελετάω το απαύγασμα όσων έχουν γραφτεί για
τις κυκλικές οικονομικές κρίσεις του καπιταλισμού και διαπιστώνω, μετά
λύπης μου, ότι κάθε γενιά την «άφηναν» να ευδοκιμεί και πριν προλάβει να
απολαύσει τους καρπούς της ανάπτυξης, αποσπώντας βίαια ό,τι είχε
δημιουργήσει, της έκαναν πατητή.
Συνήθως το επιτύγχαναν
προκαλώντας παγκόσμιους και περιφερειακούς πολέμους ή εμφύλιους
σπαραγμούς. Αυτό διδάσκει η ιστορία των κρίσεων: ότι το καπιταλιστικό
σύστημα, για να επακάμψει, καταστρέφει κάθε φορά μεγάλο μέρος του (άυλου
και υλικού) κεφαλαίου και της εργασίας, πυροδοτώντας εντέχνως κάθε
είδους πολέμους. Με πρόσχημα τις κρίσεις, αναδιανέμει τον υπαρκτό πλούτο
υπέρ των ισχυροτέρων, αρπάζοντας τους καρπούς της δημιουργίας κάθε
γενιάς. Όχι βεβαίως γραμμικά, αλλά ασύμμετρα, μέσα από μια αναμπουμπούλα
απ’ την οποία, εντέλει, θα επωφεληθούν οι 147 εταιρείες – funds που
κυβερνάνε τον κόσμο τούτο, τα ισχυρότερα κράτη και οι ανώτατες
κοινωνικές τάξεις.
Η αναδιανομή του (υπαρκτού και
λογιστικού) πλούτου υπέρ των ισχυροτέρων αυτή τη φορά έχει πρωτόγνωρα
χαρακτηριστικά. Ο μαϊμού καπιταλισμός – καζίνο επικράτησε πλήρως έναντι
των πραγματικών καπιταλιστών – βιομηχάνων και παραγωγών της νέας
τεχνολογίας. Ο χοντρός βιομήχανος με το πούρο και τις τιράντες «τρώει
πόρτα» στο καζίνο που έφτιαξε για να διασκεδάζει και να στοιχηματίζει
στην καταστροφή των άλλων. Τα κράτη είναι υποχείρια των καζινάδων και οι
πολιτικοί ενεργούμενα και υπάλληλοί τους.
Η νέα παγκόσμια οικονομική ολιγαρχία
έχει αποκτήσει πλέον την αυθάδεια και τον τσαμπουκά, που της επιτρέπουν
να υποβαθμίζει και να απειλεί, μέσω των ελεγχόμενω οίκων αξιολόγησης,
την ίδια την Μέκκα του συστήματος∙ την Αμερική. Αφού μεταμόρφωσε
δεξιοτεχνικά την τεράστια μαύρη τρύπα των τραπεζών σε κρίση χρέους των
κρατών...
Το εικονικό – λογιστικό χρηματοπιστωτικό
κεφάλαιο επικράτησε πλήρως δανείζοντας αέρα, και τα κράτη, όπως και οι
υπήκοοι τους, πρέπει τώρα να αποπληρώσουν (με) σε πραγματικές αξίες.
Όταν πάρουν και το τελευταίο σπίτι και το τελευταίο ευρώ, τα μη
υπάρχοντα θα «κουρευτούν»...
Αφού καταστραφεί μεγάλο μέρος της πραγματικής παραγωγής και της εργασίας, θα στραγγίζουν ότι «λίπος» υπάρχει πριν επανέλθουμε στον νέο κύκλο της ανάπτυξης. Η νέα ανάπτυξη δεν θα συνεπάγεται αυτομάτως νέες θέσεις εντάσεως εργασίας – έστω και κακοπληρωμένες – δεδομένου ότι έχουμε ήδη μπει στην εποχή της ρομποτικής. Άλλωστε, το χρήμα δεν αυγατίζει πλέον απ’ την παραγωγική διαδικασία αλλά απ’ το ίδιο το χρήμα...
Θα αποθάνομε; Όχι! Θα μας αφήσουν ένα οικονομικό περιθώριο 10-20% για νέες συνεταιριστικές, συνεργατικές επιχειρήσεις με κοινωνική εργασία. Μέσα απ’ αυτά τα φυτώρια θα προκύψουν οι νέες καινοτομίες, ευρεσιτεχνίες και θα αναπτυχθεί η εφευρετικότητα και η ανταγωνιστικότητα. Μόνο έτσι θα επιβιώσουμε. Μέχρι την νέα αναδιανομή, όπου θα θεριστούν οι καρποί της επόμενης γενιάς. Σόρι, ε;...
enallaktikos.gr
Ψηφοφόρε (ξέρεις) τι θες;
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΕΛΙΑΣ
protagon
Είναι, φυσικά, για γέλια η προσπάθεια, που
κάνουν οι σημερινοί ένοικοι του μεγάρου Μαξίμου μέσω των non papers, να
πείσουν ότι το πρώτο «αριστερό» Μνημόνιο είναι καλύτερο από τα
προηγούμενα. Κάθε τέτοια προσπάθεια είναι αυτονοήτως καταγέλαστη και
προσβλητική για τους πολίτες που υπέστησαν το τσουνάμι της εξαετούς αντιμνημονιακής απάτης, με πρωταγωνιστές τους κκ Τσίπρα και Καμένο(«στα τέσσερα εσύ»).
Όμως, αυτή η απάτη φέρνει κι ένα καλό. Δεν επιτρέπει πλέον την καλλιέργεια άλλων ψευδαισθήσεων. Οι ίδιοι άνθρωποι, που τις καλλιεργούσαν ως τώρα, τις διαλύουν με τον πιο κυνικό τρόπο και για χάρη της διατήρησης της εξουσίας. Μόλις κατάλαβαν ότι οι λεονταρισμοί τους θα οδηγούσαν τη χώρα στη δεκαετία του ΄60 και τους ίδιους στο πολιτικό κρεματόριο, πέταξαν στα σκουπίδια τις αντιμνημονιακές μπούρδες τους και άρχισαν να κλαψουρίζουν «τι να κάναμε, μας εκβίασαν».
Αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα, τουλάχιστον για όσους θέλουν να την αντικρύζουν κατάματα. Η χώρα βρίσκεται σε δεινή θέση. Είναι δεσμευμένη για πολλά χρόνια με βαριές υποχρεώσεις έναντι των δανειστών της και αντιμετωπίζει δύο μεγάλους κινδύνους:
1. Να μην καταφέρει να ανταποκριθεί σ’ αυτές τις υποχρεώσεις και σε ένα χρόνο από σήμερα να ξαναρχίσουν οι συζητήσεις για χρεοκοπία και GRΕΧΙΤ. Και τότε κανένας δεν θα μπορέσει να τα αποτρέψει και τα δύο.
2. Aκόμη κι αν καταφέρει κουτσά στραβά να τις τηρήσει, να μη μπορέσει να κάνει τις αλλαγές που χρειάζονται, για να ξεφύγει από το θανατηφόρο σπιράλ της ύφεσης, που φέρνει κι άλλους φόρους κι άλλη ανεργία. Ετσι, δεν θα μπορέσει να περάσει στη φάση της ανάπτυξης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία και εντέλει την ίδια τη δημοκρατία της.
Το συμπέρασμα είναι προφανές.
Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα άλλο Μνημόνιο: αλήθειας, σοβαρότητας και αποτελεσματικότητας. Ποιος θα το φέρει και θα το υπογράψει; Ποιος θα πει την όλη αλήθεια; Ποια κυβέρνηση και με ποια πρόσωπα θα πείσει ότι διαθέτει την αναγκαία σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα, ώστε να υπάρχουν ελπίδες να βγει η χώρα από το τέλμα;
Η πρώτη προφανής απάντηση είναι ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί. ‘Ο,τι κάνει ο κ. Τσίπρας αποσκοπεί στο να κερδίσει λίγο χρόνο, να εξουδετερώσει τους αριστεροπλατφορμιστές, τέως πλέον συνοδοιπόρους του και να υφαρπάξει ξανά τη λαϊκή ψήφο.
Είναι αμφίβολο αν θα τα καταφέρει(κατά την ρήση του Αβραάμ Λίνκολν «δεν μπορείς να ξεγελάς τους πάντες για πάντα»). Αλλά κι αν συμβεί, τίποτα καλό δεν προμηνύει για τη χώρα και τους πολίτες. Το σημερινό τέλμα-απότοκο της ασάφειας, της απραξίας και της ιδεοληπτικής προσέγγισης της πραγματικότητας- θα συνεχιστεί.
Η χώρα, όμως, πρέπει να ξεφύγει από το τέλμα. Κι αυτό μπορεί να το πετύχει μόνο μια διακομματική κυβέρνηση τετραετίας με πρόσωπα που:
- να πιστεύουν σε ό,τι αναλάβουν να φέρουν εις πέρας
- να μην υπολογίζουν το πρόσκαιρο πολιτικό και εκλογικό κόστος
- να διαθέτουν τις αναγκαίες ικανότητες, διότι δεν αρκεί πλέον το «θέλω», αλλά πρέπει να συνυπάρχει και το «μπορώ».
Όλα αυτά μοιάζουν με τον τετραγωνισμό του κύκλου; Μπορεί. Αλλά τόσο δύσκολη είναι η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί. Από ποιους; Από αυτούς που θα επιλέξουν οι ψηφοφόροι στις επικείμενες εκλογές. Η ευθύνη των ψηφοφόρων είναι αυταπόδεικτη. Δεν υπάρχουν πια δικαιολογίες του τύπου «δεν ήξερα» και «με κορόιδεψαν».
Τα έξι τελευταία χρόνια και ειδικά οι έξι τελευταίοι μήνες διέλυσαν μύθους και αυταπάτες. Μας έκαναν όλους σοφότερους. Οσοι θέλουν ξανά να ζουν με τις ψευδαισθήσεις τους, είναι άξιοι της μοίρας τους.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστώνΌμως, αυτή η απάτη φέρνει κι ένα καλό. Δεν επιτρέπει πλέον την καλλιέργεια άλλων ψευδαισθήσεων. Οι ίδιοι άνθρωποι, που τις καλλιεργούσαν ως τώρα, τις διαλύουν με τον πιο κυνικό τρόπο και για χάρη της διατήρησης της εξουσίας. Μόλις κατάλαβαν ότι οι λεονταρισμοί τους θα οδηγούσαν τη χώρα στη δεκαετία του ΄60 και τους ίδιους στο πολιτικό κρεματόριο, πέταξαν στα σκουπίδια τις αντιμνημονιακές μπούρδες τους και άρχισαν να κλαψουρίζουν «τι να κάναμε, μας εκβίασαν».
Αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα, τουλάχιστον για όσους θέλουν να την αντικρύζουν κατάματα. Η χώρα βρίσκεται σε δεινή θέση. Είναι δεσμευμένη για πολλά χρόνια με βαριές υποχρεώσεις έναντι των δανειστών της και αντιμετωπίζει δύο μεγάλους κινδύνους:
1. Να μην καταφέρει να ανταποκριθεί σ’ αυτές τις υποχρεώσεις και σε ένα χρόνο από σήμερα να ξαναρχίσουν οι συζητήσεις για χρεοκοπία και GRΕΧΙΤ. Και τότε κανένας δεν θα μπορέσει να τα αποτρέψει και τα δύο.
2. Aκόμη κι αν καταφέρει κουτσά στραβά να τις τηρήσει, να μη μπορέσει να κάνει τις αλλαγές που χρειάζονται, για να ξεφύγει από το θανατηφόρο σπιράλ της ύφεσης, που φέρνει κι άλλους φόρους κι άλλη ανεργία. Ετσι, δεν θα μπορέσει να περάσει στη φάση της ανάπτυξης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία και εντέλει την ίδια τη δημοκρατία της.
Το συμπέρασμα είναι προφανές.
Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα άλλο Μνημόνιο: αλήθειας, σοβαρότητας και αποτελεσματικότητας. Ποιος θα το φέρει και θα το υπογράψει; Ποιος θα πει την όλη αλήθεια; Ποια κυβέρνηση και με ποια πρόσωπα θα πείσει ότι διαθέτει την αναγκαία σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα, ώστε να υπάρχουν ελπίδες να βγει η χώρα από το τέλμα;
Η πρώτη προφανής απάντηση είναι ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί. ‘Ο,τι κάνει ο κ. Τσίπρας αποσκοπεί στο να κερδίσει λίγο χρόνο, να εξουδετερώσει τους αριστεροπλατφορμιστές, τέως πλέον συνοδοιπόρους του και να υφαρπάξει ξανά τη λαϊκή ψήφο.
Είναι αμφίβολο αν θα τα καταφέρει(κατά την ρήση του Αβραάμ Λίνκολν «δεν μπορείς να ξεγελάς τους πάντες για πάντα»). Αλλά κι αν συμβεί, τίποτα καλό δεν προμηνύει για τη χώρα και τους πολίτες. Το σημερινό τέλμα-απότοκο της ασάφειας, της απραξίας και της ιδεοληπτικής προσέγγισης της πραγματικότητας- θα συνεχιστεί.
Η χώρα, όμως, πρέπει να ξεφύγει από το τέλμα. Κι αυτό μπορεί να το πετύχει μόνο μια διακομματική κυβέρνηση τετραετίας με πρόσωπα που:
- να πιστεύουν σε ό,τι αναλάβουν να φέρουν εις πέρας
- να μην υπολογίζουν το πρόσκαιρο πολιτικό και εκλογικό κόστος
- να διαθέτουν τις αναγκαίες ικανότητες, διότι δεν αρκεί πλέον το «θέλω», αλλά πρέπει να συνυπάρχει και το «μπορώ».
Όλα αυτά μοιάζουν με τον τετραγωνισμό του κύκλου; Μπορεί. Αλλά τόσο δύσκολη είναι η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί. Από ποιους; Από αυτούς που θα επιλέξουν οι ψηφοφόροι στις επικείμενες εκλογές. Η ευθύνη των ψηφοφόρων είναι αυταπόδεικτη. Δεν υπάρχουν πια δικαιολογίες του τύπου «δεν ήξερα» και «με κορόιδεψαν».
Τα έξι τελευταία χρόνια και ειδικά οι έξι τελευταίοι μήνες διέλυσαν μύθους και αυταπάτες. Μας έκαναν όλους σοφότερους. Οσοι θέλουν ξανά να ζουν με τις ψευδαισθήσεις τους, είναι άξιοι της μοίρας τους.
protagon
Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015
Η επικίνδυνη γοητεία της αυθεντίας
ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ*
Η ελληνική κρίση έχει προξενήσει ενδιαφέρον όχι μόνο στην παγκόσμια κοινή γνώμη, αλλά και στον χώρο των οικονομολόγων και των πολιτικών αναλυτών. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’αυτό. Πρώτον, η κρίση θα μπορούσε να επηρεάσει τις αγορές και το αίσθημα εμπιστοσύνης των επενδυτών και των καταναλωτών παγκοσμίως (κάτι που, δυστυχώς για την Ελλάδα, αποδείχθηκε φρούδα ελπίδα). Δεύτερον, η ελληνική κρίση αποτελεί τη σημαντικότερη μέχρι σήμερα δοκιμασία της Ευρωζώνης. Τρίτον, η αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος άπτεται μακροοικονομικών χειρισμών, και ως εκ τούτου προσφέρεται σε όσους ενδιαφέρονται για τη διαμόρφωση οικονομικής πολιτικής.
Ο συνδυασμός των δύο τελευταίων στοιχείων εξηγεί γιατί η αντιμετώπιση της κρίσης έχει συγκεντρώσει τόσο ενδιαφέρον όχι μόνο από όσους γνωρίζουν τις λεπτομέρειες και θα μπορούσαν να δώσουν χρήσιμες συμβουλές για τη διαχείριση της κρίσης, αλλά και όσους βρίσκουν την ευκαιρία να διατυπώσουν τις υπάρχουσες θέσεις τους επ’ ευκαιρία της κρίσης.
Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί μια μικρή μερίδα σημαντικών, προοδευτικών οικονομολόγων, όπως οι Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Σακς, έχουν ασχοληθεί με την Ελλάδα. Ο λόγος για την ονομαστική αναφορά στους οικονομολόγους αυτούς, εκ των οποίων δύο είναι νομπελίστες, είναι ότι πέρα από τις λογικότατες επισημάνσεις για ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους και μετριασμού της λιτότητας, οι θέσεις τους διαφέρουν σημαντικά από τη γνώμη των γνωστότερων οικονομολόγων που γνωρίζουν καλά την Ελλάδα - συμπεριλαμβανομένου του νομπελίστα Χριστ. Πισσαρίδη. Οι τοποθετήσεις τους υποβάθμισαν τις επιπτώσεις του Grexit και ενίσχυσαν, ίσως ακούσια, την εμπιστοσύνη στην αλλοπρόσαλλη διαπραγματευτική στάση και την αυτοκαταστροφική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Εκ πρώτης όψεως, η διαφοροποίηση αυτή είναι αξιοσημείωτη. Τόσο η συντριπτική πλειοψηφία των επιφανών Ελλήνων οικονομολόγων, και ίσως το σύνολο των Ελλήνων οικονομολόγων στα σημαντικά διεθνή πανεπιστήμια, όσο και η μεγάλη πλειοψηφία όσων σημαντικών οικονομολόγων ασχολούνται ενδελεχώς με την Ελλάδα, έχουν διατυπώσει ασυνήθιστα συγκλίνουσες θέσεις. Η έμφαση στην ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών, την αντιμετώπιση των θεσμικών προβλημάτων και του συνταξιοδοτικού, τη δημιουργία σταθερού πλαισίου άσκησης πολιτικής αλλά και η αποφυγή, έστω και με βαρύ κόστος, του Grexit, αποτελούν σπάνιο δείγμα ομοφωνίας.
Μήπως οι κ. Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Σακς ξέρουν κάτι που εμείς οι υπόλοιποι αγνοούμε; Η απάντηση, με όλον τον σεβασμό στο ακαδημαϊκό τους έργο, είναι απερίφραστη: Οχι. Η ελαφρότητα με την οποία οι σημαντικοί αυτοί οικονομολόγοι αντιμετωπίζουν την ελληνική κρίση και τον κίνδυνο του Grexit είναι, δυστυχώς, εμφανής εάν κοιτάξει κανείς προσεκτικά τα δεδομένα. Ενώ οι μισθοί έχουν μειωθεί κατά 40%, οι εξαγωγές μειώνονται. Ο λόγος είναι ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η έλλειψη επενδύσεων και η πτώση της ανταγωνιστικότητας. Το ζήτημα της Ελλάδας δεν είναι συναλλαγματικό, είναι διαρθρωτικό. Η μετάβαση στη δραχμή θα συρρίκνωνε τις επενδύσεις ακόμη περισσότερο, θα δημιουργούσε τεράστια νομικά ζητήματα, και θα επέτεινε τις ανισότητες μεταξύ των εχόντων (ευρώ) και όσων θα εξαρτώντο από ένα καταρρέον κράτος.
Τι εξηγεί λοιπόν τη στάση τους; Η ομάδα αυτών των οικονομολόγων συνδέεται με μια αξιέπαινη προσπάθεια να διορθώσει την άσκηση της οικονομικής πολιτικής επί το δικαιότερον. Ανησυχούν, δικαιολογημένα, για την αύξηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος παγκοσμίως, για τον τρόπο με τον οποίο η λειτουργία του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος επιτείνει τα κοινωνικά προβλήματα, και μάχονται για τη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και διαχειριζόμαστε την οικονομία. Η συμβολή τους είναι ανυπολόγιστη, αλλά συνοδεύεται και από μια στενή θεώρηση του ελληνικού προβλήματος, προσαρμοσμένου στις θεωρητικές και πολιτικές τους επιδιώξεις. Οσο για την έμμεση υποστήριξή τους σε χειρισμούς της κυβέρνησης, αυτή δικαιολογείται από την πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι όντως αυτό που δηλώνει - ένα προοδευτικό ριζοσπαστικό κόμμα. Φαίνεται πως αγνοούν ότι οι ελάχιστες νομοθετικές κινήσεις της κυβέρνησης αποσκοπούσαν στην παλινόρθωση χρεοκοπημένων πρακτικών στην οικονομία, ή παρωχημένων οργανωτικών μοντέλων στην εκπαίδευση και τη διοίκηση.
Εδώ ανακύπτει μια ενδιαφέρουσα ειρωνεία. Ο κ. Κρούγκμαν, το 2009, έγραφε ότι οι «οικονομολόγοι του γλυκού νερού» (σημ.: επικεντρωμένοι στο Σικάγο), μαγεμένοι από τα θεωρητικά μαθηματικά τους κατασκευάσματα, κατάφεραν να παραμερίσουν τους «οικονομολόγους του αλμυρού νερού» ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού, οι οποίοι ήταν πραγματιστές. Αυτή η επικυριαρχία των θεωρητικών μοντέλων, σημείωνε, ήταν καταστροφική και προέτρεπε τους οικονομολόγους να αφήσουν την εμμονή στα θεωρητικά μοντέλα και να επικεντρωθούν στην πολυπλοκότητα της πραγματικής οικονομίας. Ισως θα ήταν καιρός για όλους μας να ακολουθήσουμε αυτή την προτροπή.
Να ασχοληθούμε με τα 600 εκατ. ευρώ που λαμβάνουν οι συνταξιούχοι της ΔΕΗ από τον προϋπολογισμό, τα επτά χρόνια που χρειάζεται να εκδικαστεί μια υπόθεση, την έλλειψη ελέγχων σε υποθέσεις φοροδιαφυγής, τη γενικευμένη ανομία και τον τσαμπουκά στην αντιμετώπιση φορολογικών ελέγχων, τον πρόσφατο περιορισμό των κυρώσεων σε επίορκους Δ.Υ., την προστασία κλειστών αγορών και επαγγελμάτων, τη στασιμότητα της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτά τα «πεζά» ζητήματα θα καθορίσουν το μέλλον της χώρας μας.
Το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι για οικονομολόγους του «γλυκού νερού» είτε συντηρητικής είτε προοδευτικής προέλευσης. Είναι για πραγματιστές, απ’ άκρη σε άκρη.
* Ο κ. Μιχ. Γ. Ιακωβίδης κατέχει την Εδρα Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας Sir Donald Gordon στο London Business School.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Η ελληνική κρίση έχει προξενήσει ενδιαφέρον όχι μόνο στην παγκόσμια κοινή γνώμη, αλλά και στον χώρο των οικονομολόγων και των πολιτικών αναλυτών. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’αυτό. Πρώτον, η κρίση θα μπορούσε να επηρεάσει τις αγορές και το αίσθημα εμπιστοσύνης των επενδυτών και των καταναλωτών παγκοσμίως (κάτι που, δυστυχώς για την Ελλάδα, αποδείχθηκε φρούδα ελπίδα). Δεύτερον, η ελληνική κρίση αποτελεί τη σημαντικότερη μέχρι σήμερα δοκιμασία της Ευρωζώνης. Τρίτον, η αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος άπτεται μακροοικονομικών χειρισμών, και ως εκ τούτου προσφέρεται σε όσους ενδιαφέρονται για τη διαμόρφωση οικονομικής πολιτικής.
Ο συνδυασμός των δύο τελευταίων στοιχείων εξηγεί γιατί η αντιμετώπιση της κρίσης έχει συγκεντρώσει τόσο ενδιαφέρον όχι μόνο από όσους γνωρίζουν τις λεπτομέρειες και θα μπορούσαν να δώσουν χρήσιμες συμβουλές για τη διαχείριση της κρίσης, αλλά και όσους βρίσκουν την ευκαιρία να διατυπώσουν τις υπάρχουσες θέσεις τους επ’ ευκαιρία της κρίσης.
Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί μια μικρή μερίδα σημαντικών, προοδευτικών οικονομολόγων, όπως οι Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Σακς, έχουν ασχοληθεί με την Ελλάδα. Ο λόγος για την ονομαστική αναφορά στους οικονομολόγους αυτούς, εκ των οποίων δύο είναι νομπελίστες, είναι ότι πέρα από τις λογικότατες επισημάνσεις για ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους και μετριασμού της λιτότητας, οι θέσεις τους διαφέρουν σημαντικά από τη γνώμη των γνωστότερων οικονομολόγων που γνωρίζουν καλά την Ελλάδα - συμπεριλαμβανομένου του νομπελίστα Χριστ. Πισσαρίδη. Οι τοποθετήσεις τους υποβάθμισαν τις επιπτώσεις του Grexit και ενίσχυσαν, ίσως ακούσια, την εμπιστοσύνη στην αλλοπρόσαλλη διαπραγματευτική στάση και την αυτοκαταστροφική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Εκ πρώτης όψεως, η διαφοροποίηση αυτή είναι αξιοσημείωτη. Τόσο η συντριπτική πλειοψηφία των επιφανών Ελλήνων οικονομολόγων, και ίσως το σύνολο των Ελλήνων οικονομολόγων στα σημαντικά διεθνή πανεπιστήμια, όσο και η μεγάλη πλειοψηφία όσων σημαντικών οικονομολόγων ασχολούνται ενδελεχώς με την Ελλάδα, έχουν διατυπώσει ασυνήθιστα συγκλίνουσες θέσεις. Η έμφαση στην ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών, την αντιμετώπιση των θεσμικών προβλημάτων και του συνταξιοδοτικού, τη δημιουργία σταθερού πλαισίου άσκησης πολιτικής αλλά και η αποφυγή, έστω και με βαρύ κόστος, του Grexit, αποτελούν σπάνιο δείγμα ομοφωνίας.
Μήπως οι κ. Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Σακς ξέρουν κάτι που εμείς οι υπόλοιποι αγνοούμε; Η απάντηση, με όλον τον σεβασμό στο ακαδημαϊκό τους έργο, είναι απερίφραστη: Οχι. Η ελαφρότητα με την οποία οι σημαντικοί αυτοί οικονομολόγοι αντιμετωπίζουν την ελληνική κρίση και τον κίνδυνο του Grexit είναι, δυστυχώς, εμφανής εάν κοιτάξει κανείς προσεκτικά τα δεδομένα. Ενώ οι μισθοί έχουν μειωθεί κατά 40%, οι εξαγωγές μειώνονται. Ο λόγος είναι ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η έλλειψη επενδύσεων και η πτώση της ανταγωνιστικότητας. Το ζήτημα της Ελλάδας δεν είναι συναλλαγματικό, είναι διαρθρωτικό. Η μετάβαση στη δραχμή θα συρρίκνωνε τις επενδύσεις ακόμη περισσότερο, θα δημιουργούσε τεράστια νομικά ζητήματα, και θα επέτεινε τις ανισότητες μεταξύ των εχόντων (ευρώ) και όσων θα εξαρτώντο από ένα καταρρέον κράτος.
Τι εξηγεί λοιπόν τη στάση τους; Η ομάδα αυτών των οικονομολόγων συνδέεται με μια αξιέπαινη προσπάθεια να διορθώσει την άσκηση της οικονομικής πολιτικής επί το δικαιότερον. Ανησυχούν, δικαιολογημένα, για την αύξηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος παγκοσμίως, για τον τρόπο με τον οποίο η λειτουργία του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος επιτείνει τα κοινωνικά προβλήματα, και μάχονται για τη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και διαχειριζόμαστε την οικονομία. Η συμβολή τους είναι ανυπολόγιστη, αλλά συνοδεύεται και από μια στενή θεώρηση του ελληνικού προβλήματος, προσαρμοσμένου στις θεωρητικές και πολιτικές τους επιδιώξεις. Οσο για την έμμεση υποστήριξή τους σε χειρισμούς της κυβέρνησης, αυτή δικαιολογείται από την πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι όντως αυτό που δηλώνει - ένα προοδευτικό ριζοσπαστικό κόμμα. Φαίνεται πως αγνοούν ότι οι ελάχιστες νομοθετικές κινήσεις της κυβέρνησης αποσκοπούσαν στην παλινόρθωση χρεοκοπημένων πρακτικών στην οικονομία, ή παρωχημένων οργανωτικών μοντέλων στην εκπαίδευση και τη διοίκηση.
Εδώ ανακύπτει μια ενδιαφέρουσα ειρωνεία. Ο κ. Κρούγκμαν, το 2009, έγραφε ότι οι «οικονομολόγοι του γλυκού νερού» (σημ.: επικεντρωμένοι στο Σικάγο), μαγεμένοι από τα θεωρητικά μαθηματικά τους κατασκευάσματα, κατάφεραν να παραμερίσουν τους «οικονομολόγους του αλμυρού νερού» ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού, οι οποίοι ήταν πραγματιστές. Αυτή η επικυριαρχία των θεωρητικών μοντέλων, σημείωνε, ήταν καταστροφική και προέτρεπε τους οικονομολόγους να αφήσουν την εμμονή στα θεωρητικά μοντέλα και να επικεντρωθούν στην πολυπλοκότητα της πραγματικής οικονομίας. Ισως θα ήταν καιρός για όλους μας να ακολουθήσουμε αυτή την προτροπή.
Να ασχοληθούμε με τα 600 εκατ. ευρώ που λαμβάνουν οι συνταξιούχοι της ΔΕΗ από τον προϋπολογισμό, τα επτά χρόνια που χρειάζεται να εκδικαστεί μια υπόθεση, την έλλειψη ελέγχων σε υποθέσεις φοροδιαφυγής, τη γενικευμένη ανομία και τον τσαμπουκά στην αντιμετώπιση φορολογικών ελέγχων, τον πρόσφατο περιορισμό των κυρώσεων σε επίορκους Δ.Υ., την προστασία κλειστών αγορών και επαγγελμάτων, τη στασιμότητα της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτά τα «πεζά» ζητήματα θα καθορίσουν το μέλλον της χώρας μας.
Το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι για οικονομολόγους του «γλυκού νερού» είτε συντηρητικής είτε προοδευτικής προέλευσης. Είναι για πραγματιστές, απ’ άκρη σε άκρη.
* Ο κ. Μιχ. Γ. Ιακωβίδης κατέχει την Εδρα Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας Sir Donald Gordon στο London Business School.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)