Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

ΝΙΚΟΣ ΕΝΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ


......
σκέψου πως είν' αδύνατο
πως είναι κι απολύτως περιττό να ξεφωνίσης και να πης
όλη τούτη τη φλόγα
όπου τρώει τα σωθικά σου
και την κρατάς
ε, συ!
τόσο καλά
τόσο σφιχτά
τόσο βαθειά φυλακισμένη
μέσα σου
........

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

[ Διαστάσεις ]
Ανάμεσα στη φτώχεια και τον ήλιο
Του Μιχάλη Μητσού/ mmitsos@dolnet.gr
Ε, όχι και να θυμηθούμε τον Αλμπέρ Καμύ από το πυροτέχνημα του Σαρκοζί για τη μεταφορά των οστών του στο Πάνθεον! Υπάρχουν ένα εκατομμύριο πιο σοβαροί λόγοι απ΄ αυτόν.
Φωτογραφία
Αλμπέρ Καμύ. Η Γαλλία θα τον τιμήσει τον ερχόμενο Ιανουάριο που συμπληρώνονται 50 χρόνια από τον θάνατό του
Πριν από μερικά χρόνια ζήτησαν από τον Πολωνό φιλόσοφο Σίγκμουντ Μπάουμαν να συμπυκνώσει τη σκέψη του σε μια παράγραφο. Κι εκείνος δεν μπόρεσε να βρει καλύτερη απάντηση από την εξής ρήση του Καμύ: «Υπάρχει η ομορφιά και υπάρχουν οι ταπεινωμένοι. Όσες κι αν είναι οι δυσκολίες του εγχειρήματος, δεν θα ήθελα να προδώσω ποτέ ούτε τη μία ούτε τους άλλους». Πολλοί συγγραφείς συνταγών της ανθρώπινης ευτυχίας, πιο ριζοσπάστες και πιο αλαζόνες, θα θεωρούσαν πως αυτή η δήλωση αποτελεί σκανδαλώδη προτροπή για παιχνίδι σε διπλό ταμπλό. Λάθος, απαντά ο Μπάουμαν στον Νουβέλ Ομπζερβατέρ. Ο Καμύ απέδειξε, χωρίς καμιά αμφιβολία, ότι το «να διαλέγεις το στρατόπεδό σου» θυσιάζοντας το ένα καθήκον για να εκπληρώσεις (υποτίθεται) καλύτερα το άλλο καταλήγει στην ακύρωση και των δύο. Ο συγγραφέας του «Ξένου» και της «Πανούκλας» δήλωνε ότι βρίσκεται «ανάμεσα στη φτώχεια και τον ήλιο». Όπως έλεγε, «η φτώχεια μ΄ εμπόδισε να πιστέψω ότι όλα είναι καλά κάτω από τον ήλιο και εντός της ιστορίας. Ο ήλιος μ΄ έμαθε ότι η ιστορία δεν είναι το παν».
Η ανθρώπινη ελευθερία, υπογράμμιζε ο Καμύ, «δεν προσφέρει παρά μια ευκαιρία να γίνουμε καλύτεροι» και ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίζουμε έναν κόσμο χωρίς ελευθερία είναι να γίνουμε τόσο απόλυτα ελεύθεροι, ώστε η ίδια η ύπαρξή μας να αποτελεί μια πράξη εξέγερσης. Η μοίρα του ανθρώπου βρίσκεται ανάμεσα στη φιγούρα του Σίσυφου και σ΄ εκείνη του Προμηθέα. Αυτές τις δύο φιγούρες προσπάθησε, επίμονα αλλά μάταια, να συμφιλιώσει ο Καμύ. Ο Προμηθέας, ο ήρωας του «Εξεγερμένου ανθρώπου», επιλέγει να ζήσει μια ζωή για τους άλλους, να εξεγερθεί κατά της δυστυχίας τους, θεωρώντας πως η εξέγερση αυτή αποτελεί τη λύση στον παραλογισμό της ανθρώπινης κατάστασης που οδήγησε τον Σίσυφο στην αυτοκτονία. Σ΄ αυτή τη σύνθεση που επιχειρεί ο Καμύ ανάμεσα στον Προμηθέα και τον Σίσυφο, η άρνηση γίνεται μια πράξη κατάφασης: «Εξεγείρομαι, άρα υπάρχουμε».
Κύριε Σαρκοζί- αναρωτιέται ο φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ με ανοιχτή επιστολή του που δημοσιεύθηκε χθες στη Μοντ - είστε σίγουρος ότι αυτόν τον άνθρωπο θέλετε να τιμήσετε; Για τον Καμύ, η ελευθερία χωρίς δικαιοσύνη είναι η αγριότητα του πιο ισχυρού, ο θρίαμβος του φιλελευθερισμού, ο νόμος των συμμοριών, των φυλών και των μαφιών. Η δικαιοσύνη χωρίς ελευθερία είναι η βασιλεία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, των συρματοπλεγμάτων και των φυλακών. Ο Καμύ ήθελε μια ελεύθερη οικονομία σε μια δίκαιη κοινωνία. Εσείς, κύριε Σαρκοζί, που η κοινωνία την οποία ενσαρκώνετε είναι ελεύθερη μόνο για τους ισχυρούς και άδικη για τους πιο αδύνατους, τι σχέση έχετε μ΄ αυτόν τον άνθρωπο;

"ναυτίλος"

Αδειοι οι ίδιοι αδειάζουν τους άλλους..


Η νέα κυβέρνηση έπρεπε να 'χει πέσει με τα μούτρα να βρει τρόπους πώς θα αναπτυχθεί η χώρα

κι όχι μόνον πώς θα μαζέψει λεφτά.

Ακόμα και μαζεύοντας λεφτά, αν άνοιγε μπροστά στα μάτια των Ελλήνων την παραμικρή προοπτική πραγματικής προόδου, θα τους έβαζε στο φιλότιμο και θα προσέφεραν ακόμα κι απ' το υστέρημά τους.

Αντιθέτως και αυτή η κυβέρνηση, ακολουθώντας την πεπατημένη όλων των προηγουμένων κυβερνήσεων, πράσινων και γαλάζιων, κοιτάει πώς θα ληστέψει

κι άλλο τους πολλούς, πώς θα τους εξαπατήσει για χιλιοστή φορά και πώς από την άλλη πλευρά θα εξασφαλίσει (και ει δυνατόν να αυξήσει) τα κέρδη των Δυνατών. Πώς θα κάνει επωφελή ακόμα και την κρίση για αυτούς που τη δημιούργησαν.

Η ιστορία με τον κ. Προβόπουλο είναι ενδεικτική.

Ο καλός αυτός άνθρωπος είχε ενημερώσει και τους δύο, Κωστάκη και Γιωργάκη, το ίδιο! Ο Κωστάκης άφησε λίγο απ' το πρόβλημα να φανεί («δεν υπάρχουν λεφτά») κι έχασε. Ο Γιωργάκης κουκούλωσε το πρόβλημα κάτω από το χαλί («υπάρχουν λεφτά-υπάρχουν λεφτά») και κέρδισε. (Δεν λέω νίκησε, το κέρδισε του πάει πιο πολύ).

Κι έτσι ο μεν Κωστάκης υπήρξε υπεύθυνος που «δεν υπάρχουν λεφτά», ο δε Γιωργάκης έχοντας ήδη εξαπατήσει τους πολίτες, είναι τώρα υπεύθυνος για να τα βρει.

Κι άρχισε αμέσως ο Γιωργάκης να κυβερνάει με το πρόγραμμα του Κωστάκη

-ακριβώς αυτό που καταψήφισαν οι Ελληνες! Πάγωσε αυξήσεις, έμπηξε έκτακτες εισφορές, μάλιστα αμέσως (πριν καν αξιωθεί να 'χει τους 88 Γενικούς Γραμματείς -έχουμε ακόμα μόνον τους 44), πρόλαβε να γδάρει τα STAGE, να τα κάνει μπάχαλο με την απόσυρση των αυτοκινήτων, να ανοίξει διάλογο (με τον Διάολο) για το ασφαλιστικό, όλα αυτά

τα εισπρακτικά μέτρα και άλλα τα πρόλαβε, για την πραγματική ανάπτυξη της χώρας, για την παραγωγή νέου πλούτου (ώστε να βρίσκει εισπράττοντας και το κράτος λεφτά), κιχ ή μπούρδες για πράσινη ανάπτυξη και πράσινα άλογα -να τος τώρα και ο κυρ Πεταλωτής!

***

Δείτε τη φάρσα που ζούμε:

Βγαίνει και κάνει ο κ. Πεταλωτής τον κ. Προβόπουλο δυο παράδες (εδώ, τα ρέστα στην Ευρώπη).

Βγαίνει μετά ο κ. Παπακωνσταντίνου και το αμβλύνει το πράγμα, το μαλακώνει και το στρογγυλεύει.

Βγαίνουμε κατόπιν εμείς (οι δημοσιογράφοι) κι αρχίζουμε τις ερμηνείες: Με τον Πεταλωτή η κυβέρνηση έστειλε ένα μήνυμα που ο κ. Παπακωνσταντίνου ως καθ' ύλην αρμόδιος υπουργός δεν θα 'ταν σωστό να στείλει και τα λοιπά! Πασοκιές!

Πασοκιές και τίποτε άλλο.

Τριάντα χρόνια έχουμε φάει στη μάπα έναν τρόπο «ανάλυσης» που έχουν επιβάλει στη δημοσιογραφική πιάτσα κυρίως γραμμητζήδες και παπαγαλάκια

άτινα ερμηνεύουν κάθε φορά τι ήθελε να πει ο Προφήτης, κάνουν τον δραγουμάνο του Βεζύρη (στέλνοντας στο μεταξύ το κύρος των εφημερίδων στα Τάρταρα) και πορευόμαστε από πασοκιά σε πασοκιά, σήμερα με τον κ. Προβόπουλο, χθες με τον κ. Παπουτσή και πάει λέγοντας.

Οχι! Το θέμα δεν είναι αν ο κ. Παπουτσής ερμήνευσε τον κ. Παπανδρέου καλύτερα από τον κ. Παπακωνσταντίνου ή ποιος νίκησε τον άλλον επικοινωνιακώς, ούτε αν το κόμμα μέσω Παπουτσή πίεσε την κυβέρνηση, ούτε τι λέει για όλα αυτά ο κ. Παμπούκης ή αν θα κάτσει ο πρωινός καφές στον λαιμό του κ. Πάγκαλου.

Ολα αυτά είναι απλώς πασοκιές.

Και δυστυχώς χρόνια τώρα με αυτές (γαλάζιες ή πράσινες πασοκιές) ασχολούνται ως επί το πλείστον να αναλύουν και να σχολιάζουν οι εφημερίδες.

.................................

Το έλλειμμα ήταν γνωστό και στους δύο, και στον Κωστάκη και στον Γιωργάκη. Ο κ. Προβόπουλος και προεκλογικώς και μετεκλογικώς με τα μισόλογά του στις δημόσιες τοποθετήσεις του παραπλάνησε τους Ελληνες. Το ίδιο παραπλανούσαν τους Ευρωπαίους και οι εναλλασσόμενες ελληνικές κυβερνήσεις.

Τώρα, αντί να δουν πώς θα ξελασπώσουν τη χώρα, αντί να διαμορφώσουν μια στρατηγική, έστω στο και πέντε, για το μέλλον, αντί να δώσουν μια προοπτική, ένα συνολικό σχέδιο στον λαό - να ξέρει γιατί αγωνίζεται,

απλώς τον ληστεύουν πάλι (για το καλό του), τον τρομοκρατούν (για να τον ληστεύουν ευκολότερα) και τον διχάζουν, στρέφοντας τα λαϊκά στρώματα το ένα εναντίον του άλλου για 100 ευρώ που δεν παίρνει ο ένας και παίρνει ο άλλος, ώστε να τον κρατούν ανίσχυρον

πολιτικό ανδράποδο και οικονομικό λάφυρο...

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2009

ΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΟΙ

Είναι αυτοί που δεν είναι πουθενά γραμμένοι.

Σε κανένα κατάστιχο. Τα χαρτιά τους, το μοναδικό τεκμήριο της ζωής τους που μπορεί να διαβαστεί, η μόνη γραπτή μαρτυρία της παρουσίας τους επί της γης, το μοναδικό ίχνος τους που μπορεί να διαβάσει ο νόμος, πολύ συχνά δεν αναγνωρίζονται ως έγκυρα είτε είναι χαμένα. Ο τρόμος μπροστά στην απουσία μιας βεβαίωσης, που να πιστοποιεί μια κάποια ταυτότητα, οδηγεί τους παράνομους μετανάστες σε μέρη κρυφά, μέρη που να μην τους εκθέτουν στο άγρυπνο και αδηφάγο μάτι του νόμου.

Μπορεί οι θεωρίες που διδάσκονται στα πανεπιστήμια να μιλούν για τον ξένο, για την κινητικότητα, για χαλαρά σύνορα ή και για μη σύνορα, στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης μηχανής που προχωρά με τους γνωστούς κανόνες της αγοράς προς ακόμα μεγαλύτερη κατανάλωση προϊόντων. Προϊόντων άχρηστων και διαρκώς ανακυκλούμενων στο όνομα της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας: Πάρτε κι άλλους υπολογιστές, να μη μείνει κανείς έξω από το νέο μοντέλο, την προχωρημένη τεχνολογία, έστω κι αν δεν προλαβαίνει να την ενσωματώσει, να την κατανοήσει, να την χρειαστεί.

Οι θεωρίες ωστόσο αυτές αδυνατούν να συλλάβουν τις τεράστιες δυσκολίες που συναντά στην πραγματικότητα τόσο η διακίνηση των ιδεών και των έργων όσο και αυτή των ανθρώπων σε έναν κόσμο όπου, ακόμα και όταν τα ορατά σύνορα μοιάζουν πιο χαλαρά, τα σύνορα των προκαταλήψεων και των συμφερόντων αντιστέκονται πεισματικά σε κάθε «παράνομη», εκτός προγράμματος, διείσδυση. Μια τέτοια αδυναμία ανάγνωσης της σκληρής πραγματικότητας οφείλεται στο ότι οι συγκεκριμένες θεωρίες εκφέρονται στη μεγάλη τους πλειονότητα από ανθρώπους που δεν μπορούν ή αρνούνται να συνδέσουν θεωρία και πράξη, που εξορίζουν από τον ορίζοντά τους το πολιτικό.

Αντιλαμβάνονται δηλαδή τα πράγματα έξω από το πλαίσιο εκείνο που τα κάνει να υπάρχουν. Και όταν λέω πολιτικό, δεν εννοώ την κανονιστική αντίληψη που αναδύεται από την τυπική κατανομή της εξουσίας ανάμεσα στα κόμματα, τα συνδικάτα, το κεφάλαιο, τα Μέσα και τους άλλους θεσμούς στα κοινοβουλευτικά καθεστώτα και πολύ λιγότερο αυτήν που χαρακτήριζε τα ολιστικά καθεστώτα του περασμένου αιώνα και τους σημερινούς συνεχιστές τους. Το πολιτικό, όπως το εννοώ, δεν αντιμετωπίζει τους παράνομους ως άλλη μία αφαίρεση.

Δεν είναι νούμερα οι παράνομοι, δεν είναι κατηγορία. Είναι οι «νεκρές ψυχές» για τις οποίες μίλησε στο αριστούργημά του ο Νικολάι Γκόγκολ στις συνθήκες του 21ου αιώνα. Είναι αυτοί στους οποίους οι σημερινές κοινωνίες, άλλες σε μεγαλύτερο και άλλες σε μικρότερο βαθμό, άλλες βάναυσα και άλλες πιο κομψά, αποδίδουν τη δυσανεξία των πολιτισμικών τους μοντέλων, την αλλοτρίωση του κοινωνικού τους ιστού, την αποξένωση της ζωής τους.

Πέρα από τις καθησυχαστικές ρητορικές περί ξένων, «ξενότητας», φιλοξενίας κ.λ.π., ο ξένος παραμένει ένα αίνιγμα, ένα πρόβλημα και μια πρόκληση. Ο εξορκισμός της δυσκολίας, η απάντηση στην πρόκληση δεν μπορεί να προέλθει από εύπεπτα συνθήματα, ηθικολογικά ευχολόγια, πλαδαρές γενικεύσεις. Ο σεβασμός στον κάθε ξένο θα έπρεπε μάλλον να ξεκινήσει από την κατανόηση ότι ακόμα και αν στερείται χαρτιών, δεν στερείται ταυτότητας. Εχει μια δική του ιδιαίτερη ιστορία, μια δική του προσωπικότητα, που τον διαχωρίζει όχι μόνο από τα μέλη της δικής μας κοινωνίας αλλά και από τους άλλους ξένους, αυτούς που συνήθως βλέπουμε με θετική είτε αρνητική διάθεση σαν μια μάζα. Δεν είναι ένας μαζάνθρωπος ο ξένος και μάλιστα ο «παράνομος» ξένος. Μοναδικός και ανεπανάληπτος σαν κάθε ανθρώπινο πλάσμα, ο ξένος αποτελεί μια συγκεκριμένη κάθε φορά οντότητα, που απαιτεί την κατανόηση όλων αυτών που τον κατανέμουν, τον κατατέμνουν, τον αφαιρούν.


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 24/11/09

Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Νάνος Βαλαωρίτης

η τέχνη είναι η έκφραση μιας υπαρξιακής ανησυχίας και αγωνίας δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά υπάρχουν διάφοροι τρόποι έκφρασης αυτής της αγωνίας, δεν είναι έτσι; Στην Κατοχή κατηγορούσαν τον Ελύτη ότι ήτανε ο ποιητής της Κυριακής, ότι δεν έγραφε για τα ανοσιουργήματα που γινόντουσαν και τη φρίκη που υπήρχε γύρω του. Μπορεί όμως να πει κανείς και το αντίθετο ακριβώς, ότι δηλαδή ήταν μια άμυνα εναντίον της στυγνής πραγματικότητος της εποχής το να γράφει έτσι. Αυτό δικαιώθηκε, διότι το κοινό αυτό ήθελε, να ξεφύγει, να βρει τρόπο να αναπνεύσει. Και η τέχνη δεν παίζει μόνο το ρόλο της κάθαρσης, όπως λέει ο Αριστοτέλης μιλώντας για την τραγωδία. Η κάθαρση μπορεί να έρθει με διάφορους τρόπους και αναλόγως τον ποιητή. Υπάρχουν ποιητές οι οποίοι καταφέρνουν να το κάνουν αυτό συνδυάζοντας, ας πούμε, τη δυστυχία με την έκσταση, ιδίως αριστεροί που τους ονομάζω μετα-αποικιακούς διότι αντανακλούν την κατάσταση στην Ελλάδα - όπως ο Ρίτσος και ο Τάσος Λειβαδίτης για παράδειγμα. Αλλά υπάρχουν και άλλοι, όπως ο Σεφέρης, που δίνουν την ιστορική αγωνία. Είναι ένα δράμα ιστορικό η ποίηση του Σεφέρη, δεν χάνει όμως την υποκειμενικότητά της, δεν γίνεται ένα ψυχρό πράγμα, αντικειμενικό, συμμετέχει κι ο αναγνώστης στο δράμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι και ο πιο σοβαρός ποιητής δεν παίζει. Παίζει και ο Σεφέρης με τις λέξεις, με τις φράσεις. Άλλωστε το πρώτο του βιβλίο, «Η στροφή», κατάγεται από τους λεγόμενους «φανταιζίστ» ποιητές. Βλέπετε τι θέλω να πω; Είναι όλα αυτά συνδυασμένα, δεν μπορούμε να τα ξεχωρίσωμε. Οι λέξεις του Σεφέρη έχουν βάρος, ο Ελύτης όμως δεν το είπε ποτέ αυτό: «οι λέξεις μου έχουν ελαφράδα» δήλωνε, ανεβαίνουν, ενώ στον Σεφέρη βουλιάζουν… Είναι απλώς διαφορετική προοπτική στη γλώσσα επάνω…


Από την "Αυγή"
του Σταμάτη Μαυροειδή 23/11/09

Ο ΚΑΙΡΟΣ

"Η θα πάμε απ' τον ιό της γρίπης ή απ' τον υιό του Αντρέα

Ο ΚΑΙΡΟΣ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ

"Λεφτά υπάρχουν, τα λεφτά υπάρχουν, υπάρχουν τα λεφτά"
σε όλες τις εκδόσεις από τον Γιωργάκη, κατά τη προεκλογική περίοδο..
Τώρα γιατί όλοι εμείς το ξέραμε ότι δεν υπάρχουν...

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

Η ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΗ ΠΕΤΡΑ

Μίλα.
Πὲς κάτι, ὁτιδήποτε.
Μόνο μὴ στέκεις σὰν ἀτσάλινη ἀπουσία.
Διάλεξε ἔστω κάποια λέξη,
ποὺ νὰ σὲ δένει πιὸ σφιχτὰ
μὲ τὴν ἀοριστία.
Πές:
«ἄδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πές:
«θὰ δοῦμε»,
«ἀστάθμητο»,
«βάρος».
Ὑπάρχουν τόσες λέξεις ποὺ ὀνειρεύονται
μιὰ σύντομη, ἄδετη, ζωὴ μὲ τὴ φωνή σου.


Από τη "περιφραστική πέτρα" της Δημουλά

ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ

Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός, κανονικής βροχής.

Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μού’ μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.

Και κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα νά’ ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.


ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

Βob Dylan