Σάββατο 25 Ιουλίου 2015

Προφητικός Κύρκος - Του Νίκου Μπίστη

Ο Λεωνίδας Κύρκος κατείχε την τέχνη του προβλέπειν. Αυτό δεν του χάρισε ψήφους αλλά σε συνδυασμό με τη στάση μιας ολόκληρης ζωής τού εξασφάλισε μια θέση στην Ιστορία του τόπου. Τον πρωτοσυνάντησα το 1982 όταν μαζι με άλλους συντρόφους σπάσαμε το εμπάργκο του κόμματος απέναντι στον εμβληματικό ηγέτη των «αναθεωρητών». Αυτή η συνάντηση μας εξασφάλισε -μάλλον επιτάχυνε- μια διαγραφή. Άξιζε τον κόπο.

Αυτό που με συγκλόνισε, γιατί επιβεβαιώθηκε μέχρι κεραίας, ήταν η πρόβλεψή του για τη Σοβιετική Ένωση. Η περίληψη της ολονύκτιας συζήτησης: «Η λύση στην ΕΣΣΔ θα έρθει μέσα από το κόμμα, κάποιος φωτισμένος άνθρωπος θα βρεθεί να πει "δεν πάει άλλο". Αλλά είναι ήδη πολύ αργά. Ο κόσμος δεν θα ακολουθήσει, ξεκίνησε μια φορά με ενθουσιασμό, έδωσε δεύτερη ευκαιρία με τον Κρουτσόφ, τώρα δεν πιστεύει στη δυνατότητα ανανέωσης του σοσιαλισμού. Και όταν σηκωθεί το καπάκι, θα δούμε πράγματα που δεν μπορούμε τώρα να τα φανταστούμε. Οι απομακρυσμένες Σοβιετικές Δημοκρατίες θα επηρεαστούν από το Ισλάμ και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα τρέξουν προς τη Δύση». Σήμερα αυτά ακούγονται πολύ φυσιολογικά. Όμως, 33 χρόνια πριν, από το στόμα ενός κομμουνιστή, ο οποίος μεγάλωσε με την Οκτωβριανή επανάσταση, το Στάλιγκραντ και το όραμα ενός καλύτερου κόσμου που θα αντικαταστήσει τον άδικο και άνισο, ήσαν προφητικά, κυρίως στη λεπτομέρειά τους. Ο Κύρκος τραβούσε τη διαπίστωση του Μπερλίνγκουερ για την «εξάντληση της προωθητικής δύναμης της Οκτωβριανής Επανάστασης» στα άκρα, έβλεπε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Άλμα 26 ετών. 2008 και μια παρέα απο παλιούς κνίτες και ρηγάδες που ανακαλύψαμε, άλλος νωρίτερα άλλος αργότερα, την κρυφή γοητεία της σοσιαλδημοκρατίας και στηρίξαμε σταθερά τον Κώστα Σημίτη, συζητάμε με τον Λεωνίδα στο σπίτι του στην Καλλιδρομίου. Εμείς βυθισμένοι στα παρόντα της εποχής, ο Κύρκος με τον τρόπο του προβλέπει τα μέλλοντα. Ο Καραμανλής καταρρέει αφού επιβάρυνε την οικονομία και το Δημόσιο, ο Παπανδρέου έρχεται χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει το ναρκοπέδιο στο οποίο μπαίνει. Η απαισιοδοξία είναι διάχυτη στην παρέα και ο Λεωνίδας προβλέπει και πάλι: «Η απαξίωση της Μεταπολίτευσης και συλλήβδην του πολιτικού προσωπικού, θα πληρωθεί πανάκριβα. Έρχεται μεγάλη κρίση και αν αποσταθεροποιηθεί η λαβή από την οποία κρατιόμαστε 35 χρόνια, θα δούμε πράγματα που δεν μπορούμε να φανταστούμε, με πρώτο την ενίσχυση των άκρων. Φοβάμαι ότι θα αμφισβητηθεί και η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας». Ο Λεωνίδας έφυγε τρία χρόνια μετά, τον Αύγουστο του 2011. Η κρίση είχε ξεσπάσει αλλά οι ψευδαισθήσεις ήσαν ακόμα πανίσχυρες. Όσοι είχαν πιάσει σειρά στην άσκηση ή τη διεκδίκηση της εξουσίας, αντί να καλέσουν σε εγρήγορση και πανστρατιά ώστε να γίνουν με τη μεγαλύτερη συναίνεση και το μικρότερο κοινωνικό κόστος οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, έπαιζαν πολιτικό «μουτζούρη» και φόρτωναν την ευθύνη στους προηγούμενους. Με την ασυλλόγιστη ισοπέδωση των πάντων, πριόνιζαν το κλαδί της μεταπολίτευσης που επάνω του καθόμασταν όλοι και έδωσαν την ευκαιρία να αναδυθούν στην επιφάνεια τα άνθη του κακού, μέτριοι, ανήμποροι, γραφικοί και ασυνάρτητοι. Με δυο λόγια αυτό που ζούμε σήμερα. 

Ευτυχώς δεν πρόλαβε να δει τους νεοναζί να μπαίνουν στη Βουλή και την Αριστερά στην οποία αφιέρωσε τη ζωή του, να αμφισβητεί το έργο της ζωής του: τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας και της Αριστεράς που αυτός εκπροσωπούσε.

Αυτός έφυγε νωρίς και το έργο της ανάταξης της χώρας και της διαμόρφωσης μιας μεγάλης μεταρρυθμιστικής παράταξης έχει περάσει σε άλλα χέρια. Αν κάτι πρέπει οπωσδήποτε να κρατήσουμε από τον Κύρκο, εκτός από την αποκήρυξη της βίας ως μέσου πολιτικής πάλης, είναι η έφεσή του σε υπερβάσεις και η προσήλωσή του σε πανδημοκρατικές συμπαρατάξεις όταν η πατρίδα και η Δημοκρατία κινδύνευαν. Και όπως πολλοί από εμάς σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος πιστεύουμε, έτσι και ο Λεωνίδας ήταν από τους πρώτους που συνέδεσε το μέλλον της χώρας και της Δημοκρατίας μας με την Ενωμένη Ευρώπη. Αυτή η χειρολαβή κρατιέται σήμερα από μια κλωστή.

Για να μην πάθουμε ανεπανόρθωτη ζημιά πρέπει όλοι να κάνουν τις δικές τους υπερβάσεις και να συγκροτήσουν την πλατιά συμμαχία που θα σταθεροποιήσει τη χώρα στον πολιτικό και οικονομικό χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όλα τα άλλα είναι ασκήσεις επί χάρτου και έκρηξη υποκειμενισμών μικρού βεληνεκούς.


Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

Γράμμα στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα

Γιώργος Παγουλάτος* ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΣ* 

Κ​​ύριε Πρωθυπουργέ, Σας γράφω με μια αίσθηση μεγαλύτερης οικειότητας από ό,τι στο παρελθόν. Ισως γιατί ανήκω σε εκείνους που είχαν κατανοήσει από το 2010 αυτό που εσείς συνειδητοποιήσατε μετά την αγωνιώδη νύχτα της 5ης Ιουλίου: ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Εσείς το ονομάσατε εκβιασμό, εμείς το είδαμε σαν αναγκαία προσαρμογή της οικονομίας και αναπόφευκτο τίμημα για τη συμμετοχή μας στο ευρώ.

Εχετε μπροστά σας ένα βαρύτατο πρόγραμμα προς τελική συμφωνία. Θα ήταν πολύ ελαφρύτερο εάν δεν είχατε σπαταλήσει έξι μήνες σε μιαν αλλοπρόσαλλη διαπραγμάτευση, που μας οδήγησε τελικά σε πολύ χειρότερους όρους, από πολύ πιο αδύναμη θέση. Οι χειρισμοί Φεβρουαρίου - Ιουνίου έχουν ως αποτέλεσμα το 2015, αντί για ανάπτυξη 2,9% και πρωτογενές πλεόνασμα όπως προβλεπόταν, να είμαστε ξανά σε ύφεση που μπορεί να φτάσει το -4% και νέο πρωτογενές έλλειμμα. Μόνο η τραπεζική αργία και τα capital controls του μοιραίου δημοψηφίσματος πρόσθεσαν άλλα 25 δισ. χρηματοδοτικών αναγκών, αυξάνοντας την εξάρτησή μας από εταίρους και δανειστές. Ελπίζω τα στελέχη σας να έχουν πια κατανοήσει ότι η ρήξη με την πραγματικότητα κοστίζει ακριβά.

Παρά τις ευθύνες σας για την καταστροφική αυτή έκβαση, που φέρει τη σφραγίδα του πρώην υπουργού σας των Οικονομικών, βρήκατε ωστόσο το θάρρος, την ύστατη στιγμή, να λειτουργήσετε ως υπεύθυνος πρωθυπουργός. Συγκρουστήκατε με το κόμμα σας για να σώσετε τη χώρα.
Κάνατε το γενναίο βήμα να αποτρέψετε την ασύντακτη χρεοκοπία και το Grexit. Τώρα όμως πρέπει με κάθε τρόπο να εμποδίσετε τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα μας οδηγήσουν ξανά στο ίδιο σημείο λίγους μήνες αργότερα. Δεν πειράζει που δεν πιστεύετε στη συμφωνία που υπογράψατε. Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα ηγετών που ωφέλησαν τη χώρα τους κάνοντας όχι αυτό που η ιδεολογία τους επέτασσε, αλλά αυτό που ήταν αναγκαίο. Εφαρμόστε το πρόγραμμα με αφοσίωση και επαγγελματισμό κι ας μην πιστεύετε σε αυτό.

Πάρτε πάνω σας την υλοποίηση. Στηρίξτε το με τα πολιτικά ταλέντα σας. Εξηγήστε τα πλεονεκτήματα των μεταρρυθμίσεων, για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού, την καλύτερη λειτουργία των αγορών, την προοδευτικότερη κατανομή των βαρών, την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης. Μόνο αν δουλέψετε για το πρόγραμμα υπάρχει η ελπίδα το πρόγραμμα να δουλέψει για εσάς. Αλλιώς θα επιβεβαιώσετε όσους προεξοφλούν την αποτυχία του. Θα είναι το πολιτικό σας τέλος και η αρχή μιας ολέθριας περιπέτειας της χώρας εκτός ευρώ. Αν το πρόγραμμα αποτύχει, άλλη ευκαιρία δεν θα υπάρξει. Η αποτυχία του θα καταπιεί τη χώρα κι εσάς μαζί.

Αλλάξτε γλώσσα, κ. Πρωθυπουργέ. Πείτε στα στελέχη σας να εγκαταλείψουν το χοντροκομμένο λεξιλόγιο της εφηβικής Αριστεράς: «πραξικόπημα», «εκβιασμός», «ταπείνωση», «τρομοκρατία». Αυτή η γλώσσα συνενώνει τα άκρα, μαζεύει ψήφους για το λόμπι της δραχμής. Στέλνει παντού το μήνυμα ότι θα υπονομεύσετε την υλοποίηση. Αν είστε με την Ευρώπη, δεν μπορείτε να βρίζετε τους ηγέτες της. Αν είστε με το ευρώ, δεν μπορείτε να το εμφανίζετε ως προϊόν εκβιασμού. Και επιτέλους, ας σοβαρευτούμε: δεν έφταιγε η Ευρώπη που εσείς ήρθατε με υπερφίαλες προσδοκίες ή που ο Βαρουφάκης τα τίναξε όλα στον αέρα. Ούτε η δημοκρατία ταυτίζεται με ψευδεπίγραφα δημοψηφίσματα –αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχουμε, δηλαδή η κυβέρνηση διαμεσολαβεί, ερμηνεύει εντολή, παίρνει την ευθύνη. Μην τους αφήνετε να αναπαράγουν τις εισαγόμενες ανοησίες περί «πραξικοπήματος», γιατί το μόνο πραξικόπημα που είδαμε ήταν αυτό που προετοίμαζε η Αριστερή Πλατφόρμα.

Ο μόνος τρόπος να πετύχει το πρόγραμμα είναι να εμπνεύσετε εμπιστοσύνη. Στους εταίρους, στις αγορές, στους επενδυτές, στους καταθέτες. Θα είναι τιτάνια η προσπάθεια. Οσοι επένδυσαν στην Ελλάδα κάηκαν. Τα capital controls δυσχεραίνουν ή διαλύουν κάθε σοβαρή επιχείρηση που συναλλάσσεται με το εξωτερικό. Αυτές είναι οι εταιρείες που θα αυξήσουν την παραγωγικότητα, θα φτιάξουν καλές θέσεις εργασίας. Start-ups και εξαγωγικές επιχειρήσεις, που πάλεψαν με θηρία για να φτιαχτούν και να μείνουν ζωντανές, τώρα δεν μπορούν να πάρουν εγγυητικές επιστολές, δεν μπορούν να πληρώσουν παραγγελίες, χάνουν προμηθευτές, μένουν χωρίς πρώτες ύλες, αποβάλλονται από δίκτυα, εγκαταλείπονται από πελάτες. Απολύουν εργαζομένους ή τους στέλνουν σε αργία. Αν είχατε βρει συνεργάτες λιγότερο απορροφημένους με τον εαυτό τους και με τις θεωρητικές τους κατασκευές, θα σας είχαν προειδοποιήσει εγκαίρως. Δουλέψτε τώρα για να το αντιστρέψετε.
Πείτε στον κόσμο σας, δεν είμαστε σε πόλεμο με τη Γερμανία. Εχουμε διαφορετικά συμφέροντα, αλλά συνυπάρχουμε σε μια κοινή Ευρώπη, όπου όλοι έχουν παραιτηθεί από ένα βαθμό εθνικής κυριαρχίας για να απολαμβάνουμε τα κοινά οφέλη. Είμαστε σε μια οικειοθελή ένωση, με κανόνες, υποχρεώσεις, δεσμεύσεις, αμοιβαιότητα, όπου οι πράξεις μας έχουν συνέπειες. Δεν είμαστε αποικία χρέους και λοιπές ανοησίες, είμαστε μια υπερχρεωμένη χώρα που διαπραγματεύεται με τους πιστωτές και εταίρους της μια καλύτερη συμφωνία. Δεν είναι η Βάρκιζα. Δεν είναι ο Γοργοπόταμος. Δεν είναι η Αλαμάνα. Αρκετά με το έπος της αντίστασης. Αρκετά με την κουλτούρα της θυματοποίησης, που αναπαράγει μια κοινωνία παραιτημένη, θυμωμένη, διαμαρτυρόμενη, τοξική. Αναδείξτε ένα αφήγημα σύγχρονης Αριστεράς: εξωστρέφειας, εθνικής δημιουργίας, παραγωγικής ανασυγκρότησης. Μπείτε μπροστά σε μια εκστρατεία εθνικής αυτογνωσίας και ωρίμανσης.

Τις τελευταίες δύο βδομάδες, δείξατε αντανακλαστικά υπεύθυνου πρωθυπουργού. Τώρα πρέπει και να ηγηθείτε.
* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

«Κάθε πραγματικότης μού ήταν αποκρουστική»

Home

Το τελευταίο σημείωμα του Κώστα Καρυωτάκη

—της Ελένης Κεχαγιόγλου—
"Ωρισμένως, κάποτε,
όταν μου δοθεί η ευκαιρία,
θα γράψω τις εντυπώσεις
ενός πνιγμένου"
                                      Ο Κώστας Καρυωτάκης από τον Νίκο Καστανάκη

Ο Κώστας Καρυωτάκης ήταν αποφασισμένος να πεθάνει — περιπαίζοντας ίσως και τον εαυτό του που, έναν χρόνο νωρίτερα, στο ποίημά του «Ιδανικοί Αυτόχειρες», έγραφε: «“όλα τελείωσαν” ψιθυρίζουν “τώρα”, / πως θ’ αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος»· εκείνος, όμως, όχι — δεν ανέβαλε. Στις 20 Ιουλίου 1928 απέτυχε μεν να δώσει τέλος στη ζωή του διά του πνιγμού, αλλά την επομένη, γύρω στη μία το μεσημέρι, ντυμένος με το γαλλικό κοστούμι του και φορώντας γραβάτα και το ψαθάκι του, εμφανίζεται στο οπλοπωλείο «Αναγνωστοπούλου» και αγοράζει ένα πιστόλι· λίγο αργότερα, επιστρέφει στο κατάστημα, διαμαρτύρεται ότι το πιστόλι δεν λειτουργεί· του εξηγούν ότι δεν είναι προβληματικό — έπρεπε απλώς να απασφαλιστεί… Κατά τις δύο το μεσημέρι πηγαίνει στο καφενεδάκι «Ουράνιος Κήπος» (η ζωή γράφει πάντοτε τα καλύτερα σενάρια), πίνει τον καφέ του (άλλοι λένε: τη βυσσινάδα του), ζητάει χαρτί από τον καταστηματάρχη, καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και γράφει το τελευταίο του σημείωμα. Ύστερα από περίπου τρεις ώρες, περπατά κάπου 400 μέτρα, φτάνει στην τοποθεσία «Άγιος Σπυρίδωνας», ξαπλώνει κάτω από έναν ευκάλυπτο και αυτοπυροβολείται στην καρδιά, αφήνοντας ανέπαφο το ωραίο πρόσωπό του. Στο σημείο εκείνο, υπάρχει σήμερα μια πινακίδα που φανερώνει την ανθρώπινη αμηχανία να πει τον θάνατο «θάνατο», αλλά και ερμηνεύει με τον λιτό της τρόπο την απόφαση του αυτόχειρα: «Εδώ, στις 21 Ιουλίου 1928, βρήκε τη γαλήνη με μια σφαίρα στην καρδιά ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης».

 
17063-016800_0907212121_0
Ωστόσο, στο σημείωμα που επιμελώς φρόντισε να έχει επάνω του (στο οποίο μάλιστα υποδεικνύει ποιος συγκεκριμένος συγγενής του να ειδοποιηθεί), ο Καρυωτάκης επιλέγει να χρησιμοποιήσει το ρήμα «πληρώνω», αντιμετωπίζοντας την αυτοχειρία (τον «ατιμωτικό θάνατο», όπως γράφει) ως τιμωρία ή ως πράξη θυσίας, με τον τρόπο που οι Πρωτόπλαστοι τιμωρήθηκαν ή θυσίασαν τον Παράδεισό τους για να γευτούν, πάντως, το μήλο της γνώσης: «Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία». Και η φράση αυτή, με κάποιο τρόπο, συμπυκνώνει, θαρρείς, την ελληνική μελαγχολία του μεσοπολέμου — αλλά και την προσωπική τραγωδία (και απελπισμένη διαμαρτυρία) ενός ανθρώπου που, διανοούμενος και επαναστάστης στο μυαλό του, δεν κατάφερε να απαλλαγεί από την αβάσταχτη υποχρέωση να χωρά στο πληκτικό μικροαστικό κοστούμι του δημοσίου υπαλλήλου.
ΙΔΑΝΙΚΟΙ ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ
Γυρίζουν τα κλειδιά στην πόρτα, παίρνουν
τα παλιά, φυλαγμένα γράμματά τους,
διαβάζουν ήσυχα, κι έπειτα σέρνουν
για τελευταία φορά τα βήματά τους.
Ήταν η ζωή τους, λένε, τραγωδία.

Θεέ μου, το φρικτό γέλιο των ανθρώπων,
τα δάκρυα, ο ιδρώς, η νοσταλγία
των ουρανών, η ερημία των τόπων.

Στέκονται στο παράθυρο, κοιτάνε
τα δέντρα, τα παιδιά, πέρα τη φύση,
τους μαρμαράδες που σφυροκοπάνε,
τον ήλιο που για πάντα θέλει δύσει.

Όλα τελείωσαν. Το σημείωμα να το,
σύντομο, απλό, βαθύ, καθώς ταιριάζει,
αδιαφορία, συγχώρηση γεμάτο
για κείνον που θα κλαίει και θα διαβάζει.

Βλέπουν τον καθρέπτη, βλέπουν την ώρα,
ρωτούν αν είναι τρέλα τάχα ή λάθος,
«όλα τελείωσαν» ψιθυρίζουν «τώρα»,
πως θ’ αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος.
(Από τη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες, 1927)

Το τελευταίο σημείωμα του Κώστα Καρυωτάκη

—της Ελένης Κεχαγιόγλου—
«Ωρισμένως, κάποτε,
όταν μου δοθεί η ευκαιρία,
θα γράψω τις εντυπώσεις
ενός πνιγμένου»
Ο Κώστας Καρυωτάκης από τον Νίκο Καστανάκη
Ο Κώστας Καρυωτάκης από τον Νίκο Καστανάκη
Ο Κώστας Καρυωτάκης ήταν αποφασισμένος να πεθάνει — περιπαίζοντας ίσως και τον εαυτό του που, έναν χρόνο νωρίτερα, στο ποίημά του «Ιδανικοί Αυτόχειρες», έγραφε: «“όλα τελείωσαν” ψιθυρίζουν “τώρα”, / πως θ’ αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος»· εκείνος, όμως, όχι — δεν ανέβαλε. Στις 20 Ιουλίου 1928 απέτυχε μεν να δώσει τέλος στη ζωή του διά του πνιγμού, αλλά την επομένη, γύρω στη μία το μεσημέρι, ντυμένος με το γαλλικό κοστούμι του και φορώντας γραβάτα και το ψαθάκι του, εμφανίζεται στο οπλοπωλείο «Αναγνωστοπούλου» και αγοράζει ένα πιστόλι· λίγο αργότερα, επιστρέφει στο κατάστημα, διαμαρτύρεται ότι το πιστόλι δεν λειτουργεί· του εξηγούν ότι δεν είναι προβληματικό — έπρεπε απλώς να απασφαλιστεί… Κατά τις δύο το μεσημέρι πηγαίνει στο καφενεδάκι «Ουράνιος Κήπος» (η ζωή γράφει πάντοτε τα καλύτερα σενάρια), πίνει τον καφέ του (άλλοι λένε: τη βυσσινάδα του), ζητάει χαρτί από τον καταστηματάρχη, καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και γράφει το τελευταίο του σημείωμα. Ύστερα από περίπου τρεις ώρες, περπατά κάπου 400 μέτρα, φτάνει στην τοποθεσία «Άγιος Σπυρίδωνας», ξαπλώνει κάτω από έναν ευκάλυπτο και αυτοπυροβολείται στην καρδιά, αφήνοντας ανέπαφο το ωραίο πρόσωπό του. Στο σημείο εκείνο, υπάρχει σήμερα μια πινακίδα που φανερώνει την ανθρώπινη αμηχανία να πει τον θάνατο «θάνατο», αλλά και ερμηνεύει με τον λιτό της τρόπο την απόφαση του αυτόχειρα: «Εδώ, στις 21 Ιουλίου 1928, βρήκε τη γαλήνη με μια σφαίρα στην καρδιά ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης».
17063-016800_0907212121_0
Ωστόσο, στο σημείωμα που επιμελώς φρόντισε να έχει επάνω του (στο οποίο μάλιστα υποδεικνύει ποιος συγκεκριμένος συγγενής του να ειδοποιηθεί), ο Καρυωτάκης επιλέγει να χρησιμοποιήσει το ρήμα «πληρώνω», αντιμετωπίζοντας την αυτοχειρία (τον «ατιμωτικό θάνατο», όπως γράφει) ως τιμωρία ή ως πράξη θυσίας, με τον τρόπο που οι Πρωτόπλαστοι τιμωρήθηκαν ή θυσίασαν τον Παράδεισό τους για να γευτούν, πάντως, το μήλο της γνώσης: «Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία». Και η φράση αυτή, με κάποιο τρόπο, συμπυκνώνει, θαρρείς, την ελληνική μελαγχολία του μεσοπολέμου — αλλά και την προσωπική τραγωδία (και απελπισμένη διαμαρτυρία) ενός ανθρώπου που, διανοούμενος και επαναστάστης στο μυαλό του, δεν κατάφερε να απαλλαγεί από την αβάσταχτη υποχρέωση να χωρά στο πληκτικό μικροαστικό κοστούμι του δημοσίου υπαλλήλου.
ΙΔΑΝΙΚΟΙ ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ
Γυρίζουν τα κλειδιά στην πόρτα, παίρνουν
τα παλιά, φυλαγμένα γράμματά τους,
διαβάζουν ήσυχα, κι έπειτα σέρνουν
για τελευταία φορά τα βήματά τους.
Ήταν η ζωή τους, λένε, τραγωδία.
Θεέ μου, το φρικτό γέλιο των ανθρώπων,
τα δάκρυα, ο ιδρώς, η νοσταλγία
των ουρανών, η ερημία των τόπων.
Στέκονται στο παράθυρο, κοιτάνε
τα δέντρα, τα παιδιά, πέρα τη φύση,
τους μαρμαράδες που σφυροκοπάνε,
τον ήλιο που για πάντα θέλει δύσει.
Όλα τελείωσαν. Το σημείωμα να το,
σύντομο, απλό, βαθύ, καθώς ταιριάζει,
αδιαφορία, συγχώρηση γεμάτο
για κείνον που θα κλαίει και θα διαβάζει.
Βλέπουν τον καθρέπτη, βλέπουν την ώρα,
ρωτούν αν είναι τρέλα τάχα ή λάθος,
«όλα τελείωσαν» ψιθυρίζουν «τώρα»,
πως θ’ αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος.
(Από τη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες, 1927)

Scan0055Σιφυλιδικός, κλινικά καταθλιπτικός, ανίκανος να αγαπήσει — πολύ μελάνι έχει χυθεί για το ψυχολογικό πορτρέτο του ιδανικού αυτόχειρα Kώστα Καρυωτάκη  (30 Οκτωβρίου 1896 – 21 Ιουλίου 1928), του μικρού το δέμας και του πλήρους πάθους λογοτέχνη, του ποιητή που αγάπησε τους καταραμένους Γάλλους, αλλά δεν κατάφερε να αρνηθεί, όπως εκείνοι, τις κοινωνικές συμβάσεις, ο οποίος από τα 32 μόλις χρόνια που έζησε, τα μισά (ήδη από τα 16 του) δημοσίευε ποιήματα. Κορυφαία μορφή του αθηναϊκού νεορομαντισμού, πρωτοποριακός ποιητής, αλλά και πεζογράφος και μεταφραστής (δείτε, εδώ, τα Άπαντά του — ή, ακόμη καλύτερα, αναζητήστε την πλέον αξιόπιστη έκδοση Άπαντα τα ευρισκόμενα, επιμ. Γ. Π. Σαββίδης, Ερμής 1984), σε ολόκληρη τη ζωή του δεν έπαψε επίσης ποτέ να ασχολείται με τη σκιτσογραφία. Κι ακόμη, λες και επιχειρούσε να ισορροπήσει το «πολλαπλό του είδωλο», τη χρονιά που κυκλοφόρησε την πρώτη ποιητική συλλογή του Ο πόνος του ανθρώπου και των
πραγμάτων (1919) εξέδωσε, μαζί με τον φίλο του Άγη Λεβέντη, και το σατιρικό περιοδικό Γάμπα, το οποίο γνώρισε μεν επιτυχία αλλά δεν έμελλε να διαφύγει της προσοχής της λογοκρισίας (που θα το απαγόρευε ως άσεμνο) παρά μόνο για έξι τεύχη, ενώ το 1921 που εξέδωσε τη δεύτερη ποιητική συλλογή του Νηπενθή, έγραψε μαζί με τον Σακελλαριάδη τη θεατρική επιθεώρηση Πελ-Μελ, η οποία δεν επρόκειτο να παρασταθεί ποτέ. Το 1927 δημοσίευσε την τρίτη και τελευταία ποιητική συλλογή του Ελεγεία και Σάτιρες· την επόμενη χρονιά, μετατίθεται δυσμενώς (λόγω της συνδικαλιστικής του δράσης) στον τελευταίο τόπο κατοικίας του: την Πρέβεζα.
Το τελευταίο του σημείωμα, το είχε «προοικονομήσει», το είχε ήδη περιγράψει, στους «Ιδανικούς Αυτόχειρες», την προηγούμενη του θανάτου του χρονιά: «σύντομο, απλό, βαθύ, καθώς ταιριάζει,/ αδιαφορία, συγχώρηση γεμάτο / για κείνον που θα κλαίει και θα διαβάζει». Και ταυτόχρονα, το ΥΓ του πραγματικού τελευταίου αυτού σημειώματος λες και εκφράζει την ανάγκη του να συνδεθεί με τη ζωή, παρόλο που πορευόταν στον δρόμο δίχως επιστροφή του αυτόχειρα (δεδομένου ότι είχε αποφασίσει τρόπο που δεν άφηνε περιθώριο αποτυχίας)· το ΥΓ αυτό ξεκινά: «Και για ν’ αλλάξουμε τόνο», με το ύφος χαλαρής καθημερινής κουβέντας. Και κλείνει με φλεγματικό χιούμορ υψηλής αξίας: «Ορισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου».
Ο Τέλλος Άγρας, επιχειρώντας να εξηγήσει τη ροπή του Καρυωτάκη προς τη σάτιρα στην τελευταία του συλλογή, είχε γράψει: «Ποιο συναίσθημα περιμένει τον άνθρωπο, αν εξακολουθήσει να ζει και δεν συντριβεί, ύστερα απ’ την απογοήτευση την πλέον οριστική; Η σάτιρα». Ο Καρυωτάκης, με το τελευταίο του σημείωμα, σαν να του απαντά, αφοπλιστικά, από τον τάφο: η διακωμώδηση, η παρώδηση, η ειρωνεία, ο σαρκασμός και ο αυτοσαρκασμός είναι τρόπος να ζεις και να πεθαίνεις — αν και τίποτα δεν είναι οριστικό…
[ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ]
Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερό μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη περιέργειά μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθειά μου να πληροφορηθώ για όλες τις συγκινήσεις, χωρίς τις περσότερες, να μπορώ να τις αισθανθώ. Τη χυδαία όμως πράξη που μου αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρά της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι’ αυτό. Κάθε πραγματικότης μού ήταν αποκρουστική.
Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή εθεώρησαν την ύπαρξη τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες. Σ’ αυτούς απευθύνομαι.
Αφού εδοκίμασα όλες τις χαρές !!! είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ήμουν άρρωστος.
Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέσει την οικογένειά μου, στο θείο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας.
Κ.Γ.Κ. 
[Υ.Γ.] Και για ν’ αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να αυτοκτονήσουν διά θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ήπια άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια. Ορισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου. 
Κ.Γ.Κ.
Αυτοπροσωπογραφία
Αυτοπροσωπογραφία
* * *
ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΣΤΟΥΣ ΑΔΟΞΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ
Από θεούς κι ανθρώπους μισημένοι,
σαν άρχοντες που εξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται οι Βερλαίν· τους απομένει
πλούτος η ρίμα πλούσια και αργυρή.

Οι Ουγκό με «Τιμωρίες» την τρομερή
των Ολυμπίων εκδίκηση μεθούνε.
Μα εγώ θα γράψω μια λυπητερή μπαλάντα
στους ποιητές άδοξοι που ’ναι.
Αν έζησαν οι Πόε δυστυχισμένοι,
και αν οι Μπωντλαίρ εζήσανε νεκροί,
η Αθανασία τούς είναι χαρισμένη.

Κανένας όμως δεν ανιστορεί
και το έρεβος εσκέπασε βαρύ
τους στιχουργούς που ανάξια στιχουργούνε.
Μα εγώ σαν προσφορά κάνω ιερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που ’ναι.

Του κόσμου η καταφρόνια τούς βαραίνει
κι αυτοί περνούνε αλύγιστοι και ωχροί,
στην τραγική απάτη τους δοσμένοι
που κάπου πέρα η Δόξα καρτερεί,
παρθένα βαθυστόχαστα ιλαρή.

Μα ξέροντας πως όλοι τους ξεχνούνε,
νοσταλγικά εγώ κλαίω τη θλιβερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που ’ναι.

Και κάποτε οι μελλούμενοι καιροί:
«Ποιος άδοξος ποιητής» θέλω να πούνε
«την έγραψε μιαν έτσι πενιχρή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που ’ναι;»
(Από τη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες, 1927)


 http://dimartblog.com


Η λατρεία της φλυαρίας

Τάκης Θεοδωρόπουλος ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ 

Η ​​λατρεία της φλυαρίας, από την αρχαία Αγορά ώς τα καφενεία και τα τηλεοπτικά πάνελ, είναι μία από τις γοητευτικότερες σταθερές του ελληνισμού. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως οι Αθηναίοι επινόησαν τη δημοκρατία για να βολέψουν την ακαταμάχητη τάση τους για φλυαρία, τη συνεχή παραγωγή πληθωριστικού λόγου άνευ αντικρίσματος. Το επισημαίνει εξάλλου και ο Περικλής όταν, στον Επιτάφιο, λέει πως οι δικοί μας λόγοι αντιστοιχούν σε έργα, για να αναδείξει το «δέον» μιας πραγματικότητας η οποία δυσκολευόταν να το αναγνωρίσει. Τη λατρεία αυτή εμπορεύτηκαν επιτυχώς οι Ελληνες στον καιρό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενδεχομένως δε ο ιός αυτής της φλυαρίας να επέτρεψε στην ελληνική γλώσσα να μη σταματήσει να μιλιέται για τόσους αιώνες και μετά από τόσες ιστορικές τομές και ανατροπές.

Ηδη διακρίνω τις αντιδράσεις πολλών ορθοδόξων αναγνωστών μου. Αυτήν τη φορά ακονίζουν τα επιχειρήματά τους για να κατατροπώσουν την ελαφρότητά μου και την παιγνιώδη διάθεση εν μέσω της νέας εθνικής τραγωδίας. Σε επόμενο σημείωμά μου υπόσχομαι να ασχοληθώ με τα ρίγη ενθουσιασμού που προξενεί στον κοινωνικό κορμό η αντίληψη ότι συμμετέχει στο εθνικό μας άθλημα, την τραγωδία. Προς το παρόν, παραμένω στο καθεστώς της φλυαρίας.

Από τον οδηγό ταξί που θεωρεί ότι περίμενε τον πελάτη δύο ολόκληρες ώρες άπραγος στην πιάτσα επειδή συνωμότησε ο διεθνής σιωνισμός μέχρι τις δηλώσεις επί τη αναλήψει των υψηλών του καθηκόντων του κ. Κατρουγκάλου (στη γενική πέφτει ο τόνος και νομίζω του ταιριάζει περισσότερο) το Εθνος παράγει φλυαρία. Φλυαρεί για συνωμοσίες, για μεταρρυθμίσεις, για αναπτύξεις, για τις τιμές και τον ΦΠΑ, για τη φορολόγηση των αγροτών και για την αυριανή πλειοψηφία στη Βουλή.
Η σημερινή κυβέρνηση έγινε κυβέρνηση επειδή φλυαρούσε όταν ήταν στην αντιπολίτευση και θα παραμείνει κυβέρνηση επειδή συνεχίζει να φλυαρεί σε αντίθεση με τη σημερινή αντιπολίτευση, που αισθάνεται στριμωγμένη γιατί δεν μπορεί να φλυαρήσει πια. Νομίζω, δε, ότι ο κ. Τσίπρας ανέθεσε στον κ. Χαϊκάλη το ασφαλιστικό όχι μόνον επειδή πιστεύει ότι πρόκειται για φτηνή κωμωδία, στην οποία διαπρέπει ο βουλευτής, αλλά και για να τροφοδοτήσει τη φλυαρία του κοινού του. Αν δεν τον είχαμε κι αυτόν, θα είχαμε ήδη ξεχάσει τον ανασχηματισμό.

Η Ζακλίν ντε Ρομιγί είχε γράψει πως η ελληνική γλώσσα καθιερώθηκε ως «κοινή» του κόσμου της όταν πια ο ελληνισμός είχε χάσει την πολιτική εξουσία. «Είμαι αντεξουσιαστής στην εξουσία», είχε πει ο ΓΑΠ. «Τα μέτρα είναι σκληρά, μου τα επέβαλαν, αλλά κατάφερα να κερδίσω στις σκληρές διαπραγματεύσεις», λέει ο κ. Τσίπρας. «Πρέπει να φύγουμε διότι έχουμε προγραμματισμένη πυρκαγιά», λένε οι πυροσβέστες στη «Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ιονέσκο. Οι λέξεις χορεύουν ρυθμικά στη μαύρη τρύπα της λογικής.

Θα συνεχίσουμε να μιλάμε για μεταρρυθμίσεις που δεν πρόκειται να κάνουμε ποτέ; Δεν μας ενδιαφέρουν οι μεταρρυθμίσεις. Μας ενδιαφέρει να συνεχίσουμε να μιλάμε για μεταρρυθμίσεις. Ας το αποφασίσουμε λοιπόν και ας το πάρουν απόφαση και οι εταίροι μας. Ετσι, τουλάχιστον, μπορούν να συνεχίσουν να μας χρηματοδοτούν ως θίασο διασκεδαστών. Τι πιο κωμικό από ένα φλύαρο μπουλούκι που νομίζει πως παίζει σε τραγωδία και παρ’ όλ’ αυτά «βγάζει γέλιο»;

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 
Κέζα Λώρη 

Αλλάζει η χώρα, μεταρρυθμίζεται (λέμε τώρα…) και κοιτά μπροστά. Τα κόμματα συμπορεύονται, θέλουν το καινούργιο, το διαφορετικό, το νέο. Το πιο εύκολο είναι να σπρώξουν στο επίκεντρο τα νέα πρόσωπα. Προσοχή: όχι νέα πρόσωπα όσον αφορά την κομματική εμπειρία. Αυτό που αναζητείται  είναι η μικρή ηλικία. Τόσο το Πασόκ όσο και η Νέα Δημοκρατία ψάχνουν τη νιότη για να την αποθεώσουν.

Μετά από πρόταση της προέδρου του Πασόκ Φώφης Γεννηματά εξελέγη «νέο πρόσωπο» στη θέση του γραμματέα της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής. Είναι 40 ετών, τοπογράφος μηχανικός και λέγεται Στέφανος Ξεκαλάκης. Εκανε και μια πρώτη δήλωση με αφορμή την εκλογή του: «Το ΠΑΣΟΚ είναι έτοιμο να ξαναπιάσει το μίτο της σχέσης του με την ελληνική κοινωνία από την αρχή, να ανακτήσει τη χαμένη του αξιοπιστία».

Από μια και μόνη φράση βλέπουμε ότι η ανάλυση του νέου γραμματέα είναι εσωστρεφής. Το κόμμα είναι έτοιμο να ξαναπιάσει το μίτο με την κοινωνία παρά το γεγονός ότι η κοινωνία έχει γυρίσει επιδεικτικά την πλάτη στο κόμμα. Ο ίδιος ενηλικιώθηκε μέσα στο κομματικό θερμοκήπιο. Το βιογραφικό του είναι λιτό στα επαγγελματικά και επιστημονικά πεδία, πλούσιο στη συνδικαλιστική δράση. Ενας νέος άνθρωπος με όλα τα χαρακτηριστικά του παλαιού, του παλαιοκομματικού. Αλλά είναι σαράντα χρονών και τούτο από μόνο του υποτίθεται ότι αναιρεί τα δεδομένα.
Κάπως έτσι σκέφτονται και στη Νέα Δημοκρατία. Από την πλειονότητα των στελεχών ακούμε ότι ο νέος πρόεδρος θα πρέπει να σταθεί απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα με όρους Χόλιγουντ. Να είναι πιτσιρίκος, να είναι ευειδής, να έχει φωτογένεια. Φτάνουν στο σημείο να συγκρίνουν την καταλληλότητα του Βασίλη Κικίλια με αυτήν της Ολγας Κεφαλογιάννη. Ο πολιτικός λόγος είναι αδιάφορος. Η εμπειρία είναι αδιάφορη. Ο τρόπος ανέλιξης είναι αδιάφορος. Το μόνο που μετρά είναι η χρονολογία γέννησης.

Η συζήτηση λοιπόν περιορίζεται στη μικροδιαχείριση της επικαιρότητας. Η πολιτική υποχωρεί και αφήνει τη θέση της στην επικοινωνία. Η αρετή της συγκρότησης, η ικανότητα της ανάλυσης, η ανάγκη για το καινούργιο δεν καταγράφονται πουθενά. Τα νέα πρόσωπα δεν κομίζουν νέες προτάσεις. Τούτων δοθέντων συμβάλλουν στον συντηρητισμό. Οι νέοι κάνουν τα πάντα για να μείνει ανέπαφο το παλαιό.

ΤΟ ΒΗΜΑ

O Χούγκο Ντίξον επιτίθεται στον Κρούγκαν: Ο Τσίπρας δεν είχε ούτε Plan A, ούτε Plan B

 


Η συνέντευξη του Πολ Κρούγκμαν στο CNN δεν πέρασε απαρατήρητη, καθώς σε αυτήν ο νομπελίστας οικονομολόγος παραδέχθηκε πως μπορεί να υπερεκτίμησε τις δυνατότητες της ελληνικής κυβέρνησης.

Ο γνωστός δημοσιογράφος του Reuters, Χούγκο Ντίξον, δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και κεραυνοβόλησε τον Κρούγκμαν μέσω του Twitter.
Στην πρώτη ανάρτησή του γράφει: «Ο Κρούγκμαν ένιωσε έκπληξη ότι ο Τσίπρας δεν είχε ένα Plan B. Μα, ήταν ξεκάθαρο για μήνες ότι δεν είχε ούτε Plan A, ούτε Plan B». Μάλιστα, για να ενισχύσει το επιχείρημά του παραπέμπει σε ένα δικό του άρθρο από 11 Μαΐου. Σε εκείνο ο Ντίξον έκανε λόγο για το «τυφλό σημείο στρατηγικής της ελληνικής κυβέρνησης».




 Στη δεύτερη ανάρτηση, ο δημοσιογράφος απευθύνεται στον Κρούγκμαν ως εξής: «Η θεωρία είναι ένα θαυμάσιο πράγμα. Αλλά, Πολ Κρούγκμαν είναι καλή ιδέα να έχεις λεπτομερή γνώση της κατάστασης πριν δώσεις συμβουλές για τη χάραξη πολιτικής».

 pesotithes

Πολ Κρούγκμαν: «Ισως υπερεκτίμησα την ικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης»

Την έκπληξή του για το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση πήγε στις διαπραγματεύσεις χωρίς να έχει κάποιο εφεδρικό σχέδιο εκφράζει ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν σε συνέντευξή του στο CNN. Υποστηρίζει μάλιστα ότι το πρόγραμμα δεν βγαίνει και πως θα υπάρξει Grexit, το οποίο θα έχει τεράστιες επιπτώσεις για το ευρωπαϊκό project.

«Δεν το σκέφτηκα ποτέ ότι δεν θα ήταν προετοιμασμένοι να ορθώσουν το ανάστημά τους χωρίς να έχουν κάνει οποιοδήποτε σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης... το εκπληκτικό είναι ότι νόμιζαν πως θα μπορούσαν απλώς να απαιτήσουν καλύτερους όρους χωρίς να έχουν οποιοδήποτε σχέδιο backup», δήλωσε στο CNN ο νομπελίστας οικονομολόγος Πωλ Κρούγκμαν.

«Οπωσδήποτε είναι ένα σοκ. Όμως, ξέρετε, κατά κάποιον τρόπο, είναι ανέλπιδο όπως και να έχει... δεν είναι ότι οι όροι που προσφέρθηκαν προηγουμένως ήταν εφικτοί. Οι νέοι όροι είναι ακόμα χειρότεροι, όμως οι όροι που τους προσφέρονταν πριν και πάλι δεν θα ήταν αποτελεσματικοί. Άρα, ίσως υπερεκτίμησα την ικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης».

Παράλληλα, ο αρθρογράφος της εφημερίδας «The New York Times» εκφράζει την άποψη ότι «στο τέλος η Ελλάδα είτε θα λάβει κάποιου είδους τεράστια ελάφρυνση χρέους ή θα πρέπει να εγκαταλείψει το ευρώ».

«Στοιχηματίζω ότι θα υπάρξει Grexit με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, κάτι που θα έχει τεράστιες επιπτώσεις για το μέλλον του ευρωπαϊκού project. Και αν η Ελλάδα φύγει και στη συνέχει αρχίσει να ανακάμπτει, που μάλλον αυτό θα συμβεί, αυτό, με τη σειρά του, θα είναι κατά κάποιο τρόπο θα ενθαρρύνει κι άλλες πολιτικές κινήσεις να αμφισβητήσουν το ευρώ», δηλώνει ο Πολ Κρούγκμαν.
Υπενθυμίζεται ότι ο Πολ Κρούγκμαν είχε συμβουλεύσει τους Ελληνες πολίτες να πουν μέσω του δημοψηφίσματος «όχι» σε περισσότερη λιτότητα.


 Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Πρωτεύει πολιτικά η κοινωνική αναμόρφωση - Του Χρήστου Γιανναρά

Γ​​νώρισε δοκιμασίες σκληρές ο Ελληνισμός από τότε που συρρικνώθηκε, για λόγους αδήριτης ιστορικής αναγκαιότητας, σε εθνικό κράτος. Κινδύνεψε, όχι λίγες φορές η κρατική του υπόσταση, απειλήθηκε επανειλημμένα η εδαφική του ακεραιότητα, ξεριζώθηκαν ελληνικοί πληθυσμοί από κοιτίδες πανάρχαιες καταγωγής τους. Εζησε πολέμους, ξενικές κατοχές, φτώχεια, βασανιστικές στερήσεις, προδόθηκε ή αδικήθηκε βάναυσα από «συμμάχους» και «προστάτες». Γεύτηκε την ντροπή ώς το μεδούλι της ψυχής του ο Ελληνας για σπιθαμιαίους ηγέτες του, ανίκανους, εγωλάγνους, ξιπασμένους μεταπράτες ιδεολογιών, που δίχασαν τον λαό και τον ματοκύλισαν. Χώρια η πίκρα και ο καϋμός για την προγραμματική στο κράτος απαιδευσία που εξασφάλιζε ευκολότερη εξαγορά ψήφων και συνειδήσεων – την παγίωση του πρωτογονισμού του αποκαλούμενου «πελατειακό κράτος».

Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, όχι επιπόλαια, ότι στη δραματική αυτή διαδρομή των δύο αιώνων κρατικού βίου, είχαν οι Ελληνες κάποια αντιστηρίγματα σθεναρά: Είχαν γλώσσα, που την πίστευαν ατίμητο κληροδότημα, παθιάζονταν για την ακεραιότητά της. Είχαν ζωντανή ιστορική συνείδηση, αντλούσαν αυτοπεποίθηση και κριτήρια αρχοντιάς από την Ιστορία τους. Συνέχιζαν, έστω εθιμικά, τυπολατρικά, αλλά διέσωζαν τη διαφορά του εκκλησιαστικού «τρόπου» από την ατομοκεντρική, νομική θρησκευτικότητα.

Σήμερα και τα τρία αυτά αντιστύλια έχουν μάλλον απολείψει: Η ασυλία της αγλωσσίας καλύπτει αναρίθμητο πλήθος δημόσιων αγορητών, μέχρι και πρώην πρωθυπουργούς. Ετσι και ο ανταποκριτής της Κρατικής Τηλεόρασης μπορεί να μεταδίδει, καθημερινά, ανακοινώσεις του Διεθνή Νομισματικού Ταμείου (ναι: το διεθνές, του διεθνή!!). Χωρίς να διανοείται κανείς να του διακόψει την ανταπόκριση και να τον απολύσει παραχρήμα. Σήμερα, παράλληλα, λογαριάζεσαι σαν «προοδευτικός» πολίτης μόνο αν δηλώνεις μαχητικός αντι-πατριώτης διεθνιστής και προπαγανδίζεις στην τηλεόραση, πουλώντας εντυπώσεις, ότι οι Ελληνες, τετρακόσια χρόνια υπόδουλοι στους Τούρκους είχαν άνετο βίο, και το 1821 επαναστάτησαν μόνο στοιχεία του κοινωνικού περιθωρίου, ληστοσυμμορίτες πλιατσικολόγοι. Σήμερα, τρίτο, έστω και η υποψία για τη διαφορά του εκκλησιαστικού γεγονότος από τη φυσική, την ενστικτώδη θρησκεία του ατομοκεντρικού νομικισμού απουσιάζει προκλητικά από τον επίσημο λόγο των κορυφαίων της τυπολατρίας.

Δεν μοιάζει να υπάρχει κανένα συλλογικό, βιωματικό αντιστήριγμα, στόχος κοινός που να εξασφαλίζει τη συνοχή των Ελλήνων. Τα κριτήρια που διαβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής, τη χαρά της ζωής, είναι αποκλειστικά και μόνο οικονομικά, μετράνε την καταναλωτική ευχέρεια. Καθιέρωσε αυτά τα κριτήρια μια συγκεκριμένη πολιτική, υπηρετική του πελατειακού κράτους: πολιτική ασύδοτων παροχών, επιδοτήσεων, χαριστικών διορισμών και σκανδαλωδών συνταξιοδοτήσεων, ατιμώρητης λεηλασίας του κρατικού ταμείου, για να εξαγοραστούν ψήφοι.
Το κλίμα που δημιούργησε αυτό το πολύχρονο και ξέφρενο γλεντοκόπι της ασύδοτης κομματοκρατίας, διέλυσε (στην κυριολεξία) τον κοινωνικό ιστό, μετέβαλε την κάποτε ελλαδική κοινωνία σε ζούγκλα ακοινωνησίας, πρωτόγονων εγωκεντρικών θωρακίσεων. Ο πολύ πρόσφατος μανιασμένος διχασμός οπαδών του «όχι» και οπαδών του «ναι» δεν αντιθέτει πολιτικές επιλογές, πεποιθήσεις, ιδεολογικές σκληρύνσεις.

Μοιάζει μάλλον να συσπειρώνει τον ορμέμφυτο, άλογο πανικό για το ενδεχόμενο απώλειας της ευμάρειας ή αποκλεισμού κάθε προοπτικής για κατάκτηση της ευμάρειας.

Ο,τι ονομάζουμε παρακμή είναι, ακριβώς, η παραίτηση των πολλών από το άθλημα των σχέσεων κοινωνίας. Για να «κοινωνήσει» ο άνθρωπος τις εμπειρικές του πιστοποιήσεις, αλλά και τις σκέψεις, τις κρίσεις, τις γνώμες του, πρέπει να διασώζει την ετοιμότητα να αναγνωρίσει στον άλλον ή στους άλλους μιαν ορθότερη ενδεχομένως πιστοποίηση, άποψη, οπτική – να δεχθεί - παραδεχθεί πιθανό του σφάλμα, έλλειψη, αστοχία, επομένως την ανάγκη να προσλάβει και αξιοποιήσει αυτό που ο άλλος τού προσφέρει. Αυτή την κοινωνική ετοιμότητα την αποκλείει ο πρωτογονισμός της εγωτικής αυτάρκειας, το ένστικτο αυθυπεράσπισης, αυτοθωράκισης, επιβολής. Υπερασπίζοντας την ποδοσφαιρική ομάδα που επέλεξα, το κόμμα που ψηφίζω, τις ιδεολογικές μου πεποιθήσεις, τη θρησκευτική μου «πίστη», τις κρίσεις-γνώμες μου για πρόσωπα ή γεγονότα, υπερασπίζω ενστικτωδώς (γι’ αυτό και συνήθως ανεπίγνωστα) το εγώ μου, την αυτοκαταξίωσή μου, την αυτοπροστασία μου. Αυτή η υπεράσπιση είναι ορμέμφυτη, λογικά ανεξέλεγκτο ένστικτο, τυφλή ανάγκη.

Η αντίσταση στην επιθετική εγωτική αυτοάμυνα, η ελευθερία από τον ορμέμφυτο εγωκεντρισμό, συνιστά ό,τι ονομάζουμε «καλλιέργεια» του ανθρώπου, «πολιτισμό». Να είχες κατακτήσει πολιτισμό και να τον απεμπόλησες, το λέμε «παρακμή», το να είσαι πάντα καθηλωμένος στον κτηνώδη ατομοκεντρισμό, το λέμε «βαρβαρότητα». Στη σημερινή Ελλάδα, η παρακμιακή εγωπάθεια διαλύει κάθε λειτουργία σχέσεων κοινωνίας της ζωής και της χρείας. Στις συζητήσεις των άλλοτε φίλων, των γειτόνων, των άγνωστων της ουράς στα ΑΤΜ, είναι αδύνατο να πραγματωθεί συν-ομιλία. Ολοι τα ξέρουμε όλα, είμαστε όλοι φανατισμένα σίγουροι ότι κατέχουμε την αλάθητη αλήθεια.
Κάθε ένας μας σήμερα είναι απόλυτα βεβαιωμένος ότι διαθέτει την απόλυτης εγκυρότητας πηγή πληροφοριών: Κάποιον γνωστό ή γνωστόν γνωστού από τον οποίο και εξασφαλίζουμε την αυθεντική είδηση!

Κατέχουμε όχι μόνο την εγγυημένα ορθή ερμηνεία γεγονότων, δηλώσεων, ενεργειών των διαχειριστών της ζωής μας, αλλά ξέρουμε με αράγιστη σιγουριά και τις προθέσεις τους: Πού απέβλεπαν, σε τι αποσκοπούσαν, τι σχεδίαζαν κρυφά και προετοίμαζαν ύπουλα ή ευφυέστατα οι άρχοντες, που το εγώ μας έχει επιλέξει να τους θαυμάζει ή να τους βδελύσσεται.
Η ανάκαμψη από μια τέτοια κατρακύλα στον πρωτογονισμό της ανάγκης για εγωτική κατασφάλιση και υπεροχή δεν κατορθώνεται σε εβδομάδες ή μήνες, ούτε με την τυφλότερη δυνατή πειθάρχηση στον εξανδραποδισμό που επιβάλλουν οι «προηγμένες» κοινωνίες των κοιτίδων του ατομοκεντρικού παλιμβαρβαρισμού. Μοναδικό όπλο μιας συλλογικότητας για να φτάσει να γίνει κοινωνία, να ελευθερωθεί είτε από την «προηγμένη» καταναλωτική αποκτήνωση είτε από τον βυθισμό στην εξαθλιωτική φτώχεια, μοναδικό όπλο-μέσο-εργαλείο είναι η πολιτική. Η ζωή μας και η ποιότητα της ζωής μας, το γόνιμο ή το εφιαλτικό μέλλον των παιδιών μας, θα κριθούν από τις πολιτικές επιλογές μας: Χρειαζόμαστε πολιτικούς με νοο-τροπία κοινωνικού αναμορφωτή, όχι διαχειριστή συνταγών καταναλωτικής βουλιμίας.
Κυρίως: χρειαζόμαστε σοβαρότητα, όχι άλλα καραγκιοζιλίκια.

Έντυπη

«ΣΕ ΞΕΡΩ παρτάκια της διπλανής πόρτας »

Josef Kapa

 

Ο Josef Kapa μετά το «Άκου σύντροφε» και το «Γράμμα στο Μηλιό» επανέρχεται με ένα κοινωνικοπολιτικά «ανατριχιαστικό άρθρο -σημείωμα που αναμένεται να συζητηθεί ακόμα περισσότερο. Ένα γράμμα προς τον παρτάκια της διπλανής πόρτας…

 

Σε ξέρω,
σε θυμάμαι στους ώμους του πατέρα σου να κουνάτε σημαιάκια του ΠΑΣΟΚ το 81.
Δεν το παραπίστευε ο πατέρας σου το ΠΑΣΟΚ, αλλά συνεπαρμένος από την μέθη της αλλαγής,πήγε με το μπούγιο.
Όχι χωρίς ανταλλάγματα.

Εκεί που καιγόταν στα χωράφια,πούλησε τα ξαδέρφια του από το χωριό για ψήφους και μπήκε στο δημόσιο.
Και από τότε όλα άλλαξαν.
Αγοράσατε διαμέρισμα,πέρναγαν τα χρόνια αγοράστε και εξοχκό στη Λούτσα.
Μπήκατε στις κλαδικές στα γρήγορα »χώθηκε» και η μαμά.
Μπήκε στο ΙΚΑ καθαρίστρια και γρήγορα πέρασε σε γραφείο.
Εσύ πήγες γαλλικά,πήγες πιάνο,έκανες ενόργανη όλα καλά
.Θυμάσαι ακόμη την Αυριανή στο τραπέζι της οικογένειας.
Και μεις ψηφίζαμε ΠΑΣΟΚ αλλά δεν τα καταφέρναμε να ξεκολλήσουμε απ τα χωράφια.
Είχατε τον τρόπο σας είσασταν πιο καπάτσοι.
Υστερα ήρθε ο Μητσοτάκης.
Δεν το πίστευες ότι κάποιος αμφισβητούσε τα κεκτημένα σου.
Και η αλήθεια είναι ότι ο τύπος το έκανε άγαρμπα.
Δεν το συγχώρεσες.
Του κόλλησες την ρετσινιά του γκαντέμη,του λωποδύτη.
Τα κατάφερες τον ισοπέδωσες.
Σε θυμάμαι μετά και στα συνέδρια του 96.
Δεν σε ένοιαζε που ο Σημίτης έλεγε τα ακριβώς αντίθετα απο τον Ανδρέα.
Κόλλησες πάνω του γιατί έβλεπες πως τόχε με την εξουσία,ήταν το μέσο που θα σε αποθέωνε.
Έπαιξες στο χρηματιστήριο με τον πατέρα,κονομήσατε για λίγο καιρό,σπούδασες και στην Αγγλία.

Ο πατέρας, σου έπαιρνε αυτοκίνητο με την αποφοίτηση και όλα προδιαγράφονταν καλά και για σένα.(Και γω Σημίτη ψήφιζα αλλά δεν τα κατάφερνα.Έκανα τον σερβιτόρο,είχα φθηνό μηχανάκι,κάτι δεν έκανα καλά).Τ
ον Σημίτη τον ισοπέδωσες κι αυτόν όταν έφυγε, γιατί έφερε τον Γιαννίτση και κάτι άλλους περίεργους που βάζαν χέρι στο εφ άπαξ.
Και τον διαολόστειλες κι αυτόν.
Ο ΓΑΠ τα έλεγε καλλίτερα.
Μίλαγε και για μπάφους, ήταν και Παπανδρέου, δεν θα πείραζε τα κεκτημένα ένας Παπανδρέου.
Τον αποθέωσες και τον Γιώργο του έδωσες φτερά.
Μεχρι που αυτός στα αμφισβήτησε όλα.
Σου είπε πως πρέπει να πληρώσεις,ενώ προεκλογικά σου έλεγε λεφτα υπάρχουν.
Λεφτά υπήρχαν,αλλά ήταν τα ΔΙΚΑ ΣΟΥ.
Αυτά εννοούσε ο μαυρο ΓΑΠ.
Λεφτά από μαυρα ιδιαίτερα,λεφτα από φακελάκια,λεφτά από ψεύτικες υπερωρίες,από κρυμένες ταμειακές,λεφτα ακόμη και από πρόωρες συντάξεις και παχυλά εφ ΄απαξ.
Αυτό δεν συγχωρούνταν με τίποτα.
Κανείς δεν θα πείραζε τα λεφτα απ το εφάπαξ.
Τον έστειλες από κει που ήρθε.
Φαινόταν αδιέξοδο,από τη μιά η δεξιά από την άλλη το χάος.
Μέχρι που ήρθε ο Αλέξης.Τον είδαν πρώτα τα λαγωνικά,ο Κουρουμπλής,η Λούκα και ο Κοτσακάς.
Δεν θα πήγαιναν σε κουτσό άλογο αυτοί και τα αλάνθαστα αντανακλαστικά σου δεν σε πρόδωσαν.
Και έτσι ήρθε ο Αλέξης.
Τι και αν έλεγε ότι νά ναι φαινόταν ότι θα γίνει εξουσία και σου έφτανε.
Βρήκες και το κατάλληλο παραμύθι-πάντα σου άρεσε το παραμύθι-το ονόμασες μνημόνιο αντιμνημόνιο και βούτηξες στα βαθιά.
Αυτό το δίπολο ήταν βολικό,ξέπλενε την ευθύνη σου από τα χρόνια που ούρλιαζες ΠΑΣΟΚ και έτσι καθαρός και αριστερός έφτιαχνες νέες πολιτείες.
Ο Αλέξης διασφάλιζε το μισθό και τη σύνταξη των γονιών που θα σε ζούσε μέχρι να μπεις και συ στο δημόσιο.
Αν δεν μπεις εσύ,να βουλιάξουν όλοι.
Δεν μπορεί να σε ξεπατώσει στη δουλειά ο κάθε βρωμιάρης ευρωπαίος στην ελεύθερη αγορά έσένα που τα είχες όλα.
Δεν σε αθροίζω με τους Συνασπιστές.
Αυτοί ήταν πιο ευρωπαϊστές από ολους μας και παραμένουν ,εσύ αναζητάς τη δραχμούλα.
Εκεί που Συριζαίοι έχουν σαστίσει με τις επιλογές Τσίπρα,εσύ στέκεσαι βράχος Προεδρικός.Δικαιολογείς τα αδικαιολόγητα.
Γιατί καταβάθως είσαι λούμπεν τσοκαρία που γουστάρει μόνο την εξουσία με όποιοδήποτε κόστος…
Δεν πας όμως με το ΚΚΕ που τα λέει καλλίτερα για τη δραχμούλα γιατί εκεί έχει βραχάκια,δεν έχει εξουσία.
Δεν είσαι ΣΥΡΙΖΑΙΟΣ και το ξέρεις.
Ούτε νέο ΠΑΣΟΚ.Είσαι το χειρότερο ΠΑΣΟΚ,το αηδιαστικό,αυτό που πρέπει να ξεμπερδεύουμε και κρύβεσαι μέσα στον Συριζα..
Τα χώνεις στη Φώφη που παίρνει ένα χιλιάρικο από σύνταξη,λόγω καρκίνου,αλλά καταπίνεις τη Βαλαβάνη.
Καταπίνεις και την κόρη του Κωνσταντόπουλου.
Σε πειράζει ο Σταύρος που λες ότι τα παίρνει από τον Μπόμπολα,δεν σε νοιάζει που οι πετρελαιάδες είναι κάργα ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν σε νοιάζει τίποτα γιατί πάνω από λα είσαι παρτάκιας,ο παρτάκιας που διέλυσε τη χώρα και όσο σου διασφαλίζουν τα κεκτημένα σου τόσο θα συνεχίζεις να διαλύεις τα πάντα.
Δεν σε φοβάμαι,δεν σε γουστάρω αλλά δεν θα σου βάλω κρεμάλες όπως εσύ.
Ένα όμως να ξέρεις ,σε λυπάμαι.

http://thecaller.gr


 

Αν αυτό είναι Αριστερά. Του Δημήτρη Ραυτόπουλου

 

Α​​ν αυτό είναι Αριστερά, δεν δέχομαι την ιδιότητα του αριστερού. Εννοώ την κομμουνιστική ή ριζοσπαστική Αριστερά, που ευδοκιμεί παρ’ ημίν, ενώ αδυνατεί να υπάρξει μια σοβαρή, σύγχρονη, ρεαλιστική Αριστερά, δηλαδή σοσιαλδημοκρατική. Η αιτιολογία είναι εξαιρετικά περίπλοκη, αλλά χοντρικά πιστεύω ότι αυτό οφείλεται στον παρασιτικό χαρακτήρα της οικονομίας μας και στην ανάλογη κοινωνιοδομή, στην υπανάπτυξη, στην ασύστατη παιδεία και τη συνακόλουθη ελληνοφρένειά μας. Στην Ουγκάντα του Αμίν Νταντά, ας πούμε, θα μπορούσε να φυτρώσει ένας σταλινολαφαζανισμός, ποτέ όμως ένας δημοκρατικός σοσιαλισμός, εμπνευόμενος π.χ. από τις ιδέες του Μπερνστάιν ή του Ρόουλς.

Εδώ και τώρα. Από εδώ πέρασε η ριζοσπαστική Αριστερά και όπως λέει το όνομά της, θέρισε σύρριζα: δεν άφησε όρθια ούτε την ιδιωτική οικονομία, την οποία μισεί βλακωδώς, ούτε την πίστη ούτε την αξιοπρέπεια της χώρας. Ποτέ μια ελληνική κυβέρνηση δεν κατάφερε σε λίγους μόνο μήνες τέτοια καταστροφή, υλική και ηθική. Εννοείται, «βαθιές είναι οι ρίζες». Δεν τα έκαναν όλα μόνοι τους ο Τσιπροκαμμένος και ο Λαφαζανομπαρούφας. Ο λαϊκισμός του παπανδρεϊσμού και της λαϊκής Δεξιάς με την κομμουνιστική Αριστερά συνένοχο έχει σαμποτάρει την πραγματική πρόοδο που λέγεται μεταρρύθμιση, έχει ενισχύσει τον παρασιτισμό και την ανομία. Αλλά ετούτη η Αριστερά, που αναγγέλθηκε ως ελπίδα και ειρηνική επανάσταση, ξεπέρασε κάθε όριο αντιδραστικότητας. Επιμένω: η ελληνική Αριστερά είναι η πρώτη αντιδραστική δύναμη της χώρας, γι’ αυτό και χωρίς ενδοιασμούς συγκυβερνά με τους εθνολαϊκιστές.

Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται, δυστυχώς, πολύ αργά, μετά την καταστροφή. Και διασπασμένος, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ μένει αμετανόητος. Είναι θλιβερό και γελοίο το θέαμα των δακρύων (μου θύμισε την κατάθεση των όπλων μετά τη Βάρκιζα), της συνωμοσιολογίας, της πλήρους ανευθυνότητας και της σχιζοφρένειας. Ομολογούν ότι αναλαμβάνουν μια συμφωνία που εχθρεύονται, που κάλεσαν τον λαό να καταψηφίσει και αμέσως μετά την πρότειναν επιδεινωμένη και ταυτόχρονα την αποδοκιμάζουν και δηλώνουν ότι αδυνατούν να την εφαρμόσουν, αλλά συνεχίζουν… Ούτε ντρέπονται ούτε παραιτούνται ούτε απολογούνται. Ζητούν και τα ρέστα. Εχουν πάντα δίκιο, ως ιδιοκτήτες της αλήθειας: δική τους είναι, ό,τι θέλουν την κάνουν· είναι ιστορική αναγκαιότητα και μαρξιστική διαλεκτική.

Θέλω όμως να σταθώ στον προταίτιο. Τα μίντια, οι λιβανιστάδες, κάποιοι εμβριθείς αναλυτές κοντεύουν να τον κάνουν τραγικό ήρωα και μεγάλο πολιτικό ηγέτη, κάτι σαν Τζουζέπε Μαντσίνι. Με συγχωρείτε. Εγώ δεν είμαι πολιτικός ούτε πολιτικορθοφρονών. Ο κύριος Τσίπρας είναι ο μεγάλος υπεύθυνος για την καταστροφή. Εξαπάτησε τον ελληνικό λαό με το παπατζίδικο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, εκβίασε εκλογές, υπονομεύοντας την εύθραυστη οικονομική ανάπτυξη και τη σχέση μας με την Ε.Ε., έγινε ο εμπνευστής τού «δεν πληρώνω» και της «σεισάχθειας», κήρυξε τη νέα αντίσταση και την ευρωπαϊκή επανάσταση και έμαθε χορό στις αγορές. Και συνέχισε με την πεντάμηνη δήθεν διαπραγμάτευση. Εκεί είναι ο κόμπος. Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας ομολόγησε ότι έπαιξε πιστεύοντας στην μπλόφα, όχι τη δική του, τη βαρουφάκεια, αλλά τάχα την μπλόφα των άλλων. Στο τέλος τρόμαξε τόσο από το φιάσκο της μπλόφας του, που συνθηκολόγησε και γύρισε πίσω με την «επιτυχία» του.

Οχι! Ο κ. Τσίπρας παραμένει ο Αλέξης ο Τσίπρας! (Η επανάληψη του άρθρου επέχει θέση μορίου ευγενείας στη συριζαίικη αργκώ). Δεν είναι ο νέος πολιτικός. Είναι το γεροντοπαίδι της παρωχημένης Αριστεράς. Αντλεί από την πιο μπαγιάτικη ρητορική της ουτοπίας της και από τα απωθημένα της εμφυλιακής ήττας. Πρόκειται για τη γνωστή ηθική υπεραξίωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που αυτοαναγορεύεται σε τιμητή των πάντων και ιδιοκτήτη των αξιών, παρά τις παταγώδεις διαψεύδεις και τις συμφορές που έχει επιφέρει παντού, μα παντού στον πλανήτη, όπου δοκιμάστηκε. Η τελευταία είναι αυτή που ζούμε εμείς εδώ.
Θα πει κανείς, ωραία όλα αυτά, τώρα τι γίνεται; Ολοι πίσω από τον Τσίπρα ή χάος και εκλογές; Επαναλαμβάνω: δεν είμαι πολιτικός, δεν δέχομαι το διαχειριστικό δίλημμα. Ως πνευματικός άνθρωπος και αριστερός πολίτης αρνούμαι τη θρησκειοποίηση της πολιτικής. Δεν προσυπογράφω την ετεροδικία μιας χρεοκοπημένης ιδεολογίας και μιας πολιτικής η οποία, εκτός από το εθνικό και κοινωνικό έγκλημα που διαπράττει, χαντακώνει και την ιδέα του σοσιαλισμού, της Αριστεράς αν θέλετε. Θα συντασσόμουν κι εγώ, αν ο κ. Τσίπρας, έστω και τώρα, αργά, ζητούσε συγγνώμη από τον ελληνικό λαό που εξαπάτησε και από τους πολιτικούς αντιπάλους που συκοφάντησε και ύβρισε. Και αν καλούσε ανυστερόβουλα (παραιτούμενος) σε εθνική ανασύνταξη. Αν φορούσε γραβάτα. Θα συμφωνούσαμε εμείς οι παλιοί αριστεροί, όχι για μας, ούτε καν για τα παιδιά μας, αλλά για τη φουκαριάρα τη μάνα μας.

* Ο κ. Δημήτρης Ραυτόπουλος είναι συγγραφέας.


ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Α ​​ν αυτό είναι Αριστερά, δεν δέχομαι την ιδιότητα του αριστερού. Εννοώ την κομμουνιστική ή ριζοσπαστική Αριστερά, που ευδοκιμεί παρ’ ημίν, ενώ αδυνατεί να υπάρξει μια σοβαρή, σύγχρονη, ρεαλιστική Αριστερά, δηλαδή σοσιαλδημοκρατική. Η αιτιολογία είναι εξαιρετικά περίπλοκη, αλλά χοντρικά πιστεύω ότι αυτό οφείλεται στον παρασιτικό χαρακτήρα της οικονομίας μας και στην ανάλογη κοινωνιοδομή, στην υπανάπτυξη, στην ασύστατη παιδεία και τη συνακόλουθη ελληνοφρένειά μας. Στην Ουγκάντα του Αμίν Νταντά, ας πούμε, θα μπορούσε να φυτρώσει ένας σταλινολαφαζανισμός, ποτέ όμως ένας δημοκρατικός σοσιαλισμός, εμπνευόμενος π.χ. από τις ιδέες του Μπερνστάιν ή του Ρόουλς.
Εδώ και τώρα. Από εδώ πέρασε η ριζοσπαστική Αριστερά και όπως λέει το όνομά της, θέρισε σύρριζα: δεν άφησε όρθια ούτε την ιδιωτική οικονομία, την οποία μισεί βλακωδώς, ούτε την πίστη ούτε την αξιοπρέπεια της χώρας. Ποτέ μια ελληνική κυβέρνηση δεν κατάφερε σε λίγους μόνο μήνες τέτοια καταστροφή, υλική και ηθική. Εννοείται, «βαθιές είναι οι ρίζες». Δεν τα έκαναν όλα μόνοι τους ο Τσιπροκαμμένος και ο Λαφαζανομπαρούφας. Ο λαϊκισμός του παπανδρεϊσμού και της λαϊκής Δεξιάς με την κομμουνιστική Αριστερά συνένοχο έχει σαμποτάρει την πραγματική πρόοδο που λέγεται μεταρρύθμιση, έχει ενισχύσει τον παρασιτισμό και την ανομία. Αλλά ετούτη η Αριστερά, που αναγγέλθηκε ως ελπίδα και ειρηνική επανάσταση, ξεπέρασε κάθε όριο αντιδραστικότητας. Επιμένω: η ελληνική Αριστερά είναι η πρώτη αντιδραστική δύναμη της χώρας, γι’ αυτό και χωρίς ενδοιασμούς συγκυβερνά με τους εθνολαϊκιστές.
Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται, δυστυχώς, πολύ αργά, μετά την καταστροφή. Και διασπασμένος, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ μένει αμετανόητος. Είναι θλιβερό και γελοίο το θέαμα των δακρύων (μου θύμισε την κατάθεση των όπλων μετά τη Βάρκιζα), της συνωμοσιολογίας, της πλήρους ανευθυνότητας και της σχιζοφρένειας. Ομολογούν ότι αναλαμβάνουν μια συμφωνία που εχθρεύονται, που κάλεσαν τον λαό να καταψηφίσει και αμέσως μετά την πρότειναν επιδεινωμένη και ταυτόχρονα την αποδοκιμάζουν και δηλώνουν ότι αδυνατούν να την εφαρμόσουν, αλλά συνεχίζουν… Ούτε ντρέπονται ούτε παραιτούνται ούτε απολογούνται. Ζητούν και τα ρέστα. Εχουν πάντα δίκιο, ως ιδιοκτήτες της αλήθειας: δική τους είναι, ό,τι θέλουν την κάνουν· είναι ιστορική αναγκαιότητα και μαρξιστική διαλεκτική.
Θέλω όμως να σταθώ στον προταίτιο. Τα μίντια, οι λιβανιστάδες, κάποιοι εμβριθείς αναλυτές κοντεύουν να τον κάνουν τραγικό ήρωα και μεγάλο πολιτικό ηγέτη, κάτι σαν Τζουζέπε Μαντσίνι. Με συγχωρείτε. Εγώ δεν είμαι πολιτικός ούτε πολιτικορθοφρονών. Ο κύριος Τσίπρας είναι ο μεγάλος υπεύθυνος για την καταστροφή. Εξαπάτησε τον ελληνικό λαό με το παπατζίδικο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, εκβίασε εκλογές, υπονομεύοντας την εύθραυστη οικονομική ανάπτυξη και τη σχέση μας με την Ε.Ε., έγινε ο εμπνευστής τού «δεν πληρώνω» και της «σεισάχθειας», κήρυξε τη νέα αντίσταση και την ευρωπαϊκή επανάσταση και έμαθε χορό στις αγορές. Και συνέχισε με την πεντάμηνη δήθεν διαπραγμάτευση. Εκεί είναι ο κόμπος. Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας ομολόγησε ότι έπαιξε πιστεύοντας στην μπλόφα, όχι τη δική του, τη βαρουφάκεια, αλλά τάχα την μπλόφα των άλλων. Στο τέλος τρόμαξε τόσο από το φιάσκο της μπλόφας του, που συνθηκολόγησε και γύρισε πίσω με την «επιτυχία» του.
Οχι! Ο κ. Τσίπρας παραμένει ο Αλέξης ο Τσίπρας! (Η επανάληψη του άρθρου επέχει θέση μορίου ευγενείας στη συριζαίικη αργκώ). Δεν είναι ο νέος πολιτικός. Είναι το γεροντοπαίδι της παρωχημένης Αριστεράς. Αντλεί από την πιο μπαγιάτικη ρητορική της ουτοπίας της και από τα απωθημένα της εμφυλιακής ήττας. Πρόκειται για τη γνωστή ηθική υπεραξίωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που αυτοαναγορεύεται σε τιμητή των πάντων και ιδιοκτήτη των αξιών, παρά τις παταγώδεις διαψεύδεις και τις συμφορές που έχει επιφέρει παντού, μα παντού στον πλανήτη, όπου δοκιμάστηκε. Η τελευταία είναι αυτή που ζούμε εμείς εδώ.
Θα πει κανείς, ωραία όλα αυτά, τώρα τι γίνεται; Ολοι πίσω από τον Τσίπρα ή χάος και εκλογές; Επαναλαμβάνω: δεν είμαι πολιτικός, δεν δέχομαι το διαχειριστικό δίλημμα. Ως πνευματικός άνθρωπος και αριστερός πολίτης αρνούμαι τη θρησκειοποίηση της πολιτικής. Δεν προσυπογράφω την ετεροδικία μιας χρεοκοπημένης ιδεολογίας και μιας πολιτικής η οποία, εκτός από το εθνικό και κοινωνικό έγκλημα που διαπράττει, χαντακώνει και την ιδέα του σοσιαλισμού, της Αριστεράς αν θέλετε. Θα συντασσόμουν κι εγώ, αν ο κ. Τσίπρας, έστω και τώρα, αργά, ζητούσε συγγνώμη από τον ελληνικό λαό που εξαπάτησε και από τους πολιτικούς αντιπάλους που συκοφάντησε και ύβρισε. Και αν καλούσε ανυστερόβουλα (παραιτούμενος) σε εθνική ανασύνταξη. Αν φορούσε γραβάτα. Θα συμφωνούσαμε εμείς οι παλιοί αριστεροί, όχι για μας, ούτε καν για τα παιδιά μας, αλλά για τη φουκαριάρα τη μάνα μας.
* Ο κ. Δημήτρης Ραυτόπουλος είναι συγγραφέας.
- See more at: http://www.badiera.gr/?p=45955#sthash.9gEEzUlp.geZSSZZk.dpuf