Στις 14 Σεπτεμβρίου συμπληρώνονται 39 χρόνια από τότε που ο συγγραφέας
Μ. Καραγάτσης εγκατέλειψε πάνω σε μια μισογραμμένη σελίδα την πέννα, με
την οποία είχε ήδη γράψει 25 ολόκληρα βιβλία που τόσο αγαπήθηκαν από το
ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Οι τελευταίες λέξεις που βρέθηκαν χαραγμένες
στο χειρόγραφό του ήταν «ας γελάσω...». Ο Μ. Καραγάτσης, γνωστός σαν
«γεννημένος πεζογράφος» και «παραμυθάς» της εποχής πέρασε στην ιστορία
της ελληνικής λογοτεχνίας αφήνοντας ατέλειωτο το 10, ένα
μυθιστόρημα που μιλούσε για τις περιπέτειες των ενοίκων μιας λαϊκής
πολυκατοικίας του Πειραιά. Ο θάνατος πρόλαβε το συγγραφέα τη στιγμή της
εκπλήρωσης της βαθιάς επιθυμίας του να εξευτελίσει το ίδιο το γεγονός
του θανάτου σαρκάζοντάς το. Και επειδή η εκπλήρωση της επιθυμίας
αποτελεί ένα τέρμα, ένα θάνατο, ο συγγραφέας φεύγοντας από τη ζωή
δικαιώνει την ίδια την επιθυμία του που συνίσταται στο να αναστείλει
μέσα από τις αφηγήσεις του την έλευση του θανάτου.
Μισό αιώνα μετά το φυσικό θάνατό του ο Καραγάτσης εξακολουθεί να
κερδίζει την προτίμηση του αναγνωστικού κοινού, που δεν είναι ούτε έθνος
ούτε γενιά ούτε κοινότητα, αλλά αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ομάδα θεατών
που εύκολα αποστρέφει το βλέμμα της από ό,τι δεν την εκφράζει. Η
προσήλωση του κοινού στις σελίδες του συγγραφέα που κατηγορήθηκε από την
κριτική για προχειρότητα, έλλειψη πειθαρχίας στη γραφή και ατεχνία, που
ερμηνεύτηκε από το γεγονός ότι σπάνια επέστρεφε στα χειρόγραφά του για
να τα επεξεργαστεί, ήταν η καλύτερη απάντηση σε εκείνους που φθόνησαν το
ταλέντο του: η φωνή του Καραγάτση αντηχεί ακόμη ανάμεσά μας
διεκδικώντας την ηθική της αυθεντικότητας και τη μοναδικότητα της
γνήσιας ατομικότητας.
Τα μυθιστορήματα του Καραγάτση στηρίχτηκαν στη σύγκρουση έρωτα και
θανάτου. Ο έρωτας εκτός από τη λαχτάρα για ζωή εκφράζει αντίστοιχα στο
έργο του και την επιθυμία να υποδουλωθεί ή έστω να αναχαιτιστεί ο
θάνατος. Ολα ωστόσο προς το θάνατο κατευθύνονται και σε αυτόν
αποβλέπουν, αφού όλα όπως και η επιθυμία έχουν ένα κάποιο τέλος. Η άφιξη
του θανάτου είναι αναπόφευκτη αλλά παράλληλα και ακυρωτική της ίδιας
του της υπόστασης: «Οι μοναδικές ομορφιές είναι προνόμιο του θανάτου» θα
πει ο Κωστής Ρούσσης (ένα από τα προσωπεία του συγγραφέα) στον Κίτρινο φάκελλο.
Η φράση αυτή κοσμεί το μνημείο στο οποίο αναπαύεται ο συγγραφέας εδώ
και περίπου 40 χρόνια στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών. Η ομορφιά, μήνυμα
ζωής και επιθυμία που τροφοδοτεί τη λαχτάρα για έρωτα και διαιώνιση της
ζωής, οικειώνεται τελικά την ίδια την ιδέα του τέλους που εκφράζεται στο
έργο του Καραγάτση με τρόπο περίπου αισθησιακό. Οι μυθιστορηματικές
μορφές πεθαίνοντας είναι εκθαμβωτικά ωραίες, τόσο όσο περίπου όταν
ερωτεύονται.
Η Αγγέλα στον Μεγάλο ύπνο (βιβλίο που γράφτηκε μετά τον θάνατο
της μητέρας του συγγραφέα) πεθαίνει ένα πρωί του Σεπτέμβρη με «την
αξεπέραστη ομορφιά που μόνο σε κεφάλια κάποιων πεθαμένων συναπαντιέται».
Την ίδια ομορφιά συναντάμε στη μικρή Αννούλα της Χίμαιρας που φεύγει νωρίς από ανόσια αμαρτήματα των οικείων της ή στον Συνταγματάρχη Λιάπκιν που
οδεύει προς το θάνατο οικειοθελώς υποκύπτοντας στην παντοδυναμία των
θεών της Ελλάδας που ήταν «πολύ μεγάλοι και πολύ απροσπέλαστοι για να
τους νιώσει αυτός, ένας Ασιάτης». Είναι ο θάνατος όχι απλώς λύτρωση αλλά
και αναγκαιότητα υποταγμένη όμως στην επιθυμία του συγγραφέα που
κατευθύνει και ρυθμίζει την αφηγηματική εξέλιξη.
Η αφήγηση, όπως άλλωστε και η ζωή, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην
επιθυμία και στην ικανοποίηση, ανάμεσα στην αρχή και στο τέλος. Ο
θάνατος με την εξουσιαστική του δύναμη, υποταγμένος στα συγγραφικά
τεχνάσματα που επιβραδύνουν την άφιξή του, μεταμορφώνεται τελικά σε
ομορφιά. Ο συγγραφέας θριαμβευτής σαρκάζει απολαμβάνοντας το έργο του
και μοιράζεται με τον αναγνώστη την ικανοποίησή του.
Στα μυθιστορήματα του Καραγάτση υπολανθάνει η σύγκρουση ανάμεσα στην
ατομική επιθυμία που αντιστέκεται στον οποιονδήποτε θάνατο και στην
ιστορική ή φυσική νομοτέλεια. Η αντίσταση στο θάνατο συντελείται μέσα
από τη μυθοπλασία που θεματοποιεί εξουθενώνοντας το θάνατο και
μεταμορφώνοντάς τον σε ομορφιά. Η επιθυμία-έρωτας αντιστέκεται στην
εξουσία-θάνατο όχι για να την καταλύσει αλλά για να τη μεταμορφώσει και
να την αναδείξει σε πραγματικότητα, έστω και αν «η πραγματικότητα είναι
μια από τις λίγες λέξεις που δε σημαίνουν τίποτε χωρίς εισαγωγικά».
Η αντίθεση έρωτα και θανάτου και η διαπλοκή τους, όπως σμιλεύεται στις
αφηγηματικές συνθέσεις του Καραγάτση, ενεργοποιεί την καραγατσική
αφήγηση και φέρνει τον συγγραφέα πολύ κοντά στη μεταμοντέρνα εποχή, όπου
«οι μυθιστοριογράφοι μιμούνται τους θεωρητικούς και οι θεωρητικοί τους
μυθοπλάστες». Ο Μ. Καραγάτσης όμως, αν και πολλοί φιλοδόξησαν να τον
μιμηθούν, παραμένει στα νεοελληνικά γράμματα μοναδικό φαινόμενο
μυθοπλαστικής φαντασίας.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 12/09/1999 00:00
Νένα Ι. Κοκκινάκη
Η κυρία Νένα Ι. Κοκκινάκη είναι συγγραφέας, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών.
http://www.tovima.gr
Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015
Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015
Ο Λούκος δεν είναι δικό μας παιδί
—της Μαρίας Κατσουνάκη—
Ο Γιώργος Λούκος δεν είναι ούτε ο μόνος ούτε ο πρώτος. Ανήκει σε μια ολοένα και ευρύτερη κατηγορία προικισμένων ανθρώπων, αποδεδειγμένα ικανών και αποτελεσματικών, που απομακρύνονται από τη θέση τους με ή χωρίς αιτιολογία. Ούτως ή άλλως, «οι λόγοι», διεκπεραιωτικοί ή ισχνοί, το μόνο που ενισχύουν είναι η βεβαιότητα ότι αποκαθηλώνονται για να τοποθετηθούν στη θέση τους «δικά μας παιδιά». Συνέβη με τον διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΑΣΑ, τον επικεφαλής της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., διοικητές νοσοκομείων· προς την έξοδο οδηγείται και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Φεστιβάλ. Διόλου εμμέσως και κομψά, από το ΥΠΠΟ, του υπαγορεύουν την παραίτησή του.
Ο υπουργός, λέγεται, δέχεται αλλεπάλληλες πιέσεις να τον απομακρύνει. Εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στο στενό περιβάλλον του πρωθυπουργού, ινστρούκτορες καλλιτέχνες εκφράζουν ηχηρή αντιπάθεια. Θα έχουν τους λόγους τους. Όπως προφανώς τους λόγους του έχει και το πιο ενεργό και δυναμικό κομμάτι του καλλιτεχνικού κόσμου που δηλώνει ανυπερθέτως την υποστήριξή του στον Γιώργο Λούκο, ξένοι δημιουργοί και οι –χιλιάδες– σταθεροί θεατές του Φεστιβάλ εδώ και μία δεκαετία. Δεν έχει σημασία που πήρε έναν θεσμό άμορφο και σχεδόν από τα αζήτητα, του έδωσε σχήμα, υπόσταση και διεθνή πολιτιστική ταυτότητα. Σημασία έχει ότι δεν διαθέτει, ως Ελλην εκ του εξωτερικού ορμώμενος, τα κατάλληλα «κονέ». Εκτός ελληνικής πραγματικότητας καθώς ήταν, δεν ήξερε τι σημαίνει να σου τηλεφωνούν υψηλά ιστάμενοι για να εμφανιστεί ο/η δείνα στο Ηρώδειο, επικαλούμενοι απίθανα επιχειρήματα (επί Ν.Δ. αυτό). Εμενε εμβρόντητος, έλεγε «όχι», συνέχιζε, ώσπου προσέκρουσε σε ισχυρούς μηχανισμούς προπαγάνδας, σοβιετικού τύπου «εκκαθαρίσεις», κουράστηκε και ο ίδιος.
Ας είναι. Ας μείνει στην Οπερα της Λυών, όπου, ούτως ή άλλως, έχει τη θέση του επί δεκαετίες. Εδώ, επειδή οι διεθνείς διαγωνισμοί είναι χρονοβόροι και δεν τους έχουμε και ανάγκη γιατί ο τόπος έχει δική του αξιολογική κλίμακα, θα προκηρυχθεί εσωτερικός διαγκωνισμός, ανάμεσα στους στενότερα προσκείμενους στο κυβερνητικό κόμμα υποψηφίους. Θα τοποθετηθεί όποιος έχει την πιο ισχυρή κομματική στήριξη. Αυτό αρκεί.
dimartblog.com
Ο Γιώργος Λούκος δεν είναι ούτε ο μόνος ούτε ο πρώτος. Ανήκει σε μια ολοένα και ευρύτερη κατηγορία προικισμένων ανθρώπων, αποδεδειγμένα ικανών και αποτελεσματικών, που απομακρύνονται από τη θέση τους με ή χωρίς αιτιολογία. Ούτως ή άλλως, «οι λόγοι», διεκπεραιωτικοί ή ισχνοί, το μόνο που ενισχύουν είναι η βεβαιότητα ότι αποκαθηλώνονται για να τοποθετηθούν στη θέση τους «δικά μας παιδιά». Συνέβη με τον διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΑΣΑ, τον επικεφαλής της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., διοικητές νοσοκομείων· προς την έξοδο οδηγείται και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Φεστιβάλ. Διόλου εμμέσως και κομψά, από το ΥΠΠΟ, του υπαγορεύουν την παραίτησή του.
Ο υπουργός, λέγεται, δέχεται αλλεπάλληλες πιέσεις να τον απομακρύνει. Εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στο στενό περιβάλλον του πρωθυπουργού, ινστρούκτορες καλλιτέχνες εκφράζουν ηχηρή αντιπάθεια. Θα έχουν τους λόγους τους. Όπως προφανώς τους λόγους του έχει και το πιο ενεργό και δυναμικό κομμάτι του καλλιτεχνικού κόσμου που δηλώνει ανυπερθέτως την υποστήριξή του στον Γιώργο Λούκο, ξένοι δημιουργοί και οι –χιλιάδες– σταθεροί θεατές του Φεστιβάλ εδώ και μία δεκαετία. Δεν έχει σημασία που πήρε έναν θεσμό άμορφο και σχεδόν από τα αζήτητα, του έδωσε σχήμα, υπόσταση και διεθνή πολιτιστική ταυτότητα. Σημασία έχει ότι δεν διαθέτει, ως Ελλην εκ του εξωτερικού ορμώμενος, τα κατάλληλα «κονέ». Εκτός ελληνικής πραγματικότητας καθώς ήταν, δεν ήξερε τι σημαίνει να σου τηλεφωνούν υψηλά ιστάμενοι για να εμφανιστεί ο/η δείνα στο Ηρώδειο, επικαλούμενοι απίθανα επιχειρήματα (επί Ν.Δ. αυτό). Εμενε εμβρόντητος, έλεγε «όχι», συνέχιζε, ώσπου προσέκρουσε σε ισχυρούς μηχανισμούς προπαγάνδας, σοβιετικού τύπου «εκκαθαρίσεις», κουράστηκε και ο ίδιος.
Ας είναι. Ας μείνει στην Οπερα της Λυών, όπου, ούτως ή άλλως, έχει τη θέση του επί δεκαετίες. Εδώ, επειδή οι διεθνείς διαγωνισμοί είναι χρονοβόροι και δεν τους έχουμε και ανάγκη γιατί ο τόπος έχει δική του αξιολογική κλίμακα, θα προκηρυχθεί εσωτερικός διαγκωνισμός, ανάμεσα στους στενότερα προσκείμενους στο κυβερνητικό κόμμα υποψηφίους. Θα τοποθετηθεί όποιος έχει την πιο ισχυρή κομματική στήριξη. Αυτό αρκεί.
dimartblog.com
Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015
Οι δύο καταδίκες του Αύγουστου Κορτώ
Ηταν μια σύντομη τηλεοπτική παράγραφος που
παρεισέφρησε ανεπαισθήτως στη εξέλιξη της συνέντευξης του Πάνου Καμμένου
στην εκπομπή «Ενικός». Μικρός, φευγαλέος διάλογος σε κλίμα
φιλοφρονήσεων και μετά η κανονική ροή. Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε -κανείς
δεν έφερε αντίρρηση και ένας ανυπεράσπιστος άνθρωπος διασύρθηκε αμαχητί
για δεύτερη φορά από τον ίδιο θύτη.
Η συζήτηση περιστρεφόταν γύρω από το σύμφωνο συμβίωσης. Ο υπουργός, σε εμφανή δυσκολία να διεκπεραιώσει τις συγκρουόμενες υποχρεώσεις του και προς την πρώτη φορά Αριστερά και προς τους συντηρητικούς ψηφοφόρους του, ρίχνει τη μπάλα στα μνήματα. «Θυμάστε όταν σας επιτέθηκε ο Κορτώ, κ.Βερύκιε…» «Βέβαια! Αν είναι δυνατόν, εγώ να θεωρηθώ ομοφοβικός. Αλλά τι να πει κανείς, στην Ελλάδα ζούμε», απάντησε καταχαρούμενος ο δημοσιογράφος, ο οποίος παρεμπιπτόντως καλύπτει το ρεπορτάζ του προσκεκλημένου υπουργού.
Τρεις προτάσεις, τρείς ανακρίβειες. Ο Κορτώ δεν έκανε ποτέ καμία επίθεση στον Δήμο Βερύκιο. Ο Κορτώ αμύνθηκε. Ο κ. Βερύκιος δεν είναι κάποια πασίγνωστη προσωπικότητα ώστε να ξέρουμε όλοι ότι δεν είναι δυνατόν να είναι ομοφοβικός. Την πληροφορία μπορούσαμε να την έχουμε μόνο από τον ίδιο. Και την αποκτήσαμε σε εκείνη την εκπομπή που έπειθε τον καθένα ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να είναι το υπόδειγμα που ενσαρκώνει τον όρο. Η ευφάνταστη χυδαιότητα στο ομοφοβικό παραλήρημα της ημέρας εκείνης μόνο ως παρεξήγηση δεν μπορεί να εκληφθεί. Στην κατακλείδα του πάντως είχε δίκιο ο κ.Βερύκιος- στην Ελλάδα ζούμε, τη χώρα που η πραγματικότητα μπορεί να αντιστραφεί μπροστά στα μάτια μας σαν να μην τρέχει τίποτα.
Χιλιάδες είχαν ακούσει την ραδιοφωνική εκπομπή που περιέγραφε τον Αύγουστο Κορτώ ως διεστραμμένο (δεν θα επαναλάβω τους αδιανόητους χαρακτηρισμούς) . Πολύ περισσότερες χιλιάδες, λόγω της μεγάλης θεαματικότητας της εκπομπής «Ενικός», πληροφορήθηκαν ότι ο Κορτώ επιπλέον είναι και κοινός συκοφάντης. Και ασφαλώς ότι ο κ.Βερύκιος είναι ένας αδίκως συκοφαντημένος gay friendly. Όποιος άκουσε άκουσε και για μια ακόμα φορά ο συγγραφέας καταδικάστηκε ανυπεράσπιστος. Ουδείς από τους παρευρισκόμενους ένιωσε την ανάγκη να αποκαταστήσει την αλήθεια για έναν διπλά αδικημένο άνθρωπο.
Πολλές φορές έχω ακούσει τον κ. Χατζηνικολάου να λέει «Είναι απών, δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε αυτόν». Και ο Κορτώ απών ήταν και το ψέμα εξόφθαλμο. Η δημοσιογραφία δεν κρίνεται μόνο από τα μεγάλα αλλά και από τα μικρά. Το όμορφο κλίμα που υπήρχε ανάμεσα στον υπουργό και τους δημοσιογράφους δεν δικαιολογεί την αφωνία των ανθρώπων που το επάγγελμά τους είναι η ανάδειξη της αλήθειας, την οποία αναμφίβολα όλοι γνώριζαν. Ο οικοδεσπότης, άνθρωπος που συνήθως δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, είναι απορίας άξιον πώς επέτρεψε να συμβεί.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστώνΗ συζήτηση περιστρεφόταν γύρω από το σύμφωνο συμβίωσης. Ο υπουργός, σε εμφανή δυσκολία να διεκπεραιώσει τις συγκρουόμενες υποχρεώσεις του και προς την πρώτη φορά Αριστερά και προς τους συντηρητικούς ψηφοφόρους του, ρίχνει τη μπάλα στα μνήματα. «Θυμάστε όταν σας επιτέθηκε ο Κορτώ, κ.Βερύκιε…» «Βέβαια! Αν είναι δυνατόν, εγώ να θεωρηθώ ομοφοβικός. Αλλά τι να πει κανείς, στην Ελλάδα ζούμε», απάντησε καταχαρούμενος ο δημοσιογράφος, ο οποίος παρεμπιπτόντως καλύπτει το ρεπορτάζ του προσκεκλημένου υπουργού.
Τρεις προτάσεις, τρείς ανακρίβειες. Ο Κορτώ δεν έκανε ποτέ καμία επίθεση στον Δήμο Βερύκιο. Ο Κορτώ αμύνθηκε. Ο κ. Βερύκιος δεν είναι κάποια πασίγνωστη προσωπικότητα ώστε να ξέρουμε όλοι ότι δεν είναι δυνατόν να είναι ομοφοβικός. Την πληροφορία μπορούσαμε να την έχουμε μόνο από τον ίδιο. Και την αποκτήσαμε σε εκείνη την εκπομπή που έπειθε τον καθένα ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να είναι το υπόδειγμα που ενσαρκώνει τον όρο. Η ευφάνταστη χυδαιότητα στο ομοφοβικό παραλήρημα της ημέρας εκείνης μόνο ως παρεξήγηση δεν μπορεί να εκληφθεί. Στην κατακλείδα του πάντως είχε δίκιο ο κ.Βερύκιος- στην Ελλάδα ζούμε, τη χώρα που η πραγματικότητα μπορεί να αντιστραφεί μπροστά στα μάτια μας σαν να μην τρέχει τίποτα.
Χιλιάδες είχαν ακούσει την ραδιοφωνική εκπομπή που περιέγραφε τον Αύγουστο Κορτώ ως διεστραμμένο (δεν θα επαναλάβω τους αδιανόητους χαρακτηρισμούς) . Πολύ περισσότερες χιλιάδες, λόγω της μεγάλης θεαματικότητας της εκπομπής «Ενικός», πληροφορήθηκαν ότι ο Κορτώ επιπλέον είναι και κοινός συκοφάντης. Και ασφαλώς ότι ο κ.Βερύκιος είναι ένας αδίκως συκοφαντημένος gay friendly. Όποιος άκουσε άκουσε και για μια ακόμα φορά ο συγγραφέας καταδικάστηκε ανυπεράσπιστος. Ουδείς από τους παρευρισκόμενους ένιωσε την ανάγκη να αποκαταστήσει την αλήθεια για έναν διπλά αδικημένο άνθρωπο.
Πολλές φορές έχω ακούσει τον κ. Χατζηνικολάου να λέει «Είναι απών, δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σε αυτόν». Και ο Κορτώ απών ήταν και το ψέμα εξόφθαλμο. Η δημοσιογραφία δεν κρίνεται μόνο από τα μεγάλα αλλά και από τα μικρά. Το όμορφο κλίμα που υπήρχε ανάμεσα στον υπουργό και τους δημοσιογράφους δεν δικαιολογεί την αφωνία των ανθρώπων που το επάγγελμά τους είναι η ανάδειξη της αλήθειας, την οποία αναμφίβολα όλοι γνώριζαν. Ο οικοδεσπότης, άνθρωπος που συνήθως δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, είναι απορίας άξιον πώς επέτρεψε να συμβεί.
Ανδρέας Πετρουλάκης protagon.gr
Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015
Εδώ τελειώνει το αστείο
Πόσο να γελάσει κανείς με την ανοργανωσιά, με την προχειρότητα, με την ανοησία, με τις γκάφες της κυβέρνησης;
Δεν έχει έρµα. Αυτό είναι το πρόβλημα της
κυβέρνησης. Τη μία έτσι, την άλλη αλλιώς, στα μικρά και τα μεγάλα, στα
σημαντικά και τα ασήμαντα. Ισχύει για τον Πρωθυπουργό, για τους
υπουργούς, για τους βουλευτές. Τα παραδείγματα είναι κάποιες φορές
ανησυχητικά, κάποιες φορές αστεία.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει αποφασίσει ακόμη ποιος θα φυλάει τα σύνορα. Ξέρει ότι η χώρα είναι αδύναμη, χωρίς εξοπλισμό, χωρίς πόρους, άρα δυσκολεύεται στους συνοριακούς ελέγχους. Από την άλλη, προέκυψε ένα είδος εθνικής υπερηφάνειας, σε μορφή αεροζόλ, που τον οδήγησε σε κόνξες. Να γίνουμε συγκεκριμένοι. Τον Σεπτέμβριο ο Πρωθυπουργός δήλωνε για την προσέλευση προσφύγων: «Θέλουμε την περιφρούρηση από τη Frontex, δεν μπορεί να ανταποκριθεί το Λιμενικό. Οι πρόσφυγες στην Αθήνα έρχονται για να φύγουν. Δεν αρκεί το κέντρο φιλοξενίας στον Ελαιώνα». Τον Οκτώβριο ο ίδιος πρωθυπουργός αντέδρασε αρνητικά στην πρόταση για αξιοποίηση της Frontex στα σύνορα μεταξύ πΓΔΜ και Ελλάδας με το δικαιολογητικό ότι μια τέτοια κίνηση «θα κόψει στα δύο τον μεταναστευτικό διάδρομο μεταξύ Ανατολικής Μεσογείου και Βόρειας Ευρώπης».
Αυτή είναι εξωτερική πολιτική, να θέλει Frontex και ευρωπαϊκά σύνορα ανάλογα με την περίσταση και τα κέφια.
Στη φορολόγηση των αυτοκινήτων υπάρχει η ίδια
εικόνα ανερμάτιστων σχεδίων. Λέει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών
Τρύφων Αλεξιάδης ότι θα αυξηθεί ο φόρος στη βενζίνη ώστε να επιβαρύνεται
περισσότερο η χρήση του αυτοκινήτου. Θα πληρώνουν όσοι κινούν
περισσότερο τα αυτοκίνητά τους ή έχουν μεγάλου κυβισμού οχήματα. Θα
ωφεληθούν όσοι δεν τα μετακινούν ή έχουν «ένα αυτοκινητάκι που καίει
λίγα». Ταυτόχρονα, θα μειωθούν τα τέλη κυκλοφορίας για να μπορέσουν να
πάρουν πίσω τις πινακίδες τους όσοι τις έχουν καταθέσει.
Ερώτημα: Εχει υπολογίσει ο υπουργός πόσοι πιθανώς θα πάρουν πίσω τις πινακίδες; Εχει μελετήσει πόσο μειώνεται η κατανάλωση καυσίμων όταν αυξάνεται η τιμή τους; Εχει προσδοκώμενο κέρδος από όλες τις αλλαγές; Εχει τη βεβαιότητα ότι αυτό που πάει να εφαρμόσει είναι καλύτερο; Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι κάτοχοι οχημάτων έχουν κουραστεί υπερβολικά από τις συνεχείς αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης. Δεν ξέρουν ποτέ τι μέλλει γενέσθαι. Δεν μπορούν να κάνουν το κουμάντο τους.
Η ίδια αναστάτωση, και χειρότερη, δημιουργήθηκε με την ιδέα φορολόγησης του κρασιού ανά φιάλη, με τα πισωγυρίσματα στην επιβολή ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση, με το εντελώς πρόχειρο περιουσιολόγιο στο οποίο θα δηλώνονται ρολόγια, βραχιόλια, πίνακες. Προκύπτει ότι δεν υπάρχει ένα σχέδιο για τις δημόσιες εισπράξεις. Τα επιτελεία κάθονται στο τραπέζι, πετούν ιδέες και ό,τι προκύψει τυχαία ανακοινώνεται ή παίρνει τον δρόμο της διαρροής.
Στα ανερµάτιστα των ηµερών κατατάσσεται και η
επιθυμία του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά να ταξιδέψει από το Τελ
Αβίβ, όπου βρισκόταν, απευθείας στην Τεχεράνη. Οι ιρανικές Αρχές
διεμήνυσαν ότι δεν δέχονται κανένα αεροσκάφος που προέρχεται από το
Ισραήλ. Εντάξει, είναι στοιχειώδης γνώση του κώδικα ένας υπουργός να μη
συνδέει απευθείας τις επισκέψεις του σε χώρες εχθρικά διακείμενες μεταξύ
τους. Σαν να μην έφτανε αυτή η γκάφα, ο υπουργός Εξωτερικών (ο ίδιος
και όχι ο σοφέρ του) δήλωσε ότι όσοι είναι εχθροί του Ισραήλ είναι και
εχθροί της Ελλάδας. Κατόπιν ξεκίνησε να πάει στην Τεχεράνη.
Είναι προφανές ότι πρόκειται για κυβέρνηση της πλάκας. Μόνο που η πλάκα έχει σταματήσει να προκαλεί γέλιο. Πόσο να γελάσει κανείς με την ανοργανωσιά, πόσο να γελάσει με την προχειρότητα, με την ανοησία, πόσο να γελάσει με τις γκάφες; Κάπου εδώ τελειώνει το αστείο και δεν γελάμε πια. Αυτός είναι ο τρόπος που ο κόσμος τελειώνει, όχι με κρότο αλλά με έναν λυγμό.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015
Πού πήγε ο τσαμπουκάς του κυρίου Πολάκη;
Πηγή: www.lifo.gr
Ο «μάγκας στα εύκολα» αν. Υπουργός Υγείας, μοιάζει ανίσχυρος τώρα που τον χρειάζονται πραγματικά Πηγή: www.lifo.gr
Ο «μάγκας στα εύκολα» αν. Υπουργός Υγείας, μοιάζει ανίσχυρος τώρα που τον
χρειάζονται πραγματικά 14.12.2015 | 21:00
Ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Παύλος Πολάκης και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ
Παύλος Πολάκης Από τον ΑΡΗ ΔΗΜΟΚΙΔΗ Τον θυμόμαστε να τσαμπουκαλεύεται πριν
λίγες ημέρες στη συνέντευξη τύπου του, με τον ανώτερο του Υπουργό Υγείας δίπλα
του σε ρόλο κομπάρσου.
Ο αμφιλεγόμενος αν. υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ (που κατά δήλωση
του, εκτός των άλλων παραπλανούσε την εφορία διατηρώντας δίπλα βιβλία στον Δήμο
του) είχε κλέψει την παράσταση καταφέρνοντας να τσακωθεί ακόμα και για το πως
προφέρεται ο ιός HIV. Την ίδια στιγμή όμως που ο κος Πολάκης κατηγορούσε την
Διαπλοκή για τις ερωτήσεις που του γίνονταν, ήταν γνωστό πως οι οροθετικοί της
Ελλάδας έχουν σταματήσει να παίρνουν τα φάρμακα τους. Δεν έχουν να πάρουν ούτε
χάπι, πράγμα τρομερα επικίνδυνο για την υγεία τους.
Πριν μέρες κάναμε πρώτο
θέμα την έλλειψη φαρμάκων με αφορμή την καταγγελία του δημοσιογράφου Τάσου
Θεοδωρόπουλου. Το ζήτημα ακούστηκε παντού, το έπαιξαν οι τηλεοράσεις, οι
υπεύθυνοι δήλωσαν πως θα λυθεί αμέσως, και επιστρέψαμε στις δουλειές μας
ήσυχοι. Έλα όμως που τίποτα δεν άλλαξε.
Πέρασαν 11 κρίσιμες μέρες απ' το μεγάλο
μπαμ (και πολύ περισσότερες από τότε που τα φάρμακα τελείωσαν) και ακόμα και
σήμερα, παρά τις υποσχέσεις το Λαϊκό Νοσοκομείο δεν έχει φάρμακα να δώσει και
οι οροθετικοί βγαίνουν στους δρόμους μπας και καταφέρουν να συγκινήσουν το
Υπουργείο Υγείας, δηλαδή τον κύριο Πολακη και τον, αμίλητο κομπάρσο στον
πρόσφατο καβγά του, κύριο Ξανθό.
Από παράσταση διαμαρτυρίας που έγινε στα τέλη
Νοεμβρίου στο ΑΧΕΠΑ για τις ελλείψεις σε αντιρετροϊκά.
[Συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην Αθήνα, στην είσοδο του Λαϊκού
Νοσοκομείου, θα πραγματοποιήσει αύριο Τρίτη 15/12, στις 08:30 το πρωί, ο
Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδος «Θετική Φωνή». Η διαμαρτυρία γίνεται για το
πρόβλημα των σοβαρών ελλείψεων αντιρετροϊκών φαρμάκων στα νοσοκομεία της χώρας
και ζητείται από το υπουργείο Υγείας να αποκαταστήσει άμεσα την ομαλή διάθεση
τους. Ο Σύλλογος οροθετικών αναφέρει ότι θα κλιμακώσει τις κινητοποιήσεις και
πως θα καταθέσει και μήνυση κατά παντός υπευθύνου, προκειμένου «να αποδοθούν οι
ευθύνες για αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, που αποτελεί κατάφωρη παραβίαση
θεμελιωδών δικαιωμάτων και ευθεία απειλή έναντι της ζωής και της υγείας των
ανθρώπων που ζουν με HIV/AIDS».]
Είναι εύκολο να τα βάζει ο κάθε Πολάκης (στα
λόγια βέβαια) με την Διαπλοκή και τους Κακούς δημοσιογράφους. Τον τσαμπουκά του
όμως πρέπει να τον δείξει στην πράξη, κάνοντας τη δουλειά του. Αν φταίει ο
Πρωθυπουργός που δεν εγκρίθηκαν οι δαπάνες, ας πάει να τον βρει και με
τσαμπουκάδες ή ευγένειες να τον πείσει να λύσει τώρα το θέμα. Αν φταίει ο
ίδιος, ας παραιτηθεί.
Δεν χρειάζεται να ξέρει αν διαβάζεται ΧΙΒ ή HIV. Αρκεί να
γνωρίζει πως λίγο ακόμα αν αφήσει τους ανθρώπους χωρίς τα φάρμακα τους μπορεί
να γίνει και υπεύθυνος για το θάνατο τους.
Ο «μάγκας στα εύκολα» αν. Υπουργός Υγείας, μοιάζει ανίσχυρος τώρα που τον χρειάζονται πραγματικά
14.12.2015 | 21:00 Πηγή: www.lifo.gr
Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015
Νούμερα
—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα—
Στην πρόσφατη κοινοβουλευτική κόντρα του με την κ. Μπακογιάννη, ο πρωθυπουργός ανέφερε τα εξής : «θα ήταν δικαιολογημένη μια μικρή οίηση σε κάποιον που δεν προέρχεται από «τζάκι»» και κατάφερε στα σαράντα του να γίνει πρωθυπουργός». Τα λόγια του έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ακριβώς επειδή στη σύντομη βιογραφική αυτοπροβολή του, ο πρωθυπουργός εκφράστηκε —σε τρίτο πρόσωπο— με μια διατύπωση αρκετά θολή και προβληματική. Γιατί άραγε «θα ήταν δικαιολογημένη» και κυρίως από ποιους και πόσους, αυτή η «μικρή οίηση»; Επίσης, επειδή σύμφωνα με τα λεξικά, η οίηση είναι συνδυασμένη με την έπαρση και την αλαζονεία είναι μάλλον σίγουρο ότι δεν υπάρχει η έννοια της «μικρής οίησης», που επικαλέστηκε ο κ. Τσίπρας. Τέλος, η αναφορά στην ηλικία συνιστά από μόνη της όχι μόνο ένα φραστικό αλλά και ένα θεσμικό ατόπημα : το έτος γέννησης του κ. Τσίπρα αφορά το ληξιαρχείο αλλά δεν αφορά την επίσημη εκπροσώπηση της χώρας από τον εκάστοτε πρωθυπουργό της. Η χώρα άλλωστε γνώρισε και άλλους επίδοξους πρωθυπουργούς που ηλικιακά διένυαν τη «δεκαετία των σαράντα» και εξελέγησαν όταν πενηντάρισαν — με τα γνωστά αποτελέσματα. Θα έφταιγε, βέβαια, το γεγονός ότι αυτοί ήταν από «τζάκι», ενώ ο κ. Τσίπρας είναι μάλλον το «παιδί του λαού»∙ αυτού του «λαού» που διαρκώς επικαλείται ο ίδιος, όταν πρόκειται να τον μετατρέψει σε αντικείμενο της δημαγωγικής ρητορείας του.
Προφανώς είναι και νόμιμη και θεμιτή η ατομική περηφάνια ενός πολιτικού, που από οποιαδήποτε θέση υπηρετεί τη βούληση των πολιτών και τα κρίσιμα συμφέροντα της χώρας του. Αλλά η περηφάνια δεν έχει καμία σχέση με την οίηση. Η οίηση δεν δικαιολογείται και, πάντως, δεν μπορεί να ανήκει στο ήθος της αριστεράς. Δεν ξέρω βέβαια αν ο κ. Τσίπρας αναγνωρίζει αυτό το ήθος. Παιδί του κομματικού σωλήνα ο ίδιος, διέπρεψε στον «κομματικό συνδικαλισμό»∙ γεγονός που του επέτρεψε τη γρήγορη άνοδο στην ηγεσία ενός παλαιοημερολογίτικου κόμματος, το οποίο μετά το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού» άλλοτε κοιτούσε προς την «αντιπαγκοσμιοποίηση», άλλοτε προς τον τσαβισμό και άλλοτε προς το νεοκομμουνισμό.
Με πρωταγωνιστή, άλλωστε, τον κ. Τσίπρα, το κόμμα αυτό ηγήθηκε του «αντιμνημονιακού μετώπου», οδηγώντας την ελληνική κοινωνία σε μια πρωτοφανή πλαστή πόλωση αλλά και σε μια πρωτοφανή εκστρατεία πολιτικής εξαπάτησης: διαγραφή χρέους, 13η σύνταξη σε ορισμένες κατηγορίες, κατοχύρωση του ΕΚΑΣ, 751 ευρώ κατώτερος μισθός, καμία ιδιωτικοποίηση, «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη», επιδόματα πετρελαίου θέρμανσης και στήριξη νέων και ανέργων στην «ανθρωπιστική κρίση». Στην ιστορία της μεταπολίτευσης, δεν πρέπει να έχει υπάρξει άλλο κόμμα, που να έχει διαψευστεί προγραμματικά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Και δεν πρέπει να έχει υπάρξει άλλο εκλογικό σώμα που να βλέπει ότι οι προσδοκίες του εξανεμίστηκαν μέσα σε ένα μόλις χρόνο.
Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι. Ο ΣΥΡΙΖΑ «τα μάζεψε» και, με ταχύρρυθμα μαθήματα καθεστωτικής κουλτούρας, έγινε πλέον ο κορμός της νέας μνημονιακής διακυβέρνησης. Ο κ. Τσίπρας κέρδισε τρεις συνεχόμενες εκλογές μέσα σε διάστημα ενός χρόνου και τώρα μοιάζει κυρίαρχος του παιχνιδιού, διαχειριζόμενος πλέον τη διάψευση των δικών του υποσχέσεων και επιλογών, καθώς και την ανυπαρξία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η αλαζονεία του ωστόσο συμπληρώθηκε και με την ημιμάθεια. Αφού παρακολούθησε την παράσταση του γνωστού «τηλε-λαϊκιστή» Λάκη Λαζόπουλου, ο πρωθυπουργός δήλωσε : «Noμίζω ότι αυτό το έργο που έφτιαξε μοιάζει λίγο από τα έργα κλασικών συγγραφέων του ελληνικού θεάτρου και του ελληνικού κινηματογράφου». Και πάλι, η θολή διατύπωση γεννάει ερωτηματικά : πόσο «κλασικός», δηλαδή, είναι ο κ. Λαζόπουλος, αφού το έργο του «μοιάζει λίγο» —πόσο λίγο;— με τους κλασικούς του θεάτρου και του σινεμά;
Ευτυχώς ο κ. Τσίπρας δεν είναι σίγουρος («νομίζω», λέει)∙ ίσως επειδή στα νιάτα του η αναπλήρωση των ωρών διδασκαλίας μετά τις καταλήψεις δεν είχε ως προτεραιότητα τους λογής-λογής «κλασικούς». Άλλωστε μοιράζεται κι αυτός την ίδια αγωνία με τον Λαζόπουλο. Μετράνε και οι δύο «τα νούμερα» της τηλεθέασης και των δημοσκοπήσεων. Όταν υποχωρήσουν τα νούμερα, θα μείνουν οι δυο τους —και μάλιστα ως δίδυμο— να αναλογίζονται τι πήγε στραβά με την παράσταση.
dimartblog.com
Στην πρόσφατη κοινοβουλευτική κόντρα του με την κ. Μπακογιάννη, ο πρωθυπουργός ανέφερε τα εξής : «θα ήταν δικαιολογημένη μια μικρή οίηση σε κάποιον που δεν προέρχεται από «τζάκι»» και κατάφερε στα σαράντα του να γίνει πρωθυπουργός». Τα λόγια του έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ακριβώς επειδή στη σύντομη βιογραφική αυτοπροβολή του, ο πρωθυπουργός εκφράστηκε —σε τρίτο πρόσωπο— με μια διατύπωση αρκετά θολή και προβληματική. Γιατί άραγε «θα ήταν δικαιολογημένη» και κυρίως από ποιους και πόσους, αυτή η «μικρή οίηση»; Επίσης, επειδή σύμφωνα με τα λεξικά, η οίηση είναι συνδυασμένη με την έπαρση και την αλαζονεία είναι μάλλον σίγουρο ότι δεν υπάρχει η έννοια της «μικρής οίησης», που επικαλέστηκε ο κ. Τσίπρας. Τέλος, η αναφορά στην ηλικία συνιστά από μόνη της όχι μόνο ένα φραστικό αλλά και ένα θεσμικό ατόπημα : το έτος γέννησης του κ. Τσίπρα αφορά το ληξιαρχείο αλλά δεν αφορά την επίσημη εκπροσώπηση της χώρας από τον εκάστοτε πρωθυπουργό της. Η χώρα άλλωστε γνώρισε και άλλους επίδοξους πρωθυπουργούς που ηλικιακά διένυαν τη «δεκαετία των σαράντα» και εξελέγησαν όταν πενηντάρισαν — με τα γνωστά αποτελέσματα. Θα έφταιγε, βέβαια, το γεγονός ότι αυτοί ήταν από «τζάκι», ενώ ο κ. Τσίπρας είναι μάλλον το «παιδί του λαού»∙ αυτού του «λαού» που διαρκώς επικαλείται ο ίδιος, όταν πρόκειται να τον μετατρέψει σε αντικείμενο της δημαγωγικής ρητορείας του.
Προφανώς είναι και νόμιμη και θεμιτή η ατομική περηφάνια ενός πολιτικού, που από οποιαδήποτε θέση υπηρετεί τη βούληση των πολιτών και τα κρίσιμα συμφέροντα της χώρας του. Αλλά η περηφάνια δεν έχει καμία σχέση με την οίηση. Η οίηση δεν δικαιολογείται και, πάντως, δεν μπορεί να ανήκει στο ήθος της αριστεράς. Δεν ξέρω βέβαια αν ο κ. Τσίπρας αναγνωρίζει αυτό το ήθος. Παιδί του κομματικού σωλήνα ο ίδιος, διέπρεψε στον «κομματικό συνδικαλισμό»∙ γεγονός που του επέτρεψε τη γρήγορη άνοδο στην ηγεσία ενός παλαιοημερολογίτικου κόμματος, το οποίο μετά το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού» άλλοτε κοιτούσε προς την «αντιπαγκοσμιοποίηση», άλλοτε προς τον τσαβισμό και άλλοτε προς το νεοκομμουνισμό.
Με πρωταγωνιστή, άλλωστε, τον κ. Τσίπρα, το κόμμα αυτό ηγήθηκε του «αντιμνημονιακού μετώπου», οδηγώντας την ελληνική κοινωνία σε μια πρωτοφανή πλαστή πόλωση αλλά και σε μια πρωτοφανή εκστρατεία πολιτικής εξαπάτησης: διαγραφή χρέους, 13η σύνταξη σε ορισμένες κατηγορίες, κατοχύρωση του ΕΚΑΣ, 751 ευρώ κατώτερος μισθός, καμία ιδιωτικοποίηση, «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη», επιδόματα πετρελαίου θέρμανσης και στήριξη νέων και ανέργων στην «ανθρωπιστική κρίση». Στην ιστορία της μεταπολίτευσης, δεν πρέπει να έχει υπάρξει άλλο κόμμα, που να έχει διαψευστεί προγραμματικά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Και δεν πρέπει να έχει υπάρξει άλλο εκλογικό σώμα που να βλέπει ότι οι προσδοκίες του εξανεμίστηκαν μέσα σε ένα μόλις χρόνο.
Τη συνέχεια την ξέρουμε όλοι. Ο ΣΥΡΙΖΑ «τα μάζεψε» και, με ταχύρρυθμα μαθήματα καθεστωτικής κουλτούρας, έγινε πλέον ο κορμός της νέας μνημονιακής διακυβέρνησης. Ο κ. Τσίπρας κέρδισε τρεις συνεχόμενες εκλογές μέσα σε διάστημα ενός χρόνου και τώρα μοιάζει κυρίαρχος του παιχνιδιού, διαχειριζόμενος πλέον τη διάψευση των δικών του υποσχέσεων και επιλογών, καθώς και την ανυπαρξία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η αλαζονεία του ωστόσο συμπληρώθηκε και με την ημιμάθεια. Αφού παρακολούθησε την παράσταση του γνωστού «τηλε-λαϊκιστή» Λάκη Λαζόπουλου, ο πρωθυπουργός δήλωσε : «Noμίζω ότι αυτό το έργο που έφτιαξε μοιάζει λίγο από τα έργα κλασικών συγγραφέων του ελληνικού θεάτρου και του ελληνικού κινηματογράφου». Και πάλι, η θολή διατύπωση γεννάει ερωτηματικά : πόσο «κλασικός», δηλαδή, είναι ο κ. Λαζόπουλος, αφού το έργο του «μοιάζει λίγο» —πόσο λίγο;— με τους κλασικούς του θεάτρου και του σινεμά;
Ευτυχώς ο κ. Τσίπρας δεν είναι σίγουρος («νομίζω», λέει)∙ ίσως επειδή στα νιάτα του η αναπλήρωση των ωρών διδασκαλίας μετά τις καταλήψεις δεν είχε ως προτεραιότητα τους λογής-λογής «κλασικούς». Άλλωστε μοιράζεται κι αυτός την ίδια αγωνία με τον Λαζόπουλο. Μετράνε και οι δύο «τα νούμερα» της τηλεθέασης και των δημοσκοπήσεων. Όταν υποχωρήσουν τα νούμερα, θα μείνουν οι δυο τους —και μάλιστα ως δίδυμο— να αναλογίζονται τι πήγε στραβά με την παράσταση.
dimartblog.com
Ασυνάρτητη κυβέρνηση
ΠΑΣΧΟΣ ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗΣ
Εντάξει! Δεν χρειάζεται να πάρουμε και
κατάκαρδα τις βόλτες σε όλη την Ελλάδα που κάνει η κυβέρνηση στους
οικονομικούς μετανάστες· από την πλατεία Βικτωρίας, στην Ειδομένη κι από
εκεί στο Ελληνικό για να καταλήξουν –πάμε στοίχημα;– πάλι στην πλατεία
Βικτωρίας. Είναι η ίδια κυβέρνηση που περιέφερε ολόκληρη τη χώρα επί
επτάμηνο από διαπραγμάτευση σε διαπραγμάτευση με τα πουκάμισα έξω. Οπως
επίσης δεν πρέπει να λαμβάνουμε τοις μετρητοίς δηλώσεις για τους
πρόσφυγες που με μαγικό τρόπο «εξαφανίζονται από τις πλατείες». Αυτές
προέρχονται από στελέχη εκείνου του πολιτικού χώρου που υπογράμμιζαν ότι
οι εταίροι δεν έχουν άλλη εναλλακτική, πέρα από το να χορεύουν στον
ρυθμό που βαρούσαν τα νταούλια του κ. Γιάνη Βαρουφάκη.
Το βασικό χαρακτηριστικό αυτής της κυβέρνησης δεν είναι η αριστεροσύνη της. Δεν είναι καν οι δεξιές εθνικολαϊκιστικές αποχρώσεις που δίνει ο μικρότερος εταίρος της. Είναι ότι πορεύεται χωρίς σχέδιο σε όλα.
Από την οικονομία μέχρι το μεταναστευτικό και μέχρι τη στελέχωση του δημόσιου τομέα. Οπως οι μετανάστες κάνουν κύκλους στην επικράτεια, έτσι και η κυβέρνηση κόβει βόλτες επί παντός. Ψηφίζει νομοσχέδια και οι υπουργοί της δηλώνουν ότι δεν θα τα εφαρμόσουν. Εξαγγέλλει φόρους για να τους διαψεύσει μόλις δημοσιευτούν. Περιφέρει τον ΦΠΑ από το βόειο κρέας, στα σχολεία, στο κρασί, στις στήλες των τυχερών παιγνίων και δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει. Είναι μια κυβέρνηση που πορεύεται μόνο με γινάτια και δίχως σχέδιο. Κάθε μέρα επιφυλάσσει μια έκπληξη στους πολίτες· πάντα δυσάρεστη.
Αυτή είναι η λογική κατάληξη ενός χώρου που δεν έχει κάνει την παραμικρή επεξεργασία θέσεων. Ολα τα προηγούμενα χρόνια ασχολιόταν με την αρνητική επικοινωνία. Στόχος αυτής της Αριστεράς μέχρι σήμερα ήταν να αποδομήσει –κυρίως διά συκοφαντιών– τους αντιπάλους της. Κάθε πρόταση διεξόδου από τα προβλήματα χαρακτηριζόταν –στην καλύτερη περίπτωση– «νεοφιλελεύθερη». Ενώ ολόκληρη η δυτική Ευρώπη προσπαθούσε να σώσει διά της ευασφάλειας το κοινωνικό κράτος από τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης, η Αριστερά περιοριζόταν να καταγγέλλει την παγκοσμιοποίηση (λες και θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να τη σταματήσει) και συκοφαντούσε την έστω λειψή αυτή λύση ως «ανάλγητη». Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε 1,5 εκατομμύριο ανέργους χωρίς καμιά ευελιξία και, κυρίως, χωρίς ασφάλεια. Από την άλλη, ενώ σε όλες τις τουριστικές περιοχές του πλανήτη οι μαγαζάτορες προσπαθούν να πουλήσουν στους επισκέπτες όσο περισσότερα μπορούν, η Πρόοδος έκλεινε με τραμπουκισμούς τα καταστήματα που άνοιγαν τις Κυριακές. Δαιμονοποίησε την επιχειρηματικότητα, τα ΜΜΕ, πολιτικούς χώρους, διανοούμενους, τεχνοκράτες, πολιτικά στελέχη και τώρα, που χρειάζεται τη βοήθεια όλων, δεν έχει με ποιους να συνεργαστεί. Προχειρολογούσε ασυνάρτητα για όλα τα προβλήματα της χώρας. Δεν μπόρεσε, για παράδειγμα, να ξεχωρίσει την αναγκαία νόμιμη βία από την παράνομη και τώρα επιβάλλει λογοκρισία στα ΜΜΕ απαγορεύοντας στους δημοσιογράφους να καλύψουν την ορθή και αναγκαστική απομάκρυνση των μεταναστών από τη μοναδική σιδηροδρομική αρτηρία της χώρας.
Εχουμε μια «κυβέρνηση ό,τι να ’ναι», που τον πρώτο καιρό κάλυπτε όλα τα ελλείμματα της πολιτικής της με επαναστατικές ανοησίες και τώρα που δεν περνούν, τα στελέχη της εκνευρίζονται. Θα δούμε πολλά στο άμεσο μέλλον, διότι ουδείς από αυτούς έμαθε να δουλεύει και να μελετά σε βάθος τα προβλήματα. Η ασυναρτησία θα ενταθεί και για να την καλύψει θα προχωράει σε όλο και πιο αντιδημοκρατικές πρακτικές.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Το βασικό χαρακτηριστικό αυτής της κυβέρνησης δεν είναι η αριστεροσύνη της. Δεν είναι καν οι δεξιές εθνικολαϊκιστικές αποχρώσεις που δίνει ο μικρότερος εταίρος της. Είναι ότι πορεύεται χωρίς σχέδιο σε όλα.
Από την οικονομία μέχρι το μεταναστευτικό και μέχρι τη στελέχωση του δημόσιου τομέα. Οπως οι μετανάστες κάνουν κύκλους στην επικράτεια, έτσι και η κυβέρνηση κόβει βόλτες επί παντός. Ψηφίζει νομοσχέδια και οι υπουργοί της δηλώνουν ότι δεν θα τα εφαρμόσουν. Εξαγγέλλει φόρους για να τους διαψεύσει μόλις δημοσιευτούν. Περιφέρει τον ΦΠΑ από το βόειο κρέας, στα σχολεία, στο κρασί, στις στήλες των τυχερών παιγνίων και δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει. Είναι μια κυβέρνηση που πορεύεται μόνο με γινάτια και δίχως σχέδιο. Κάθε μέρα επιφυλάσσει μια έκπληξη στους πολίτες· πάντα δυσάρεστη.
Αυτή είναι η λογική κατάληξη ενός χώρου που δεν έχει κάνει την παραμικρή επεξεργασία θέσεων. Ολα τα προηγούμενα χρόνια ασχολιόταν με την αρνητική επικοινωνία. Στόχος αυτής της Αριστεράς μέχρι σήμερα ήταν να αποδομήσει –κυρίως διά συκοφαντιών– τους αντιπάλους της. Κάθε πρόταση διεξόδου από τα προβλήματα χαρακτηριζόταν –στην καλύτερη περίπτωση– «νεοφιλελεύθερη». Ενώ ολόκληρη η δυτική Ευρώπη προσπαθούσε να σώσει διά της ευασφάλειας το κοινωνικό κράτος από τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης, η Αριστερά περιοριζόταν να καταγγέλλει την παγκοσμιοποίηση (λες και θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να τη σταματήσει) και συκοφαντούσε την έστω λειψή αυτή λύση ως «ανάλγητη». Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε 1,5 εκατομμύριο ανέργους χωρίς καμιά ευελιξία και, κυρίως, χωρίς ασφάλεια. Από την άλλη, ενώ σε όλες τις τουριστικές περιοχές του πλανήτη οι μαγαζάτορες προσπαθούν να πουλήσουν στους επισκέπτες όσο περισσότερα μπορούν, η Πρόοδος έκλεινε με τραμπουκισμούς τα καταστήματα που άνοιγαν τις Κυριακές. Δαιμονοποίησε την επιχειρηματικότητα, τα ΜΜΕ, πολιτικούς χώρους, διανοούμενους, τεχνοκράτες, πολιτικά στελέχη και τώρα, που χρειάζεται τη βοήθεια όλων, δεν έχει με ποιους να συνεργαστεί. Προχειρολογούσε ασυνάρτητα για όλα τα προβλήματα της χώρας. Δεν μπόρεσε, για παράδειγμα, να ξεχωρίσει την αναγκαία νόμιμη βία από την παράνομη και τώρα επιβάλλει λογοκρισία στα ΜΜΕ απαγορεύοντας στους δημοσιογράφους να καλύψουν την ορθή και αναγκαστική απομάκρυνση των μεταναστών από τη μοναδική σιδηροδρομική αρτηρία της χώρας.
Εχουμε μια «κυβέρνηση ό,τι να ’ναι», που τον πρώτο καιρό κάλυπτε όλα τα ελλείμματα της πολιτικής της με επαναστατικές ανοησίες και τώρα που δεν περνούν, τα στελέχη της εκνευρίζονται. Θα δούμε πολλά στο άμεσο μέλλον, διότι ουδείς από αυτούς έμαθε να δουλεύει και να μελετά σε βάθος τα προβλήματα. Η ασυναρτησία θα ενταθεί και για να την καλύψει θα προχωράει σε όλο και πιο αντιδημοκρατικές πρακτικές.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015
Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015
Το κλασικό δεν είναι πάντα στη μόδα
Το dim/art και η στήλη Αυτό δεν είναι πίπα χαιρετίζουν
τη δήλωση του Έλληνα πρωθυπουργού, που κατατάσσει τον Λάκη Λαζόπουλο
στους κλασικούς έλληνες θεατρικούς συγγραφείς. Για να είμαστε ακριβείς, ο
Αλέξης Τσίπρας δεν είναι και εντελώς σίγουρος, απλώς νομίζει
ότι ο Λάκης Λαζόπουλος έγραψε ένα έργο εφάμιλλο των κλασικών. Αφού
παρακολούθησε την πρεμιέρα του τελευταίου έργου του Λάκη Λαζόπουλου με
τίτλο «Θεέ μου τι σου κάναμε», ο πρωθυπουργός δήλωσε: «Η παράσταση ήταν
εξαιρετική. Ο Λάκης είναι ξεχωριστός και σαν ηθοποιός και σαν
συγγραφέας. Και νομίζω ότι αυτό το έργο που έφτιαξε μοιάζει λίγο με τα
έργα κλασικών συγγραφέων του ελληνικού θεάτρου και του ελληνικού
κινηματογράφου».
Ο Αλέξης Τσίπρας συνοδευόταν από τη σύζυγό
του και από φίλους και συντρόφους, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Ξυδάκης. Ο
πρώην υπουργός πολιτισμού δεν ρωτήθηκε αν θεωρεί κι αυτός κλασικό
συγγραφέα τον Λάκη Λαζόπουλο. Φαίνεται πάντως πως έχει αλλάξει γνώμη
—στο κάτω κάτω, έχουν περάσει και οχτώ χρόνια κρίσης και μνημονίων— από
τότε που ως blogger χαρακτήριζε τον κλασικό μας συγγραφέα «δημαγωγό» που
«βρίζει τους άλλους» με «βάναυσα καλαμπούρια… χωρίς καμιά πρωτοτυπία ή
δημιουργικότητα πια». Προφανώς, το κλασικό δεν είναι πάντα στη μόδα.
Βρίζοντας τους άλλους
—του Νίκου Ξυδάκη—Και ξαφνικά η Ελλάδα, η τηλεοπτική Ελλάδα, βρέθηκε βουλιαγμένη στον καναπέ να παρακολουθεί Αλ Τσαντίρι Νews και να δίνει 60άρια και 65άρια τηλεθέασης στον Λάκη Λαζόπουλο.
Ξαφνικά; Όχι και τόσο. Το Αλ Τσαντίρι έψαχνε τη γλώσσα του και το κοινό του πολύ καιρό, χωρίς επιτυχία. Μετά τους θριάμβους των Μικρών Μήτσων, ο Λαζόπουλος στέρεψε από σενάριο, χαρακτήρες και τυπολογία. Η κωμωδία χαρακτήρων και καταστάσεων είχε κλείσει τον κύκλο της· το stand-up του Αλ Τσαντίρι δεν είχε βρει ρυθμό. Εως φέτος. Μες στον γενικευμένο ευτελισμό του τηλεοπτικού προγράμματος, μετά τη χρονιά των φρικιών του Ζετέμ, ο Λαζόπουλος βρήκε το φορμά: Δελφινάριο TV. Δηλαδή, χοντρές πλάκες, χλεύη του προφανούς, διάλογος με την χαχανίζουσα πλατεία, βιντεάκια YouTube, ανέκδοτα καφετέριας, λίγο τραγούδι και… That’s all folks!
Στο Αλ Τσαντίρι ο Λαζόπουλος δεν είναι πια κωμωδός· δεν χτίζει χαρακτήρες, δεν πλέκει μύθο. Δεν είναι καν σατιριστής· διότι η σάτιρά του δεν στρέφεται εναντίον κάθε ισχυρού, έχει εκλεκτικιστικά στεγανά, και κυρίως διότι ποτέ δεν βλέπει τον εαυτό του ως μέρος του σατιριζόμενου μπερντέ. Αυτός είναι υπεράνω, μακράν, εκτός του λοιδωρούμενου κόσμου. Αντιθέτως, συχνά ξεπέφτει στον διδακτισμό και το ευπώλητο μελόδραμα.
Στο Αλ Τσαντίρι ο Λαζόπουλος είναι δημαγωγός: μυρίζεται τη βουβή δυσαρέσκεια του πλήθους κατά της πολιτικής εξουσίας, την αγανάκτηση και τον φθόνο του πλήθους έναντι του πλούτου, και του δίνει μια κάποια διέξοδο. Χλευάζει και κράζει, μοιράζει στιγμιαία ανακούφιση. Ωστόσο, με τον ίδιο τρόπο, με το ίδιο μένος, αδιακρίτως, περιλαβαίνει κι όσους του μπαίνουν, τον Καρβέλα του Ζετέμ λόγου χάριν, μετατρέποντας την τηλεπίστα σε χώρο βεντέτας. Ή ξεκατινιάζει την επιτομή του kitsch Εφη Θώδη, με αισθητικούς όρους· δηλαδή, ξεκατινιάζει το ξεκατινιασμένο, το τελειωμένο, το κακόμοιρο. Οποία τόλμη και πρωτοτυπία…
Σε ένα μηντιακό τοπίο όπου βασιλεύει το αναμάσημα, η αμάθεια, η δουλικότητα, η λάιτ gayίλα και η απόκρυψη, φυσικά ο Λαζόπουλος, ο ευφυής και προικισμένος, ο λαϊκός, μπορεί να λάμπει πάνω απ’ όλα. Ακόμη και με τα βάναυσα καλαμπούρια του, ακόμη και χωρίς καμιά πρωτοτυπία ή δημιουργικότητα πια. Μπορεί να λάμπει και να σπάει τα μηχανάκια της AGB, σαν τελικός Τσάμπιονς Λιγκ, απλά και μόνο βρίζοντας· χλευάζοντας στερεοτυπικά, προβλέψιμα, επιδιώκοντας τα χάχανα και τις μελούρες. Βρίζοντας τους πάντες ― ε, σχεδόν… Μη βρίζοντας ποτέ το φίλαυτο κοινό και τον φίλαυτο Λάκη. Βρίζοντας τους άλλους…
εικονογράφηση: Αλέξανδρος Ανδριτσόπουλος
* * *
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το dim/art θα εκδώσει στην αρχή
του νέου έτους το πολύτομο έργο «Κλασικοί του Νέου Ελληνικού Θεάτρου» με
έργα των Γρηγόριου Ξενόπουλου, Ιάκωβου Καμπανέλλη, Λάκη Λαζόπουλου κ.ά.
Τα δερματόδετα βιβλία θα κυκλοφορήσουν σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων
και σε πολυτελής κασετίνα, γι’ αυτό σπεύσατε. Κεντρική διάθεση στα
γραφεία μας, στην Ιερά Οδός. Μετά τους κλασικούς, θα ακολουθήσει η
έκδοση «Νεοελληνική Αβάν Γκαρντ» με έργα των Μεγάλων Αιρετικών, των
ανφάν γκατέ (κι αν δεν φαν, πάλι γκατέ) της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας,
όπως ο Μάρκος Σεφερλής κ.ά.
dimartblog.com
Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015
Δεν έχει τον θεό του
Posted by dimartblog
—της Ελένης Κεχαγιόγλου και του Γιώργου Τσακνιά για τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα—
Στην Ελλάδα του ’50, παπάς, επίτροπος και χωροφύλακας έδιναν τις ντιρεκτίβες τής εν Χριστώ κοινωνικής ζωής, εξουσίαζαν και κυριαρχούσαν, απομόνωναν και τιμωρούσαν. Η Εκκλησία —η οποία προφανώς καμιά σχέση δεν έχει με τους πιστούς, μεταξύ των οποίων, σχηματικά μιλώντας, υπάρχουν, όπως σε κάθε κοινωνική ομάδα, καλοί και κακοί άνθρωποι— στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, όπου ακόμη εκκρεμεί ως αίτημα, ενδεχομένως μειοψηφικό δυστυχώς, ο διαχωρισμός της από το κράτος — η ελληνική Εκκλησία λοιπόν, μέσω επιφανών εκπροσώπων της, συχνά-πυκνά ξεχνά το «κήρυγμα της αγάπης» και της αποδοχής του άλλου (ακόμη και στην εκδοχή του «ασώτου») και δείχνει το πρόσωπο της καταπιεστικής άρχουσας τάξης που την έχει η εποχή ξεπεράσει αλλά επιμένει απελπισμένα, με την εμπάθεια της παρακμής, να επιδεικνύει εξουσιαστική πυγμή, δείχνοντας τα (χαλασμένα) δόντια της.
Και τα δείχνει διότι παραμένει άρχουσα — ακόμα και επί πρώτης και δεύτερης φοράς αριστερά, όπως αποδεικνύεται σε κάθε επαφή της κοσμικής με την εκκλησιαστική εξουσία. Αξέχαστος μάλλον είναι, π.χ., ο τρόπος με τον οποίο έκλεισε μονομερώς το ζήτημα της εξαίρεσης μαθητών από το ζήτημα των θρησκευτικών ο κατά κοινή ομολογία ήπιος, και προσεκτικός, Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, πριν από δυόμισι περίπου μήνες. «Δεν είναι [απόφαση] του Υπουργείου [Παιδείας], αλλά κάποιας κυρίας που έχει ορισμένες ιδέες στο μυαλό της». Με τη φράση αυτή, κάνοντας συνειδητά επίδειξη εξουσίας, ο Ιερώνυμος έβαλε τελεία και παύλα στο θέμα που τόλμησε να ανοίξει η εν λόγω «κάποια κυρία», η οποία τυγχάνει Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας. Για την ιστορία, ας υπενθυμίσουμε ότι την επόμενη μέρα, ο Υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης επισκέφτηκε τον Αρχιεπίσκοπο και τον διαβεβαίωσε ότι «δεν θα υπάρξουν μονομερείς ενέργειες στο θέμα των θρησκευτικών», αδειάζοντας έτσι πανηγυρικά τη συντρόφισσα υφυπουργό.
Μόλις χθες, ο μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιος εμφάνισε στο προσωπικό του ιστολόγιο κείμενο που επιγράφεται «ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ», έχει υπέρτιτλο στο πνεύμα των Χριστουγέννων: «ΤΑ ΑΠΟΒΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΗΚΩΣΑΝ ΚΕΦΑΛΙ» και υπότιτλο «ΦΤΥΣΤΕ ΤΟΥΣ», προδήλως ταιριαστό στο κήρυγμα περί χριστιανικής αγάπης ως «των προφητών η διδάσκαλος, των αποστόλων η σύνδρομος, των μαρτύρων η δύναμις, των Πατέρων και Διδασκάλων η έμπνευσις» (Συμεών ο Νέος Θεολόγος).
Κάτω δε από το κομψό αυτό «ΦΤΥΣΤΕ ΤΟΥΣ!» (με θαυμαστικό) παραληρηματικά γράφει ο άνθρωπος που προσφωνείται «Άγιος Καλαβρύτων»: «Δεν έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε τους ανθρώπους! Κριτής όλων μας είναι ο Θεός»… Παραθέτοντας έπειτα τις πηγές του (από τον Απόστολο Παύλο έως το xairete.blogspot.gr (!) κατηγορεί τους ομοφυλόφιλους ως «αποβράσματα της Κοινωνίας», είναι, επαναλαμβάνει, «οι κολασμένοι της Κοινωνίας» — μάλλον οι ομοφυλόφιλοι δεν εμπίπτουν στην κατηγορία «άνθρωποι» και, έτσι, επιτρέπεται ο διασυρμός τους.
Το σκοταδιστικό κείμενο ολοκληρώνεται με την ανατριχιαστική προτροπή προς το (κυριολεκτικό) ποίμνιο: «Μή διστάζετε, λοιπόν! Όταν καί όπου τους συναντάτε, φτύστε τους! Μη τους αφήνετε να σηκώνουν κεφάλι! Είναι επικίνδυνοι!». Πρόκειται προφανώς για παράδειγμα hate speech, για λόγο μίσους που προτρέπει στη βιαιοπραγία. Είναι μάλλον η ώρα για τους άμεσα ενδιαφερόμενους, για τις ενώσεις ομοφυλοφίλων, με την έμπρακτη συμπαράσταση όλων ημών που πιστεύουμε στην ισότητα και δεν θεωρούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα δύο ωραίες λέξεις που έχουν σήμερα 10 Δεκεμβρίου την τιμητική τους, να πάνε τον Αμβρόσιο στα δικαστήρια βάσει του αντιρατσιστικού νόμου. Ας αναλάβει ο νομικός ακτιβισμός. Δεν έχει νόημα να (αυτό)οικτιρόμαστε ότι «είμαστε Ιράν». Νόημα έχει να κάνουμε μήνυση στον Αμβρόσιο.
Πράγματι, ο εν λόγω νόμος είναι προβληματικός· προσφέρεται για κατάχρηση από συντηρητικούς και οπισθοδρομικούς κύκλους, που θεωρούν, π.χ., ότι η ιστορία δεν είναι αντικείμενο των αρμόδιων επιστημόνων, δηλαδή των ιστορικών, αλλά κάτι σαν «εθνική περιουσία» — με αποτέλεσμα την αδιανόητη δίκη που διεξάγεται αυτές τις μέρες στην Κρήτη με κατηγορούμενο τον γερμανό ιστορικό Χάιντς Ρίχτερ, στο πρώτο test drive του νόμου. Η δίωξη εναντίον του Ρίχτερ ασκήθηκε αυτεπάγγελτα από τον εισαγγελέα Ρεθύμνου· αφού τα ανατριχιαστικά παραληρήματα του Αγίου Καλαβρύτων δεν ευαισθητοποιούν αντίστοιχα κάποιον εισαγγελέα, ας αντιδράσουν οι άμεσα θιγόμενοι, που θα είναι και τα θύματα ενδεχόμενης βιαιοπραγίας (ή, έστω, αποδέκτες φτυσίματος), αν η προτροπή του Αμβρόσιου εισακουστεί από το ποίμνιό του.
Παρεμπιπτόντως, ο Αμβρόσιος, όπως σωστά σημειώνει σε σημερινό άρθρο του στο protagon ο Κώστας Γιαννακίδης, πληρώνεται από κονδύλια του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Άραγε ο υπουργός Νίκος Φίλης, που υπογράφει για τα κονδύλια αυτά, έχει λόγο για το τι λένε και πράττουν οι Ιεράρχες; Θέλει έστω να σχολιάσει κάπως το κείμενο του Αμβρόσιου ή θα θεωρηθεί κι αυτό «μονομερής ενέργεια;»
Όσο για την Εκκλησία, ας θυμηθεί τα δικά της ιερά και όσια. Σύμφωνα με τον Μεγάλο Βασίλειο: «ώσπερ ουν ό την αγάπην έχων, τον Θεόν έχει» — ο Αμβρόσιος δεν έχει αγάπη, άρα δεν έχει Θεό. Ας πάει σπίτι του.
Στην Ελλάδα του ’50, παπάς, επίτροπος και χωροφύλακας έδιναν τις ντιρεκτίβες τής εν Χριστώ κοινωνικής ζωής, εξουσίαζαν και κυριαρχούσαν, απομόνωναν και τιμωρούσαν. Η Εκκλησία —η οποία προφανώς καμιά σχέση δεν έχει με τους πιστούς, μεταξύ των οποίων, σχηματικά μιλώντας, υπάρχουν, όπως σε κάθε κοινωνική ομάδα, καλοί και κακοί άνθρωποι— στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, όπου ακόμη εκκρεμεί ως αίτημα, ενδεχομένως μειοψηφικό δυστυχώς, ο διαχωρισμός της από το κράτος — η ελληνική Εκκλησία λοιπόν, μέσω επιφανών εκπροσώπων της, συχνά-πυκνά ξεχνά το «κήρυγμα της αγάπης» και της αποδοχής του άλλου (ακόμη και στην εκδοχή του «ασώτου») και δείχνει το πρόσωπο της καταπιεστικής άρχουσας τάξης που την έχει η εποχή ξεπεράσει αλλά επιμένει απελπισμένα, με την εμπάθεια της παρακμής, να επιδεικνύει εξουσιαστική πυγμή, δείχνοντας τα (χαλασμένα) δόντια της.
Και τα δείχνει διότι παραμένει άρχουσα — ακόμα και επί πρώτης και δεύτερης φοράς αριστερά, όπως αποδεικνύεται σε κάθε επαφή της κοσμικής με την εκκλησιαστική εξουσία. Αξέχαστος μάλλον είναι, π.χ., ο τρόπος με τον οποίο έκλεισε μονομερώς το ζήτημα της εξαίρεσης μαθητών από το ζήτημα των θρησκευτικών ο κατά κοινή ομολογία ήπιος, και προσεκτικός, Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, πριν από δυόμισι περίπου μήνες. «Δεν είναι [απόφαση] του Υπουργείου [Παιδείας], αλλά κάποιας κυρίας που έχει ορισμένες ιδέες στο μυαλό της». Με τη φράση αυτή, κάνοντας συνειδητά επίδειξη εξουσίας, ο Ιερώνυμος έβαλε τελεία και παύλα στο θέμα που τόλμησε να ανοίξει η εν λόγω «κάποια κυρία», η οποία τυγχάνει Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας. Για την ιστορία, ας υπενθυμίσουμε ότι την επόμενη μέρα, ο Υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης επισκέφτηκε τον Αρχιεπίσκοπο και τον διαβεβαίωσε ότι «δεν θα υπάρξουν μονομερείς ενέργειες στο θέμα των θρησκευτικών», αδειάζοντας έτσι πανηγυρικά τη συντρόφισσα υφυπουργό.
Μόλις χθες, ο μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιος εμφάνισε στο προσωπικό του ιστολόγιο κείμενο που επιγράφεται «ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ», έχει υπέρτιτλο στο πνεύμα των Χριστουγέννων: «ΤΑ ΑΠΟΒΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΗΚΩΣΑΝ ΚΕΦΑΛΙ» και υπότιτλο «ΦΤΥΣΤΕ ΤΟΥΣ», προδήλως ταιριαστό στο κήρυγμα περί χριστιανικής αγάπης ως «των προφητών η διδάσκαλος, των αποστόλων η σύνδρομος, των μαρτύρων η δύναμις, των Πατέρων και Διδασκάλων η έμπνευσις» (Συμεών ο Νέος Θεολόγος).
Κάτω δε από το κομψό αυτό «ΦΤΥΣΤΕ ΤΟΥΣ!» (με θαυμαστικό) παραληρηματικά γράφει ο άνθρωπος που προσφωνείται «Άγιος Καλαβρύτων»: «Δεν έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε τους ανθρώπους! Κριτής όλων μας είναι ο Θεός»… Παραθέτοντας έπειτα τις πηγές του (από τον Απόστολο Παύλο έως το xairete.blogspot.gr (!) κατηγορεί τους ομοφυλόφιλους ως «αποβράσματα της Κοινωνίας», είναι, επαναλαμβάνει, «οι κολασμένοι της Κοινωνίας» — μάλλον οι ομοφυλόφιλοι δεν εμπίπτουν στην κατηγορία «άνθρωποι» και, έτσι, επιτρέπεται ο διασυρμός τους.
Το σκοταδιστικό κείμενο ολοκληρώνεται με την ανατριχιαστική προτροπή προς το (κυριολεκτικό) ποίμνιο: «Μή διστάζετε, λοιπόν! Όταν καί όπου τους συναντάτε, φτύστε τους! Μη τους αφήνετε να σηκώνουν κεφάλι! Είναι επικίνδυνοι!». Πρόκειται προφανώς για παράδειγμα hate speech, για λόγο μίσους που προτρέπει στη βιαιοπραγία. Είναι μάλλον η ώρα για τους άμεσα ενδιαφερόμενους, για τις ενώσεις ομοφυλοφίλων, με την έμπρακτη συμπαράσταση όλων ημών που πιστεύουμε στην ισότητα και δεν θεωρούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα δύο ωραίες λέξεις που έχουν σήμερα 10 Δεκεμβρίου την τιμητική τους, να πάνε τον Αμβρόσιο στα δικαστήρια βάσει του αντιρατσιστικού νόμου. Ας αναλάβει ο νομικός ακτιβισμός. Δεν έχει νόημα να (αυτό)οικτιρόμαστε ότι «είμαστε Ιράν». Νόημα έχει να κάνουμε μήνυση στον Αμβρόσιο.
Πράγματι, ο εν λόγω νόμος είναι προβληματικός· προσφέρεται για κατάχρηση από συντηρητικούς και οπισθοδρομικούς κύκλους, που θεωρούν, π.χ., ότι η ιστορία δεν είναι αντικείμενο των αρμόδιων επιστημόνων, δηλαδή των ιστορικών, αλλά κάτι σαν «εθνική περιουσία» — με αποτέλεσμα την αδιανόητη δίκη που διεξάγεται αυτές τις μέρες στην Κρήτη με κατηγορούμενο τον γερμανό ιστορικό Χάιντς Ρίχτερ, στο πρώτο test drive του νόμου. Η δίωξη εναντίον του Ρίχτερ ασκήθηκε αυτεπάγγελτα από τον εισαγγελέα Ρεθύμνου· αφού τα ανατριχιαστικά παραληρήματα του Αγίου Καλαβρύτων δεν ευαισθητοποιούν αντίστοιχα κάποιον εισαγγελέα, ας αντιδράσουν οι άμεσα θιγόμενοι, που θα είναι και τα θύματα ενδεχόμενης βιαιοπραγίας (ή, έστω, αποδέκτες φτυσίματος), αν η προτροπή του Αμβρόσιου εισακουστεί από το ποίμνιό του.
Παρεμπιπτόντως, ο Αμβρόσιος, όπως σωστά σημειώνει σε σημερινό άρθρο του στο protagon ο Κώστας Γιαννακίδης, πληρώνεται από κονδύλια του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Άραγε ο υπουργός Νίκος Φίλης, που υπογράφει για τα κονδύλια αυτά, έχει λόγο για το τι λένε και πράττουν οι Ιεράρχες; Θέλει έστω να σχολιάσει κάπως το κείμενο του Αμβρόσιου ή θα θεωρηθεί κι αυτό «μονομερής ενέργεια;»
Όσο για την Εκκλησία, ας θυμηθεί τα δικά της ιερά και όσια. Σύμφωνα με τον Μεγάλο Βασίλειο: «ώσπερ ουν ό την αγάπην έχων, τον Θεόν έχει» — ο Αμβρόσιος δεν έχει αγάπη, άρα δεν έχει Θεό. Ας πάει σπίτι του.
Το τέλος του «κυρίου καθηγητού»
Κατάθλιψη. Η εικόνα της κυβέρνησης, η εικόνα της χώρας ολόκληρης...
Προβληματίστηκα αν, για την οικονομία του
λόγου, θα έπρεπε να τους πω «φελλούς», τελικά όμως μου άρεσε περισσότερο
ο όρος «τενεκέδες». Οι τενεκέδες αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία
προσωπικοτήτων του δημοσίου βίου. Σε αυτήν συγκεντρώνονται όλοι εκείνοι
οι οποίοι έχουν καταφέρει να μεσουρανούν, επειδή προβάλλουν επιτυχώς
–και, εν πολλοίς, έχουν επιβάλει– μια εικόνα του εαυτού τους και των
δυνατοτήτων τους, απείρως πιο κολακευτική από ό,τι είναι οι άνθρωποι
αυτοί στην πραγματικότητα. Ονόματα είναι αδύνατον να πω, για ευνόητους
λόγους· είμαι βέβαιος, όμως, ότι όλοι έχετε γνώση του είδους. Συχνά
συνδυάζουν τον ναρκισσισμό με την αχαλίνωτη φιλοδοξία, τη φυγοπονία με
τη μεγαλομανία και, κατά κανόνα, παίζουν το παιχνίδι για τον εαυτό τους.
Είναι κοινό χαρακτηριστικό των περισσοτέρων του είδους αυτό:
συμμετέχουν στο παιχνίδι του δημόσιου βίου, κινούμενοι πάντα με
επιδεξιότητα προς διάφορες πλευρές, με σκοπό να έχουν πλασαριστεί σε
πλεονεκτική θέση για τις φιλοδοξίες τους, όταν η σκόνη θα έχει κάτσει.
Κάνοντας αυτήν τη δουλειά επί χρόνια, έχω γνωρίσει τα καλύτερα δείγματα των τενεκέδων του δημοσίου βίου (πάντα υπάρχει ένα τίμημα για το κάθε τι...) και πιστεύω ότι έχω καταλάβει μερικά πράγματα για την τεχνική τους, για τη μέθοδο με την οποία κατορθώνουν να αναρριχώνται. Προτού ξεκινήσω όμως, οφείλω να σας πω, για να είμαι εντάξει, ότι έχω αφιερώσει χρόνο παρατηρώντας στενά διαφόρους τενεκέδες, διότι προσωπικώς με συναρπάζει το φαινόμενο της απατεωνίας στον δημόσιο βίο. Με γοητεύει το πώς ένας άνθρωπος ισορροπεί μέσα του το χάσμα ανάμεσα στη συνήθως μεγαλειώδη persona του δημοσίου ρόλου και στον θλιβερό Καραγκιόζη που συχνά κρύβεται από πίσω της. Ας επανέλθω όμως στο μυστικό της επιτυχίας τους.
Κατ’ αρχάς, έχω διαπιστώσει ότι κανείς από τους τενεκέδες δεν συμβαίνει να είναι εντελώς ανίκανος στα πάντα. Ολοι τους έχουν συγκεκριμένες ικανότητες, ο ένας εδώ και ο άλλος εκεί, όλοι τους όμως έχουν ένα κοινό στοιχείο, που έχω καταλήξει ότι αυτό είναι το sine qua non της επιτυχίας ενός τενεκέ. Είναι η κολακεία, συνήθως με τρόπο πρόδηλο και σε βαθμό εμετικό – αυτό, δηλαδή, που λέμε στην καθημερινή γλώσσα «γλείψιμο». Ολοι τους αυτοί, πιστέψτε με, σερβίρουν την κολακεία με τη σπάτουλα. Αλλοι το κάνουν χονδροειδώς και αδιακρίτως, άλλοι με εξυπνάδα και, συνήθως, είναι αυτοί οι τελευταίοι που πετυχαίνουν περισσότερο. (Οχι, δηλαδή, ότι οι άλλοι που γλείφουν άγαρμπα πάνε χαμένοι. Παρότι λέγεται ότι σε όλους αρέσει να δέχονται την κολακεία, αλλά σε κανέναν δεν αρέσουν οι κόλακες, το ανθρώπινο είδος επιδεικνύει μεγάλη ανοχή στους κόλακες. Ισως επειδή διά του τρόπου αυτού, ως ανοχή δηλαδή, εκφράζεται η έμφυτη απέχθεια του ανθρώπου για τα σκουλήκια, στα οποία θα καταλήξει μια μέρα...)
Δεν ισχυρίζομαι, ούτε καν διανοούμαι να φαντασθώ ότι ο Αλέξης ο Μητρόπουλος ανήκει στους τενεκέδες, όπως περιγράφονται παραπάνω. Εντούτοις, η άνοδός του βασίστηκε στην κολακεία. Αρκεί να τον έβλεπες ή να τον άκουγες μία φορά να δίνει συνέντευξη και το καταλάβαινες αμέσως. Πάντα ξεκινούσε με ένα μισοκακόμοιρο ύφος, ευχαριστώντας ταπεινά τον δημοσιογράφο για την «τιμή» που του έκανε και, στην πορεία, πάντα διάνθιζε τον λόγο του με υμνητικές αποστροφές για τις ικανότητες και την αξία του συνομιλητή του. Τύχαινε αρκετές φορές να τον πετυχαίνω στο ραδιόφωνο και πάντα απορούσα πώς ανέχονταν οι συνομιλητές του να δέχονται από αυτόν κολακείες στα όρια της δουλοπρέπειας, οι οποίες έναν κανονικό άνθρωπο θα τον έκαναν να θέλει να ανοίξει η γη να τον καταπιεί από ντροπή. Ηταν φορές που νόμιζες ότι άκουγες ευνούχο να απευθύνεται στον πολυχρονεμένο σουλτάνο. Οι δημοσιογράφοι, όμως, δεν είναι κανονικοί άνθρωποι. (Εχω μια άλλη, χειρότερη, θεωρία για το είδος τους, αλλά δεν είναι της παρούσης...) Παρατηρούσα λοιπόν ότι πολλοί από αυτούς καλοδέχονταν την ανατολίτικη γαλιφιά του Αλ. Μητρόπουλου και την ανταπέδιδαν με την προσφώνηση «κύριε καθηγητά» – και ας ήταν ένας απλός επίκουρος έπειτα από τόσα χρόνια στη Νομική Σχολή.
Προχθές, στη συνέντευξη που έδωσε μετά την παραπομπή του για κακούργημα, δεν πρόσεξα αν τον προσφώνησε κανείς «κύριο καθηγητή». Ισως να μην ήταν απαραίτητο κιόλας, διότι δεν ήταν πια ο ίδιος άνθρωπος που κάποτε μιλούσε ex cathedra, ενώ συγχρόνως κρατούσε τον συνομιλητή του υπό έλεγχο με κολακείες και παινέματα. Ενας φουκαράς ήταν, που προσπαθούσε να εξηγήσει την περιπέτειά του ως συνωμοσία εις βάρος του. Ομως δεν διέφερε πολύ αυτός ο φουκαράς από τον «κύριο καθηγητή» του παρελθόντος, η διαφορά ανάμεσά τους είχε σχεδόν εκμηδενισθεί. Υπό την έννοια αυτή, λοιπόν, ήταν πάντα ο ίδιος, έστω και αν τώρα τον στόμφο είχε αντικαταστήσει η κακομοιριά μιας φωνής που έτρεμε. Και το δείχνουν δύο χαρακτηριστικές λεπτομέρειες από τη συνέντευξή του. (Ομολογουμένως, δεν την παρακολούθησα ολόκληρη. Πώς θα μπορούσα άλλωστε;)
Πρώτον, η αναφορά στην υπόθεσή του ως «νομικό θέμα», που έλαβε διαστάσεις κακουργήματος εξαιτίας της πλεκτάνης εις βάρος του. Εννοούσε με τον χαρακτηρισμό «νομικό» ότι το ζήτημα είναι κατά κάποιον τρόπο «τυπικό» ή «διαδικαστικό» και όχι ουσίας. Μα δεν υπάρχει ουσία για την κοινή γνώμη, στην περίπτωση ενός πολιτικού που κρύβει από την εφορία ένα εκατομμύριο δολάρια; Από πότε; Δεύτερον, όταν αποκάλυψε πώς ακριβώς έβρισε τον Φλαμπουράρη έξω από τις τουαλέτες της Βουλής, δεν είχε το σθένος να επαναλάβει τη φράση του (ήταν το «άντε γ***»), αλλά παρενέβαλε και την επεξήγηση «όπως λέμε στον Πύργο». Σοβαρά; Για δες τι λένε εκεί στον Πύργο! Μα σε όλη την Ελλάδα δεν το λένε αυτό; Ομως, ο Αλ. Μητρόπουλος ήθελε να δικαιολογήσει την παραφορά του τοποθετώντας την μέσα στο πλαίσιο της «σοφίας του λαού». Διότι, αν τη φράση αυτή τη λέει ο απλός λαός του Πύργου, δεν μπορεί να είναι τόσο κακή, διότι, ως γνωστόν, η προτίμηση του πλήθους εξαγνίζει. Ηταν ο ίδιος, λοιπόν, γιατί εξακολουθούσε να κάνει αυτό που έκανε πάντα· δηλαδή, να κρύβει τις προσωπικές επιδιώξεις του πίσω από έννοιες μεγαλύτερες και σεβαστές από τους πολλούς. Θα επανέλθει στην επικαιρότητα όταν έλθει και η ώρα της δίκης του, φαντάζομαι· και ελπίζω να είναι η τελευταία φορά και να μη μας απασχολήσει ξανά ποτέ...
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Κάνοντας αυτήν τη δουλειά επί χρόνια, έχω γνωρίσει τα καλύτερα δείγματα των τενεκέδων του δημοσίου βίου (πάντα υπάρχει ένα τίμημα για το κάθε τι...) και πιστεύω ότι έχω καταλάβει μερικά πράγματα για την τεχνική τους, για τη μέθοδο με την οποία κατορθώνουν να αναρριχώνται. Προτού ξεκινήσω όμως, οφείλω να σας πω, για να είμαι εντάξει, ότι έχω αφιερώσει χρόνο παρατηρώντας στενά διαφόρους τενεκέδες, διότι προσωπικώς με συναρπάζει το φαινόμενο της απατεωνίας στον δημόσιο βίο. Με γοητεύει το πώς ένας άνθρωπος ισορροπεί μέσα του το χάσμα ανάμεσα στη συνήθως μεγαλειώδη persona του δημοσίου ρόλου και στον θλιβερό Καραγκιόζη που συχνά κρύβεται από πίσω της. Ας επανέλθω όμως στο μυστικό της επιτυχίας τους.
Κατ’ αρχάς, έχω διαπιστώσει ότι κανείς από τους τενεκέδες δεν συμβαίνει να είναι εντελώς ανίκανος στα πάντα. Ολοι τους έχουν συγκεκριμένες ικανότητες, ο ένας εδώ και ο άλλος εκεί, όλοι τους όμως έχουν ένα κοινό στοιχείο, που έχω καταλήξει ότι αυτό είναι το sine qua non της επιτυχίας ενός τενεκέ. Είναι η κολακεία, συνήθως με τρόπο πρόδηλο και σε βαθμό εμετικό – αυτό, δηλαδή, που λέμε στην καθημερινή γλώσσα «γλείψιμο». Ολοι τους αυτοί, πιστέψτε με, σερβίρουν την κολακεία με τη σπάτουλα. Αλλοι το κάνουν χονδροειδώς και αδιακρίτως, άλλοι με εξυπνάδα και, συνήθως, είναι αυτοί οι τελευταίοι που πετυχαίνουν περισσότερο. (Οχι, δηλαδή, ότι οι άλλοι που γλείφουν άγαρμπα πάνε χαμένοι. Παρότι λέγεται ότι σε όλους αρέσει να δέχονται την κολακεία, αλλά σε κανέναν δεν αρέσουν οι κόλακες, το ανθρώπινο είδος επιδεικνύει μεγάλη ανοχή στους κόλακες. Ισως επειδή διά του τρόπου αυτού, ως ανοχή δηλαδή, εκφράζεται η έμφυτη απέχθεια του ανθρώπου για τα σκουλήκια, στα οποία θα καταλήξει μια μέρα...)
Δεν ισχυρίζομαι, ούτε καν διανοούμαι να φαντασθώ ότι ο Αλέξης ο Μητρόπουλος ανήκει στους τενεκέδες, όπως περιγράφονται παραπάνω. Εντούτοις, η άνοδός του βασίστηκε στην κολακεία. Αρκεί να τον έβλεπες ή να τον άκουγες μία φορά να δίνει συνέντευξη και το καταλάβαινες αμέσως. Πάντα ξεκινούσε με ένα μισοκακόμοιρο ύφος, ευχαριστώντας ταπεινά τον δημοσιογράφο για την «τιμή» που του έκανε και, στην πορεία, πάντα διάνθιζε τον λόγο του με υμνητικές αποστροφές για τις ικανότητες και την αξία του συνομιλητή του. Τύχαινε αρκετές φορές να τον πετυχαίνω στο ραδιόφωνο και πάντα απορούσα πώς ανέχονταν οι συνομιλητές του να δέχονται από αυτόν κολακείες στα όρια της δουλοπρέπειας, οι οποίες έναν κανονικό άνθρωπο θα τον έκαναν να θέλει να ανοίξει η γη να τον καταπιεί από ντροπή. Ηταν φορές που νόμιζες ότι άκουγες ευνούχο να απευθύνεται στον πολυχρονεμένο σουλτάνο. Οι δημοσιογράφοι, όμως, δεν είναι κανονικοί άνθρωποι. (Εχω μια άλλη, χειρότερη, θεωρία για το είδος τους, αλλά δεν είναι της παρούσης...) Παρατηρούσα λοιπόν ότι πολλοί από αυτούς καλοδέχονταν την ανατολίτικη γαλιφιά του Αλ. Μητρόπουλου και την ανταπέδιδαν με την προσφώνηση «κύριε καθηγητά» – και ας ήταν ένας απλός επίκουρος έπειτα από τόσα χρόνια στη Νομική Σχολή.
Προχθές, στη συνέντευξη που έδωσε μετά την παραπομπή του για κακούργημα, δεν πρόσεξα αν τον προσφώνησε κανείς «κύριο καθηγητή». Ισως να μην ήταν απαραίτητο κιόλας, διότι δεν ήταν πια ο ίδιος άνθρωπος που κάποτε μιλούσε ex cathedra, ενώ συγχρόνως κρατούσε τον συνομιλητή του υπό έλεγχο με κολακείες και παινέματα. Ενας φουκαράς ήταν, που προσπαθούσε να εξηγήσει την περιπέτειά του ως συνωμοσία εις βάρος του. Ομως δεν διέφερε πολύ αυτός ο φουκαράς από τον «κύριο καθηγητή» του παρελθόντος, η διαφορά ανάμεσά τους είχε σχεδόν εκμηδενισθεί. Υπό την έννοια αυτή, λοιπόν, ήταν πάντα ο ίδιος, έστω και αν τώρα τον στόμφο είχε αντικαταστήσει η κακομοιριά μιας φωνής που έτρεμε. Και το δείχνουν δύο χαρακτηριστικές λεπτομέρειες από τη συνέντευξή του. (Ομολογουμένως, δεν την παρακολούθησα ολόκληρη. Πώς θα μπορούσα άλλωστε;)
Πρώτον, η αναφορά στην υπόθεσή του ως «νομικό θέμα», που έλαβε διαστάσεις κακουργήματος εξαιτίας της πλεκτάνης εις βάρος του. Εννοούσε με τον χαρακτηρισμό «νομικό» ότι το ζήτημα είναι κατά κάποιον τρόπο «τυπικό» ή «διαδικαστικό» και όχι ουσίας. Μα δεν υπάρχει ουσία για την κοινή γνώμη, στην περίπτωση ενός πολιτικού που κρύβει από την εφορία ένα εκατομμύριο δολάρια; Από πότε; Δεύτερον, όταν αποκάλυψε πώς ακριβώς έβρισε τον Φλαμπουράρη έξω από τις τουαλέτες της Βουλής, δεν είχε το σθένος να επαναλάβει τη φράση του (ήταν το «άντε γ***»), αλλά παρενέβαλε και την επεξήγηση «όπως λέμε στον Πύργο». Σοβαρά; Για δες τι λένε εκεί στον Πύργο! Μα σε όλη την Ελλάδα δεν το λένε αυτό; Ομως, ο Αλ. Μητρόπουλος ήθελε να δικαιολογήσει την παραφορά του τοποθετώντας την μέσα στο πλαίσιο της «σοφίας του λαού». Διότι, αν τη φράση αυτή τη λέει ο απλός λαός του Πύργου, δεν μπορεί να είναι τόσο κακή, διότι, ως γνωστόν, η προτίμηση του πλήθους εξαγνίζει. Ηταν ο ίδιος, λοιπόν, γιατί εξακολουθούσε να κάνει αυτό που έκανε πάντα· δηλαδή, να κρύβει τις προσωπικές επιδιώξεις του πίσω από έννοιες μεγαλύτερες και σεβαστές από τους πολλούς. Θα επανέλθει στην επικαιρότητα όταν έλθει και η ώρα της δίκης του, φαντάζομαι· και ελπίζω να είναι η τελευταία φορά και να μη μας απασχολήσει ξανά ποτέ...
Προσοχή στα «στραβοπατήματα»
ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ
Οι ενδείξεις πως βρισκόμαστε στα πρόθυρα της
επανάληψης ενός επεισοδίου που ενδέχεται να θυμίζει την εμπειρία του
περασμένου καλοκαιριού πληθαίνουν.
Ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι έχει μαζί του, ως συμμάχους, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, την Κομισιόν και τον ευρωπαϊκό Νότο. Ως αντιπάλους βλέπει το ΔΝΤ, τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε και ορισμένες βόρειες κυβερνήσεις. Στο επίκεντρο βρίσκονται το ασφαλιστικό, η φορολογική μεταρρύθμιση, το περίφημο νέο ταμείο αποκρατικοποιήσεων και ορισμένα ακόμη ζητήματα.
Η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι οι «ιέρακες» συνήθως υπερισχύουν. Η Ουάσιγκτον ουδέποτε έχει πραγματικά παρέμβει για να καμφθούν οι όροι που βάζει το ΔΝΤ. Η Γαλλία βοηθάει όταν βρισκόμαστε σε οριακή κατάσταση, αλλά όχι πάντα. Η Κομισιόν έχει βοηθήσει επανειλημμένως αυτήν και άλλες ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά οι προσωπικές επιθέσεις και η λάθος νοοτροπία κορυφαίων στελεχών μπορεί να την καταστήσουν ουδέτερη. Οσο για τον Νότο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιταλός πρωθυπουργός βοήθησε καθοριστικά την Ελλάδα. Κανείς, όμως, ούτε και η νέα πορτογαλική κυβέρνηση, δεν θέλει να ταυτισθεί με μία χώρα και ένα πολιτικό σύστημα που έχει καταγραφεί ως «ειδική περίπτωση». Υπάρχει βεβαίως και η ΕΚΤ. Σε ακαδημαϊκό επίπεδο αντιλαμβάνεται τα προβλήματα με το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά είναι δύσκολο να την δει κανείς να παίρνει ανοικτά θέση εναντίον της συμμετοχής του ΔΝΤ.
Αυτός ο καβγάς θέλει μεγάλη προσοχή. Η Ελλάδα έχει κάνει πολλά τα τελευταία χρόνια και θα ήταν τεράστια αδικία, για τον λαό της, να γίνει τώρα ένα μοιραίο στραβοπάτημα. Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, οι δανειστές και εταίροι δεν έχουν μοχλό πίεσης. Η πρόσφατη Ιστορία έχει, δυστυχώς, δείξει ότι όταν αρχίζει η ένταση, η πραγματική οικονομία και το επενδυτικό κλίμα πληρώνουν βαρύ τίμημα. Πολιτικά μπορεί η σκλήρυνση να οδηγεί στην αποθέωση για λίγο, οικονομικά όμως προκαλεί μεγάλη ζημιά.
Το πιο ενδιαφέρον, και παράδοξο, είναι ότι ο ένας παράγων που έκρινε πάντοτε το αποτέλεσμα ανάλογων κρίσεων είναι πλήρως αποσταθεροποιημένος. Ο λόγος για την καγκελάριο Μέρκελ, που βρίσκεται αντιμέτωπη με μία σοβαρή πολιτική κρίση, η οποία οφείλεται κυρίως στο προσφυγικό αλλά σίγουρα μειώνει τον χρόνο και το πολιτικό κεφάλαιο που θα θέλει να ξοδέψει για την Ελλάδα.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι έχει μαζί του, ως συμμάχους, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, την Κομισιόν και τον ευρωπαϊκό Νότο. Ως αντιπάλους βλέπει το ΔΝΤ, τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε και ορισμένες βόρειες κυβερνήσεις. Στο επίκεντρο βρίσκονται το ασφαλιστικό, η φορολογική μεταρρύθμιση, το περίφημο νέο ταμείο αποκρατικοποιήσεων και ορισμένα ακόμη ζητήματα.
Η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι οι «ιέρακες» συνήθως υπερισχύουν. Η Ουάσιγκτον ουδέποτε έχει πραγματικά παρέμβει για να καμφθούν οι όροι που βάζει το ΔΝΤ. Η Γαλλία βοηθάει όταν βρισκόμαστε σε οριακή κατάσταση, αλλά όχι πάντα. Η Κομισιόν έχει βοηθήσει επανειλημμένως αυτήν και άλλες ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά οι προσωπικές επιθέσεις και η λάθος νοοτροπία κορυφαίων στελεχών μπορεί να την καταστήσουν ουδέτερη. Οσο για τον Νότο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιταλός πρωθυπουργός βοήθησε καθοριστικά την Ελλάδα. Κανείς, όμως, ούτε και η νέα πορτογαλική κυβέρνηση, δεν θέλει να ταυτισθεί με μία χώρα και ένα πολιτικό σύστημα που έχει καταγραφεί ως «ειδική περίπτωση». Υπάρχει βεβαίως και η ΕΚΤ. Σε ακαδημαϊκό επίπεδο αντιλαμβάνεται τα προβλήματα με το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά είναι δύσκολο να την δει κανείς να παίρνει ανοικτά θέση εναντίον της συμμετοχής του ΔΝΤ.
Αυτός ο καβγάς θέλει μεγάλη προσοχή. Η Ελλάδα έχει κάνει πολλά τα τελευταία χρόνια και θα ήταν τεράστια αδικία, για τον λαό της, να γίνει τώρα ένα μοιραίο στραβοπάτημα. Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, οι δανειστές και εταίροι δεν έχουν μοχλό πίεσης. Η πρόσφατη Ιστορία έχει, δυστυχώς, δείξει ότι όταν αρχίζει η ένταση, η πραγματική οικονομία και το επενδυτικό κλίμα πληρώνουν βαρύ τίμημα. Πολιτικά μπορεί η σκλήρυνση να οδηγεί στην αποθέωση για λίγο, οικονομικά όμως προκαλεί μεγάλη ζημιά.
Το πιο ενδιαφέρον, και παράδοξο, είναι ότι ο ένας παράγων που έκρινε πάντοτε το αποτέλεσμα ανάλογων κρίσεων είναι πλήρως αποσταθεροποιημένος. Ο λόγος για την καγκελάριο Μέρκελ, που βρίσκεται αντιμέτωπη με μία σοβαρή πολιτική κρίση, η οποία οφείλεται κυρίως στο προσφυγικό αλλά σίγουρα μειώνει τον χρόνο και το πολιτικό κεφάλαιο που θα θέλει να ξοδέψει για την Ελλάδα.
Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015
Αντίστροφη μέτρηση
Γιώργος Στρατόπουλος
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών protagon.gr
Ψηφίστηκε την Κυριακή 7/12 ο προϋπολογισμός που
προβλέπει ύφεση για μια ακόμη χρονιά. Αν η 6η μέρα χωρίς νερό είναι
μοιραία για τον άνθρωπο, ποια χρονιά ύφεσης είναι μοιραία για την
κοινωνία; Ποια χρονιά χωρίς χρηματοδότηση από τις τράπεζες είναι μοιραία
για την οικονομία; Ο χρόνος τώρα είναι το πιο κρίσιμο μέγεθος.
Χρειάζεται να επιστρέψουμε σε ανάπτυξη το γρηγορότερο. Η συντομότερη
οδός περνάει μέσα από τη συναίνεση και συνεργασία των πολιτικών
δυνάμεων. Κανένας προϋπολογισμός και κανένα πρόγραμμα προσαρμογής δεν θα
είναι επιτυχημένο χωρίς την πολυσυζητημένη συναίνεση.
Στερεύει η κλεψύδρα
Εξανεμίζονται τα οικονομικά αποθέματα, εξαντλείται ο πολιτικός χρόνος, η υπομονή, η αντοχή, η ανοχή των περισσοτέρων. Για ελπίδα, ούτε λόγος! Στην ύφεση των προηγούμενων χρόνων προστέθηκαν εντελώς αδικαιολόγητα άλλα 2 χρόνια ύφεσης. Αδικαιολόγητα γιατί η ύφεση που βιώνουμε τώρα (2015-16) δεν προκλήθηκε επειδή μειώνουμε τα τεράστια πρωτογενή ελλείμματα, αλλά είναι ξεκάθαρα και εξ ολοκλήρου γέννημα λανθασμένων εκτιμήσεων, άγνοιας κινδύνου και πρωτόγνωρης πολιτικής και οικονομικής προχειρότητας.
Όμως βρισκόμαστε στην πιο κρίσιμη στιγμή από το 2010. Καθώς τα προηγούμενα χρόνια επισώρευσαν εξουθενωτικά βάρη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις εξαντλώντας τα αποθέματα αποταμίευσης. Κάθε επιπλέον χρόνος παράτασης της ύφεσης έχει δυσανάλογα καταστροφικά αποτελέσματα σε σχέση με την έντασή της. Μπορεί να λειτουργήσει όχι σαν ένα ακόμη, αλλά σαν το τελειωτικό χτύπημα στον εξαντλημένο παλαιστή, αυτό που τον βγάζει νοκ άουτ.
Ανεκμετάλλευτη η συγκυρία
Η διεθνής συγκυρία ήταν τον τελευταίο χρόνο και είναι - για πόσο ακόμη, άραγε;- πολύ ευνοϊκή για την Ελλάδα. Στην α΄ φάση της κρίσης το πετρέλαιο ήταν στα 100$ το βαρέλι. Από το Φθινόπωρο του 2014 κατρακύλησε κάτω από τα 50$. Η ισοτιμία του Ευρώ κυμαινόταν μεταξύ 1,3-1,4 και από το Φθινόπωρο του 2014 προσγειώθηκε στα επίπεδα του 1,1. Η ΕΚΤ ξεκίνησε ποσοτική χαλάρωση και οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης απολαμβάνουν άφθονη ρευστότητα και εξαιρετικά χαμηλό κόστος χρήματος. Την ίδια στιγμή, στην τουριστική αγορά της ανατολικής Μεσογείου έχουμε περιθώρια πλήρους κυριαρχίας λόγω των πολεμικών και πολιτικών συγκρούσεων που μαστίζουν τους ανταγωνιστές μας. «Εβρεχε ανάπτυξη», με δυο λόγια ειδικά τον τελευταίο χρόνο κι εμείς κρατούσαμε ομπρέλα.
Η ευνοϊκή συγκυρία δεν συντηρείται επ΄ άπειρον. Είναι κι αυτό ένα από τα διδάγματα της προσφυγικής κρίσης. Πρέπει να την εκμεταλλευτούμε, να κάνουμε αμέσως ό,τι χρειάζεται για να μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης. Όσο είναι καιρός.
Η κυβέρνηση δεν έχει τα εργαλεία
Το λένε όλοι, εντός και εκτός, ξανά και ξανά: ανάκαμψη θα έρθει από τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα. Χρειαζόμαστε ένα επενδυτικό σοκ, μαζικές επενδύσεις, για να μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση δεν έχει τα εργαλεία γι΄ αυτή τη δουλειά. Ούτε καν την αντίληψη της κρισιμότητας των καιρών και των ιεραρχήσεων. Έκλεισε τις τράπεζες για μικροκομματικές σκοπιμότητες, έκλεισε τα ορυχεία στις Σκουριές για προεκλογικούς λόγους, προχωρά (;) την αποκρατικοποίηση των αεροδρομίων με το ζόρι κι ενώ ο πρωθυπουργός την απαξιώνει και τη συκοφαντεί. Και επιτίθεται σε μια ολοκληρωμένη αποκρατικοποίηση, του ΟΠΑΠ, παραβιάζοντας όλες τις ρήτρες. Δεν είναι ότι στο μέλλον θα δικαιωθεί ο ΟΠΑΠ και θα χρειαστεί να καταβάλει το ελληνικό κράτος υπέρογκα πρόστιμα, είναι πως σήμερα στέλνουμε πολύ αποτρεπτικό μήνυμα στους υποψήφιους επενδυτές: δεν τηρούμε τις συμφωνίες, αν κάνετε την αποκοτιά να επενδύσετε στον τόπο μας, εμείς θα σας τιμωρήσουμε.
Δεν είναι το χρέος ο καταλύτης
Οσο βαθιά είμαστε στο τούνελ, άλλο τόσο κοντά είμαστε στην έξοδο. Μετά από τόσα χρόνια ύφεσης και περιοριστικής πολιτικής η οικονομία είναι πιεσμένη σαν ελατήριο έτοιμο να εκτιναχθεί υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Αν καταφέρει η οικονομία να ξεφύγει από το καθοδικό σπιράλ είναι πολύ πιθανό πως θα ακολουθήσει ένα αυτοτροφοδοτούμενο αναπτυξιακό κύμα. Η κυβέρνηση μοιάζει να πιστεύει πως η αναδιάρθρωση του χρέους την ερχόμενη Άνοιξη θα είναι ο καταλύτης που θα βάλει την οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά.
Πολύ φοβούμαι -και δεν είμαι μόνος- πως η επιμήκυνση των λήξεων του χρέους από τα 30 στα 50 ή και στα 70 χρόνια ή η μείωση των τόκων που ετησίως καταβάλλει η ελληνική δημοκρατία από τα 6-7 δισ. στα 5 δισ. δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα- ούτε καν τα ψυχολογικά. Δεν θα είναι καταλύτης για την επιστροφή της ρευστότητας και των επενδύσεων. Αυτές θα επιστρέψουν μόνον εφόσον αποκτήσουμε εμπιστοσύνη στην οικονομία μας και αξιοπιστία στα μάτια των άλλων.
Όμως είναι τόσο μεγάλο το έλλειμμα αξιοπιστίας της χώρας που ακόμα και αν αύριο αυτή η κυβέρνηση ασκούσε, ως εκ θαύματος, υπεύθυνες αναπτυξιακές πολιτικές, θα χρειαζόταν χρόνος πολύς για να πειστούν εταίροι και επενδυτές πως δεν θα τις καταργήσει μονομερώς όταν η Ευρώπη ανοίξει τις κάνουλες της χρηματοδότησης. Χρόνος πολύς, σοβαρότητα και μεθοδικότητα χρειάζεται και για να αναστραφεί η πεποίθηση πως η Ελλάδα είναι μια επενδυτική παγίδα, ένα failed state που κακομεταχειρίζεται τους επενδυτές, για να πειστούν οι πολίτες πως οι φόροι τους πιάνουν τόπο, πως υπάρχει βάσιμη προοπτική και σχέδιο να τα καταφέρουμε.
Αυτόν τον χρόνο δεν τον έχουμε. Η κυβέρνηση χρειάζεται να επιστρατεύσει άλλα εργαλεία πιο αποτελεσματικά για να φτάσουμε στον στόχο μας εγκαίρως.
Καταλύτης είναι η αναπτυξιακή πολιτική συνεργασία
Αυτό που έδωσε βάθος και διάρκεια στην κρίση είναι η αποτυχία των πολιτικών οργανισμών να ομονοήσουν σε ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση ή έστω αυτό που ζήσαμε το καλοκαίρι, συναίνεση στο μνημόνιο. Αν μετά από 7 χρόνια κρίσης το πολιτικό μας σύστημα καταφέρει να συνεννοηθεί, αυτό θα είναι το καταλυτικό εργαλείο που θα αποδώσει γρήγορα οφέλη στο επίπεδο της εμπιστοσύνης, της οικονομίας και της ανάπτυξης. O πιο σύντομος, βατός και αποτελεσματικός δρόμος για την ανάπτυξη περνάει μέσα από την ουσιαστική συναίνεση και συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων.
Η Κυβέρνηση συναινεί;
Ευτυχώς για τον κ. Τσίπρα, σε αντίθεση με την εποχή των Ζαππείων και της Θεσσαλονίκης, η σημερινή αντιπολίτευση έχει πλήρως αποδεχτεί το πλαίσιο της περιοριστικής πολιτικής των Μνημονίων, άρα υπάρχει έδαφος συναίνεσης. Το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό η ίδια η κυβέρνηση έχει αποδεχτεί το πλαίσιο της περιοριστικής πολιτικής και πώς αξιολογεί το ζήτημα της αξιοπιστίας και των συνεργασιών. Γιατί όσο φανατικός Σύριζα κι αν είσαι, δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις εύλογη, δημοκρατική, αριστερή και συναινετική την τακτική «υπόγραψε εδώ να τελειώνουμε, αλλιώς θα σε πω "γερμανοτσολιά"».
Όταν η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έφερε ένα σωστό μέτρο, την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων είχε την αμέριστη και ουσιαστική συναίνεση της αντιπολίτευσης. Στην πραγματικότητα ήταν ο κ. Τσίπρας που χρειάστηκε να συναινέσει. Εκείνος και ο Σύριζα είτε στην αντιπολίτευση είτε στην συμπολίτευση μέχρι το καλοκαίρι, κραύγαζαν για την υπεράσπιση ενός προνομίου που πολύ σωστά τώρα χαρακτηρίζει άδικο και το καταργεί. Όταν εκείνος συναίνεσε η κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων πέρασε αβρόχοις ποσί από την κοινωνία.
Άξιο απορίας είναι και πώς χρησιμοποιεί την όποια επιτευχθείσα συναίνεση η κυβέρνηση. Με το απολύτως συναινετικό σημείο 4 του ανακοινωθέντος της Προεδρίας -αναφέρεται στο Προσφυγικό- το συμβούλιο αρχηγών ζητούσε από την Ευρώπη «να αναγνωρίσει ότι τα σύνορα της Ελλάδας είναι και σύνορα της Ευρώπης» και από τη «Frontex να μετατραπεί σε πραγματική ευρωπαϊκή ακτοφυλακή». Την επομένη η Ευρώπη πίεζε στην ίδια κατεύθυνση, συναίνεση δηλαδή εντός, εκτός και επί τα αυτά. Όμως χρειάστηκε απειλή εξόδου από τη Σένγκεν για να συναινέσει (η κυβέρνηση) στην υλοποίηση του αιτήματος επί του οποίου είχε επιτύχει συναίνεση!
Συνεργασία με επίγνωση και στόχους
Κι ενώ η συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων είναι τόσο κρίσιμο πολιτικό και οικονομικό μέγεθος, οι προσπάθειες καταλήγουν σε φιάσκο. Το πρόσφατο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών είχε κάτι από την αύρα του καλοκαιρινού δημοψηφίσματος. Ασαφές, χωρίς ατζέντα με αμφιλεγόμενα μηνύματα κι ένα ανακοινωθέν που επέτεινε τη σύγχυση. Θεωρητικά επρόκειτο για συζήτηση με στόχο τη συναίνεση στη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, γιατί «η ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει κατ' εξοχήν χαρακτήρα μακράς πνοής, η κυβέρνηση θεωρεί υποχρέωσή της να αναζητήσει κοινά σημεία με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις…». Ουσιαστικά, συζήτησαν θέματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Γιατί το επίπεδο των υφιστάμενων συντάξεων είναι ζήτημα δημοσιονομικής πολιτικής. Πέντε χρόνια τώρα που μειώνουμε συντάξεις δεν κάνουμε μεταρρύθμιση, κάνουμε δημοσιονομική προσαρμογή.
Η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού δεν συζητήθηκε. Όχι μόνο γιατί δεν υπήρχε σχέδιο πρότασης από την κυβέρνηση, αλλά κυρίως γιατί συναίνεση στο Ασφαλιστικό υπάρχει.
Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση αφορά στο πλαίσιο και τους κανόνες με τους οποίους θα συνταξιοδοτούνται οι πολίτες στο μέλλον. Ορια ηλικίας συνταξιοδότησης, ενοποίηση ταμείων, ενιαίοι κανόνες απόδοσης συντάξεων, εξορθολογισμός της σχέσης εισφορών-παροχών, πυλώνες ασφάλισης κ.λπ.
Εξ όσων έχω αντιληφθεί, και παρά τις παλινωδίες των δηλώσεων, το σύνολο των κομμάτων του ευρωπαϊκού τόξου συμφωνεί και συναινεί επί της ουσίας και επί της αρχής και στην ανάγκη και στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης.
Εξάλλου πέραν της αναγκαιότητας της μεταρρύθμισης του Ασφαλιστικού, το πολιτικό κόστος στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί είναι πια μικρό και διαχειρίσιμο. Σε μια κοινωνία που εδώ και 6 χρόνια καθημερινά υποβαθμίζεται το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, λίγο κοστίζουν οι μελλοντικοί όροι συνταξιοδότησης. Στις επόμενες κάλπες πολύ μικρό ποσοστό του εκλογικού σώματος θα έχει θιχτεί ταμειακά από τις αλλαγές στο Ασφαλιστικό. Αυτό που κυρίως μετράει στη διαμόρφωση της ψήφου είναι η βραχεία και οδυνηρή μνήμη του καθημερινού ισολογισμού του νοικοκυριού.
Αντιθέτως, στο συμβούλιο κορυφής συζητήθηκε η προστασία, το ύψος των υφιστάμενων συντάξεων, ένα θέμα δημοσιονομικό. Δεδομένου ότι το 3ο μνημόνιο που καθορίζει το πλαίσιο άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής έχει ήδη ψηφιστεί από το σύνολο του δημοκρατικού ευρωπαϊκού τόξου, δεν υπήρχε καν η ανάγκη διαμόρφωσης εθνικής γραμμής απέναντι στους δανειστές. Είναι απλά θέμα της κυβέρνησης, που έχει την πολιτική ευθύνη να θέσει αναπτυξιακούς στόχους και αναλόγως να εξειδικεύσει τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπει η συμφωνία του καλοκαιριού. Υπό αυτήν την έννοια ένα τέτοιο θέμα δεν είχε θέση στην ατζέντα του συμβουλίου για το Ασφαλιστικό. Ο μόνος λόγος που τέθηκε είναι γιατί το πολιτικό κόστος είναι μεγάλο - το ύψος των συντάξεων αφορά ταμειακά άμεσα 2,7 εκατ. πολίτες (το 30% του εκλογικού σώματος) και έμμεσα πολύ περισσότερους.
Το ανακοινωθέν της Προεδρίας μιλούσε για αποφυγή μείωσης των υφιστάμενων συντάξεων κάτι που όσοι το υπέγραψαν γνωρίζουν πως δεν είναι δυνατό. Όμως η βάση της συναίνεσης, η εθνική συνεννόηση δεν μπορεί να είναι οι ψεύτικες κόκκινες γραμμές που τόσες φορές αποδείχθηκαν ευάλωτες σαν τη γραμμή Μαζινό. Οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να συνεννοηθούν λέγοντας αλήθειες.
Για να μπορέσουν τα κόμματα ξεπερνώντας τους μικροκομματικούς υπολογισμούς να πουν αλήθειες στην κοινωνία, και στη βάση αυτή να διαμορφωθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Όλοι μπορούν να αυξήσουν τις εργοδοτικές εισφορές, μέτρο «ανώδυνο» αλλά αντιαναπτυξιακό. Τη συναίνεση τη χρειαζόμαστε για να ασκήσουμε τις σωστές πολιτικές όχι τις ευχάριστες.
Ο Πρωθυπουργός έχει την εξουσία, την ευθύνη και την πρωτοβουλία των κινήσεων. Περιμένουμε να καταλάβει τι θέλει, τι μπορεί και, κυρίως, τι χρειάζεται η χώρα και πώς θα το πετύχει. Κι ας ελπίσουμε να μην είναι πολύ αργά. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα.
Στερεύει η κλεψύδρα
Εξανεμίζονται τα οικονομικά αποθέματα, εξαντλείται ο πολιτικός χρόνος, η υπομονή, η αντοχή, η ανοχή των περισσοτέρων. Για ελπίδα, ούτε λόγος! Στην ύφεση των προηγούμενων χρόνων προστέθηκαν εντελώς αδικαιολόγητα άλλα 2 χρόνια ύφεσης. Αδικαιολόγητα γιατί η ύφεση που βιώνουμε τώρα (2015-16) δεν προκλήθηκε επειδή μειώνουμε τα τεράστια πρωτογενή ελλείμματα, αλλά είναι ξεκάθαρα και εξ ολοκλήρου γέννημα λανθασμένων εκτιμήσεων, άγνοιας κινδύνου και πρωτόγνωρης πολιτικής και οικονομικής προχειρότητας.
Όμως βρισκόμαστε στην πιο κρίσιμη στιγμή από το 2010. Καθώς τα προηγούμενα χρόνια επισώρευσαν εξουθενωτικά βάρη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις εξαντλώντας τα αποθέματα αποταμίευσης. Κάθε επιπλέον χρόνος παράτασης της ύφεσης έχει δυσανάλογα καταστροφικά αποτελέσματα σε σχέση με την έντασή της. Μπορεί να λειτουργήσει όχι σαν ένα ακόμη, αλλά σαν το τελειωτικό χτύπημα στον εξαντλημένο παλαιστή, αυτό που τον βγάζει νοκ άουτ.
Ανεκμετάλλευτη η συγκυρία
Η διεθνής συγκυρία ήταν τον τελευταίο χρόνο και είναι - για πόσο ακόμη, άραγε;- πολύ ευνοϊκή για την Ελλάδα. Στην α΄ φάση της κρίσης το πετρέλαιο ήταν στα 100$ το βαρέλι. Από το Φθινόπωρο του 2014 κατρακύλησε κάτω από τα 50$. Η ισοτιμία του Ευρώ κυμαινόταν μεταξύ 1,3-1,4 και από το Φθινόπωρο του 2014 προσγειώθηκε στα επίπεδα του 1,1. Η ΕΚΤ ξεκίνησε ποσοτική χαλάρωση και οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης απολαμβάνουν άφθονη ρευστότητα και εξαιρετικά χαμηλό κόστος χρήματος. Την ίδια στιγμή, στην τουριστική αγορά της ανατολικής Μεσογείου έχουμε περιθώρια πλήρους κυριαρχίας λόγω των πολεμικών και πολιτικών συγκρούσεων που μαστίζουν τους ανταγωνιστές μας. «Εβρεχε ανάπτυξη», με δυο λόγια ειδικά τον τελευταίο χρόνο κι εμείς κρατούσαμε ομπρέλα.
Η ευνοϊκή συγκυρία δεν συντηρείται επ΄ άπειρον. Είναι κι αυτό ένα από τα διδάγματα της προσφυγικής κρίσης. Πρέπει να την εκμεταλλευτούμε, να κάνουμε αμέσως ό,τι χρειάζεται για να μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης. Όσο είναι καιρός.
Η κυβέρνηση δεν έχει τα εργαλεία
Το λένε όλοι, εντός και εκτός, ξανά και ξανά: ανάκαμψη θα έρθει από τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα. Χρειαζόμαστε ένα επενδυτικό σοκ, μαζικές επενδύσεις, για να μπούμε σε τροχιά ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση δεν έχει τα εργαλεία γι΄ αυτή τη δουλειά. Ούτε καν την αντίληψη της κρισιμότητας των καιρών και των ιεραρχήσεων. Έκλεισε τις τράπεζες για μικροκομματικές σκοπιμότητες, έκλεισε τα ορυχεία στις Σκουριές για προεκλογικούς λόγους, προχωρά (;) την αποκρατικοποίηση των αεροδρομίων με το ζόρι κι ενώ ο πρωθυπουργός την απαξιώνει και τη συκοφαντεί. Και επιτίθεται σε μια ολοκληρωμένη αποκρατικοποίηση, του ΟΠΑΠ, παραβιάζοντας όλες τις ρήτρες. Δεν είναι ότι στο μέλλον θα δικαιωθεί ο ΟΠΑΠ και θα χρειαστεί να καταβάλει το ελληνικό κράτος υπέρογκα πρόστιμα, είναι πως σήμερα στέλνουμε πολύ αποτρεπτικό μήνυμα στους υποψήφιους επενδυτές: δεν τηρούμε τις συμφωνίες, αν κάνετε την αποκοτιά να επενδύσετε στον τόπο μας, εμείς θα σας τιμωρήσουμε.
Δεν είναι το χρέος ο καταλύτης
Οσο βαθιά είμαστε στο τούνελ, άλλο τόσο κοντά είμαστε στην έξοδο. Μετά από τόσα χρόνια ύφεσης και περιοριστικής πολιτικής η οικονομία είναι πιεσμένη σαν ελατήριο έτοιμο να εκτιναχθεί υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Αν καταφέρει η οικονομία να ξεφύγει από το καθοδικό σπιράλ είναι πολύ πιθανό πως θα ακολουθήσει ένα αυτοτροφοδοτούμενο αναπτυξιακό κύμα. Η κυβέρνηση μοιάζει να πιστεύει πως η αναδιάρθρωση του χρέους την ερχόμενη Άνοιξη θα είναι ο καταλύτης που θα βάλει την οικονομία σε αναπτυξιακή τροχιά.
Πολύ φοβούμαι -και δεν είμαι μόνος- πως η επιμήκυνση των λήξεων του χρέους από τα 30 στα 50 ή και στα 70 χρόνια ή η μείωση των τόκων που ετησίως καταβάλλει η ελληνική δημοκρατία από τα 6-7 δισ. στα 5 δισ. δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα- ούτε καν τα ψυχολογικά. Δεν θα είναι καταλύτης για την επιστροφή της ρευστότητας και των επενδύσεων. Αυτές θα επιστρέψουν μόνον εφόσον αποκτήσουμε εμπιστοσύνη στην οικονομία μας και αξιοπιστία στα μάτια των άλλων.
Όμως είναι τόσο μεγάλο το έλλειμμα αξιοπιστίας της χώρας που ακόμα και αν αύριο αυτή η κυβέρνηση ασκούσε, ως εκ θαύματος, υπεύθυνες αναπτυξιακές πολιτικές, θα χρειαζόταν χρόνος πολύς για να πειστούν εταίροι και επενδυτές πως δεν θα τις καταργήσει μονομερώς όταν η Ευρώπη ανοίξει τις κάνουλες της χρηματοδότησης. Χρόνος πολύς, σοβαρότητα και μεθοδικότητα χρειάζεται και για να αναστραφεί η πεποίθηση πως η Ελλάδα είναι μια επενδυτική παγίδα, ένα failed state που κακομεταχειρίζεται τους επενδυτές, για να πειστούν οι πολίτες πως οι φόροι τους πιάνουν τόπο, πως υπάρχει βάσιμη προοπτική και σχέδιο να τα καταφέρουμε.
Αυτόν τον χρόνο δεν τον έχουμε. Η κυβέρνηση χρειάζεται να επιστρατεύσει άλλα εργαλεία πιο αποτελεσματικά για να φτάσουμε στον στόχο μας εγκαίρως.
Καταλύτης είναι η αναπτυξιακή πολιτική συνεργασία
Αυτό που έδωσε βάθος και διάρκεια στην κρίση είναι η αποτυχία των πολιτικών οργανισμών να ομονοήσουν σε ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση ή έστω αυτό που ζήσαμε το καλοκαίρι, συναίνεση στο μνημόνιο. Αν μετά από 7 χρόνια κρίσης το πολιτικό μας σύστημα καταφέρει να συνεννοηθεί, αυτό θα είναι το καταλυτικό εργαλείο που θα αποδώσει γρήγορα οφέλη στο επίπεδο της εμπιστοσύνης, της οικονομίας και της ανάπτυξης. O πιο σύντομος, βατός και αποτελεσματικός δρόμος για την ανάπτυξη περνάει μέσα από την ουσιαστική συναίνεση και συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων.
Η Κυβέρνηση συναινεί;
Ευτυχώς για τον κ. Τσίπρα, σε αντίθεση με την εποχή των Ζαππείων και της Θεσσαλονίκης, η σημερινή αντιπολίτευση έχει πλήρως αποδεχτεί το πλαίσιο της περιοριστικής πολιτικής των Μνημονίων, άρα υπάρχει έδαφος συναίνεσης. Το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό η ίδια η κυβέρνηση έχει αποδεχτεί το πλαίσιο της περιοριστικής πολιτικής και πώς αξιολογεί το ζήτημα της αξιοπιστίας και των συνεργασιών. Γιατί όσο φανατικός Σύριζα κι αν είσαι, δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις εύλογη, δημοκρατική, αριστερή και συναινετική την τακτική «υπόγραψε εδώ να τελειώνουμε, αλλιώς θα σε πω "γερμανοτσολιά"».
Όταν η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έφερε ένα σωστό μέτρο, την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων είχε την αμέριστη και ουσιαστική συναίνεση της αντιπολίτευσης. Στην πραγματικότητα ήταν ο κ. Τσίπρας που χρειάστηκε να συναινέσει. Εκείνος και ο Σύριζα είτε στην αντιπολίτευση είτε στην συμπολίτευση μέχρι το καλοκαίρι, κραύγαζαν για την υπεράσπιση ενός προνομίου που πολύ σωστά τώρα χαρακτηρίζει άδικο και το καταργεί. Όταν εκείνος συναίνεσε η κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων πέρασε αβρόχοις ποσί από την κοινωνία.
Άξιο απορίας είναι και πώς χρησιμοποιεί την όποια επιτευχθείσα συναίνεση η κυβέρνηση. Με το απολύτως συναινετικό σημείο 4 του ανακοινωθέντος της Προεδρίας -αναφέρεται στο Προσφυγικό- το συμβούλιο αρχηγών ζητούσε από την Ευρώπη «να αναγνωρίσει ότι τα σύνορα της Ελλάδας είναι και σύνορα της Ευρώπης» και από τη «Frontex να μετατραπεί σε πραγματική ευρωπαϊκή ακτοφυλακή». Την επομένη η Ευρώπη πίεζε στην ίδια κατεύθυνση, συναίνεση δηλαδή εντός, εκτός και επί τα αυτά. Όμως χρειάστηκε απειλή εξόδου από τη Σένγκεν για να συναινέσει (η κυβέρνηση) στην υλοποίηση του αιτήματος επί του οποίου είχε επιτύχει συναίνεση!
Συνεργασία με επίγνωση και στόχους
Κι ενώ η συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων είναι τόσο κρίσιμο πολιτικό και οικονομικό μέγεθος, οι προσπάθειες καταλήγουν σε φιάσκο. Το πρόσφατο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών είχε κάτι από την αύρα του καλοκαιρινού δημοψηφίσματος. Ασαφές, χωρίς ατζέντα με αμφιλεγόμενα μηνύματα κι ένα ανακοινωθέν που επέτεινε τη σύγχυση. Θεωρητικά επρόκειτο για συζήτηση με στόχο τη συναίνεση στη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, γιατί «η ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει κατ' εξοχήν χαρακτήρα μακράς πνοής, η κυβέρνηση θεωρεί υποχρέωσή της να αναζητήσει κοινά σημεία με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις…». Ουσιαστικά, συζήτησαν θέματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Γιατί το επίπεδο των υφιστάμενων συντάξεων είναι ζήτημα δημοσιονομικής πολιτικής. Πέντε χρόνια τώρα που μειώνουμε συντάξεις δεν κάνουμε μεταρρύθμιση, κάνουμε δημοσιονομική προσαρμογή.
Η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού δεν συζητήθηκε. Όχι μόνο γιατί δεν υπήρχε σχέδιο πρότασης από την κυβέρνηση, αλλά κυρίως γιατί συναίνεση στο Ασφαλιστικό υπάρχει.
Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση αφορά στο πλαίσιο και τους κανόνες με τους οποίους θα συνταξιοδοτούνται οι πολίτες στο μέλλον. Ορια ηλικίας συνταξιοδότησης, ενοποίηση ταμείων, ενιαίοι κανόνες απόδοσης συντάξεων, εξορθολογισμός της σχέσης εισφορών-παροχών, πυλώνες ασφάλισης κ.λπ.
Εξ όσων έχω αντιληφθεί, και παρά τις παλινωδίες των δηλώσεων, το σύνολο των κομμάτων του ευρωπαϊκού τόξου συμφωνεί και συναινεί επί της ουσίας και επί της αρχής και στην ανάγκη και στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης.
Εξάλλου πέραν της αναγκαιότητας της μεταρρύθμισης του Ασφαλιστικού, το πολιτικό κόστος στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί είναι πια μικρό και διαχειρίσιμο. Σε μια κοινωνία που εδώ και 6 χρόνια καθημερινά υποβαθμίζεται το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, λίγο κοστίζουν οι μελλοντικοί όροι συνταξιοδότησης. Στις επόμενες κάλπες πολύ μικρό ποσοστό του εκλογικού σώματος θα έχει θιχτεί ταμειακά από τις αλλαγές στο Ασφαλιστικό. Αυτό που κυρίως μετράει στη διαμόρφωση της ψήφου είναι η βραχεία και οδυνηρή μνήμη του καθημερινού ισολογισμού του νοικοκυριού.
Αντιθέτως, στο συμβούλιο κορυφής συζητήθηκε η προστασία, το ύψος των υφιστάμενων συντάξεων, ένα θέμα δημοσιονομικό. Δεδομένου ότι το 3ο μνημόνιο που καθορίζει το πλαίσιο άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής έχει ήδη ψηφιστεί από το σύνολο του δημοκρατικού ευρωπαϊκού τόξου, δεν υπήρχε καν η ανάγκη διαμόρφωσης εθνικής γραμμής απέναντι στους δανειστές. Είναι απλά θέμα της κυβέρνησης, που έχει την πολιτική ευθύνη να θέσει αναπτυξιακούς στόχους και αναλόγως να εξειδικεύσει τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπει η συμφωνία του καλοκαιριού. Υπό αυτήν την έννοια ένα τέτοιο θέμα δεν είχε θέση στην ατζέντα του συμβουλίου για το Ασφαλιστικό. Ο μόνος λόγος που τέθηκε είναι γιατί το πολιτικό κόστος είναι μεγάλο - το ύψος των συντάξεων αφορά ταμειακά άμεσα 2,7 εκατ. πολίτες (το 30% του εκλογικού σώματος) και έμμεσα πολύ περισσότερους.
Το ανακοινωθέν της Προεδρίας μιλούσε για αποφυγή μείωσης των υφιστάμενων συντάξεων κάτι που όσοι το υπέγραψαν γνωρίζουν πως δεν είναι δυνατό. Όμως η βάση της συναίνεσης, η εθνική συνεννόηση δεν μπορεί να είναι οι ψεύτικες κόκκινες γραμμές που τόσες φορές αποδείχθηκαν ευάλωτες σαν τη γραμμή Μαζινό. Οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να συνεννοηθούν λέγοντας αλήθειες.
Για να μπορέσουν τα κόμματα ξεπερνώντας τους μικροκομματικούς υπολογισμούς να πουν αλήθειες στην κοινωνία, και στη βάση αυτή να διαμορφωθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Όλοι μπορούν να αυξήσουν τις εργοδοτικές εισφορές, μέτρο «ανώδυνο» αλλά αντιαναπτυξιακό. Τη συναίνεση τη χρειαζόμαστε για να ασκήσουμε τις σωστές πολιτικές όχι τις ευχάριστες.
Ο Πρωθυπουργός έχει την εξουσία, την ευθύνη και την πρωτοβουλία των κινήσεων. Περιμένουμε να καταλάβει τι θέλει, τι μπορεί και, κυρίως, τι χρειάζεται η χώρα και πώς θα το πετύχει. Κι ας ελπίσουμε να μην είναι πολύ αργά. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών protagon.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)