Οι ταινίες που κόβουν πολλά εισιτήρια στο
Χόλιγουντ γίνονται κατόπιν σειρές: «Τα σαγόνια του καρχαρία Ι», «Τα
σαγόνια ΙΙ» κ.λπ. Τώρα βλέπουμε στις εγχώριες οθόνες το επεισόδιο
«Μνημονιακός πρωθυπουργός 3». Η ταινία δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής,
αλλά όλα δείχνουν ότι, ανεξάρτητα από το ποιος «θίασος» βρίσκεται στην
εξουσία, το έργο δεν αλλάζει.
Το σενάριο είναι το ίδιο, με παραλλαγές και διαβαθμίσεις. Ενας πολιτικός διεκδικεί την εξουσία. Βιάζεται, μάλιστα, να την κατακτήσει γιατί τον φανατίζουν η αυλή του και το κόμμα. Δεν νοιάζεται ούτε για την πολιτική σταθερότητα ούτε για οτιδήποτε άλλο. Προκαλεί εκλογές με την επιμονή του, χωρίς να στηρίζει μεγάλες και προφανείς μεταρρυθμίσεις. Ταυτόχρονα, υπόσχεται τα πάντα στους πάντες. Α, και βέβαια, να μην ξεχάσω, δεν προετοιμάζεται ούτε κατά διάνοια για να κυβερνήσει.
Ο φιλόδοξος και βιαστικός πολιτικός ανεβάζει τους τόνους μέχρι εκεί που δεν πάει και, όποτε μπορεί, κατεβάζει και τον κόσμο στους δρόμους. Φιλοτεχνεί μια εικόνα του πολιτικού αντιπάλου του η οποία στηρίζεται στη δαιμονοποίηση. Ο αντίπαλος - πρωθυπουργός είναι κατά κανόνα πουλημένος, πολύ μαλθακός στη διαπραγμάτευση και αρχιδιαπλεκόμενος.
Μία των ημερών ο πολιτικός μας κερδίζει τις εκλογές και εγκαθίσταται στο Μαξίμου. Τις πρώτες ημέρες και εβδομάδες νιώθει παντοδύναμος. Τον προσκυνά το εμφανές και το σκοτεινό κατεστημένο της χώρας και του δίνει την εντύπωση ότι θα τον αντιμετωπίζει σαν σουλτάνο για πολλά πολλά χρόνια. Μετά, αρχίζει να μαθαίνει την πραγματικότητα και να συνειδητοποιεί ότι αυτά που έλεγε στην αντιπολίτευση ήταν απλώς πομφόλυγες, ανέφικτες υποσχέσεις και θεωρίες που δεν αξίζουν το χαρτί πάνω στην οποία γράφτηκαν. Οταν καταλαβαίνει ότι έχει μπροστά του ένα μονόδρομο, αρχίζει το μαρτύριο. Παίρνει τις υποσχέσεις πίσω μία μία και ταυτόχρονα αρχίζει να χάνει έναν έναν τους πιο θερμούς υποστηρικτές του. Αναγκάζεται να ξενυχτάει στη Βουλή και να βλέπει την πλειοψηφία του να εξανεμίζεται σε κάθε κρίσιμη ψηφοφορία. Εν τω μεταξύ, έχει αποκτήσει την ίδια ψυχολογία που είχαν οι προκάτοχοί του μέσα στο «πολεμικό μπούνκερ» του Μαξίμου. Ο ίδιος και η οικογένειά του δέχονται επιθέσεις από παντού, ακριβώς όπως συνέβαινε με τους προηγούμενους ενοίκους. Οπως απαξίωσαν, έτσι απαξιώνονται.
Σε στιγμές μεγάλης πίεσης, θεωρεί ότι ο ίδιος κάνει το καθήκον του αλλά κανείς δεν τον καταλαβαίνει... Πίσω από κλειστές πόρτες φτάνει ακόμη και να παραδεχθεί ότι «τώρα καταλαβαίνω τον προκάτοχό μου, δεν κυβερνιέται αυτός ο τόπος».
Οι περιστασιακοί νονοί-σύμμαχοι αρχίζουν να εξαφανίζονται γιατί δεν θεωρούν ότι ικανοποιούνται επαρκώς οι απαιτήσεις που έθεσαν ως αντάλλαγμα για τη στήριξή τους. Αίφνης ανακαλύπτει ο περίφροντις πρωθυπουργός εχθρούς και υπονομευτές στους κύκλους των υποστηρικτών του. Η αβάντα τού χθες γίνεται διαπλοκή τού σήμερα.
Κάπου εκεί ανακαλύπτεται η ανάγκη της συναίνεσης. Εν τω μεταξύ, έχει χυθεί τόσο εύφλεκτο υλικό στο σκηνικό, που κανείς δεν έχει όρεξη να ακούσει για συνεννόηση σε εθνική βάση. Η καρέκλα τρίζει, η πλειοψηφία ροκανίζεται και αρχίζει ο πανικός. Εκεί χάνεται συνήθως η μπάλα και η κυβέρνηση και το ευρύτερο σύστημά της αρχίζουν να μοιάζουν με ανεκπαίδευτο πλήρωμα την ώρα ενός μεγάλου ναυαγίου.
Το σενάριο είναι το ίδιο, μόνο τα πρόσωπα αλλάζουν και ο βαθμός της ανευθυνότητας, της ασχετοσύνης και του φανατισμού. Προσωπικά, βαρέθηκα να βλέπω το ίδιο έργο. Ακόμη όμως περισσότερο εξοργίζομαι με εκείνους που είχαν δει το «Ι» και το «ΙΙ» αλλά δεν κατάλαβαν τίποτα, όχι, πάντως, τη στιγμή που έπρεπε.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Το σενάριο είναι το ίδιο, με παραλλαγές και διαβαθμίσεις. Ενας πολιτικός διεκδικεί την εξουσία. Βιάζεται, μάλιστα, να την κατακτήσει γιατί τον φανατίζουν η αυλή του και το κόμμα. Δεν νοιάζεται ούτε για την πολιτική σταθερότητα ούτε για οτιδήποτε άλλο. Προκαλεί εκλογές με την επιμονή του, χωρίς να στηρίζει μεγάλες και προφανείς μεταρρυθμίσεις. Ταυτόχρονα, υπόσχεται τα πάντα στους πάντες. Α, και βέβαια, να μην ξεχάσω, δεν προετοιμάζεται ούτε κατά διάνοια για να κυβερνήσει.
Ο φιλόδοξος και βιαστικός πολιτικός ανεβάζει τους τόνους μέχρι εκεί που δεν πάει και, όποτε μπορεί, κατεβάζει και τον κόσμο στους δρόμους. Φιλοτεχνεί μια εικόνα του πολιτικού αντιπάλου του η οποία στηρίζεται στη δαιμονοποίηση. Ο αντίπαλος - πρωθυπουργός είναι κατά κανόνα πουλημένος, πολύ μαλθακός στη διαπραγμάτευση και αρχιδιαπλεκόμενος.
Μία των ημερών ο πολιτικός μας κερδίζει τις εκλογές και εγκαθίσταται στο Μαξίμου. Τις πρώτες ημέρες και εβδομάδες νιώθει παντοδύναμος. Τον προσκυνά το εμφανές και το σκοτεινό κατεστημένο της χώρας και του δίνει την εντύπωση ότι θα τον αντιμετωπίζει σαν σουλτάνο για πολλά πολλά χρόνια. Μετά, αρχίζει να μαθαίνει την πραγματικότητα και να συνειδητοποιεί ότι αυτά που έλεγε στην αντιπολίτευση ήταν απλώς πομφόλυγες, ανέφικτες υποσχέσεις και θεωρίες που δεν αξίζουν το χαρτί πάνω στην οποία γράφτηκαν. Οταν καταλαβαίνει ότι έχει μπροστά του ένα μονόδρομο, αρχίζει το μαρτύριο. Παίρνει τις υποσχέσεις πίσω μία μία και ταυτόχρονα αρχίζει να χάνει έναν έναν τους πιο θερμούς υποστηρικτές του. Αναγκάζεται να ξενυχτάει στη Βουλή και να βλέπει την πλειοψηφία του να εξανεμίζεται σε κάθε κρίσιμη ψηφοφορία. Εν τω μεταξύ, έχει αποκτήσει την ίδια ψυχολογία που είχαν οι προκάτοχοί του μέσα στο «πολεμικό μπούνκερ» του Μαξίμου. Ο ίδιος και η οικογένειά του δέχονται επιθέσεις από παντού, ακριβώς όπως συνέβαινε με τους προηγούμενους ενοίκους. Οπως απαξίωσαν, έτσι απαξιώνονται.
Σε στιγμές μεγάλης πίεσης, θεωρεί ότι ο ίδιος κάνει το καθήκον του αλλά κανείς δεν τον καταλαβαίνει... Πίσω από κλειστές πόρτες φτάνει ακόμη και να παραδεχθεί ότι «τώρα καταλαβαίνω τον προκάτοχό μου, δεν κυβερνιέται αυτός ο τόπος».
Οι περιστασιακοί νονοί-σύμμαχοι αρχίζουν να εξαφανίζονται γιατί δεν θεωρούν ότι ικανοποιούνται επαρκώς οι απαιτήσεις που έθεσαν ως αντάλλαγμα για τη στήριξή τους. Αίφνης ανακαλύπτει ο περίφροντις πρωθυπουργός εχθρούς και υπονομευτές στους κύκλους των υποστηρικτών του. Η αβάντα τού χθες γίνεται διαπλοκή τού σήμερα.
Κάπου εκεί ανακαλύπτεται η ανάγκη της συναίνεσης. Εν τω μεταξύ, έχει χυθεί τόσο εύφλεκτο υλικό στο σκηνικό, που κανείς δεν έχει όρεξη να ακούσει για συνεννόηση σε εθνική βάση. Η καρέκλα τρίζει, η πλειοψηφία ροκανίζεται και αρχίζει ο πανικός. Εκεί χάνεται συνήθως η μπάλα και η κυβέρνηση και το ευρύτερο σύστημά της αρχίζουν να μοιάζουν με ανεκπαίδευτο πλήρωμα την ώρα ενός μεγάλου ναυαγίου.
Το σενάριο είναι το ίδιο, μόνο τα πρόσωπα αλλάζουν και ο βαθμός της ανευθυνότητας, της ασχετοσύνης και του φανατισμού. Προσωπικά, βαρέθηκα να βλέπω το ίδιο έργο. Ακόμη όμως περισσότερο εξοργίζομαι με εκείνους που είχαν δει το «Ι» και το «ΙΙ» αλλά δεν κατάλαβαν τίποτα, όχι, πάντως, τη στιγμή που έπρεπε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου