Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2023

Η μέρα πέθανε πάνω στις ραχητικές βρώμικες στέγες.


 

Η μέρα πέθανε πάνω στις ραχητικές βρώμικες στέγες.

Πίσω απ’ τα τζάμια, θολά στριμωγμένα πρόσωπα κοιτάζουνε τον κόσμο να βουλιάζει

Ύστερα είδαμε πως δεν ήταν πρόσωπα

μα οι σιωπηλές χειρονομίες του ηλιοβασιλέματος

που σχεδιάζανε πάνω στα τζάμια της πολιτείας

λίγη ζωή. Κι ύστερα

τίποτα.

Τα τελευταία κάρα χάθηκαν στο βάθος του δρόμου

κουβαλώντας πέτρα κι ασβέστη. Μα όλες τώρα οι πέτρες της γης

δε θα μπορούσαν ν’ αναστήσουν πια αυτήν την πόλη

που κάθε βράδι γκρεμίζεται μες στις παλιές μεγάλες αναμνήσεις της.

Μια γρηά σήκωσε τ’ αδράχτι της κι έδειξε μακριά την πυρκαγιά

ο καπνός ανέβαινε φιμώνοντας τ’ ουρανού το στόμα

κάποιος σε μια πλατεία φώναξε: αργήσαμε, αργήσαμε

μα δεν ακουγόταν καλά, γιατί φυσούσε.

Ένα σκυλί ολομόναχο στον βραδιασμένο κάμπο. Βρέχει.

Ακούστηκε μακριά ο εσπερινός

σαν ένας θεός που τον ξέχασαν κι απ’ το βάθος του χρόνου

καλούσε βοήθεια.

Κι οι οργανοπαίχτες στις γωνιές των καπηλιών

με τις φτωχές ωχρές κιθάρες σταυρωμένες πάνω στα λιγνά τους χέρια

παρηγορούσανε τη θλίψη και την καταφρόνια και τη λησμονιά.

Ένα ζευγάρι τουρτουρίζει κάτω απ’ το υπόστεγο

κοιτάζονται στα μάτια, γεράσανε

δεν πρόφτασαν ν’ αγαπηθούν νωρίτερα

πόλεμοι, φτώχια, δισταγμοί,

η δυστυχία σε κάνει πάντα ν’ αναβάλλεις −έφυγε η ζωή.

Τώρα κοιτάζονται στα μάτια και κλαίνε, τουρτουρίζοντας κάτω απ’ το υπόστεγο

και το νερό κυλάει κυλάει

κι οι σπόροι φουσκώνουν κι αναδεύονται και τρίζουν και σκάζουν μονομιάς

πνίγοντας σε μια πράσινη πλημμύρα και τα ζευγάρια και τα υπόστεγα και τα δάκρυα και τους δισταγμούς

και τις θυσίες και τα εγκλήματα και τις εποχές

αδιάφορο, αγέραστο, ασύγκριτο

κυλάει κυλάει…

Τάσος Λειβαδίτης Από :Συμφωνία αριθμός 1 (1957) Ποίηση Τόμος 1 εκδότης Κέδρος, 14η έκδοση 2003

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: